469 470 471 472 473 Ερ Βιο

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α' Λυκείου

Άγγελος Σικελιανός, Ιερά οδός


ΝΕΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΧΟΛΗ: ΠΟΙΗΣΗ. Ο ΔΗΜΟΤΙΣΚΙΣΜΟΣ. 469

Άγγελος Σικελιανός, Ιερά οδός

 

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ γράφτηκε το 1935 και είναι από τα πιο σημαντικά του ποιητή. Δεν πρόκειται μόνο για ένα ανθρωπιστικό θέμα, για την απολύτρωση δηλαδή του ανθρώπου από την καταπίεση και τον πόνο. Στο υποβλητικό ακόμη τότε σκηνικό της Ιεράς Οδού, του δρόμου που οδηγούσε από την Αθήνα στην Ελευσίνα και που ακολουθούσαν οι αρχαίες πομπές των Ελευσίνιων μυστηρίων, ο ποιητής, μέσα από το «συμβολικό δρώμενο» που βλέπει και περιγράφει, αναπαρασταίνει καταστάσεις ανάλογες με αυτές που ζούσαν οι μυημένοι στα Ελευσίνια μυστήρια. Μας δίνει δηλαδή την εικόνα του ξεπεσμού και της υποδούλωσης που οδήγησε τον άνθρωπο η αφροσύνη του να αλυσοδέσει και να υποτάξει τη Μάνα-Γη, σύμβολο της μητρότητας και της αγάπης, για να οραματιστεί τελικά τη μέρα της σωτηρίας και της λύτρωσης, όταν η ψυχή του ανθρώπου θα συμφιλιωθεί απόλυτα και θα ταυτιστεί με τους αιώνιους νόμους της ζωής και με τη φύση. Παρήγορο μήνυμα ανάστασης και θριάμβου της ζωής.

 


 

 

Σύρε τον πίνακα, για να δεις και τις υπόλοιπες στήλες.

 
5 Από τη νέα πληγή που μ' άνοιξεν η μοίρα
έμπαιν' ο ήλιος θαρρούσα στην καρδιά μου
με τόση ορμή, καθώς βασίλευε, όπως
από ραγισματιάν αιφνίδια μπαίνει
το κύμα σε καράβι π' ολοένα
10 βουλιάζει... Γιατί εκείνο πια το δείλι,
σαν άρρωστος, καιρό, που πρωτοβγαίνει
ν' αρμέξει ζωή απ' τον έξω κόσμον,
ήμουν περπατητής μοναχικός στο δρόμο
που ξεκινά από την Αθήνα κι έχει
15 σημάδι του ιερό την Ελευσίνα.
Τι ήταν για μένα αυτός ο δρόμος πάντα 470
σα δρόμος της Ψυχής... Φανερωμένος
μεγάλος ποταμός, κυλούσε εδώθε
αργά συρμένα από τα βόδια αμάξια,
20 γεμάτα αθεμωνιές ή ξύλα, κι άλλα
αμάξια, γοργά που προσπερνούσαν,
με τους ανθρώπους μέσα τους σαν ίσκιους...
Μα παραπέρα, σα να χάθη ο κόσμος
κι έμειν' η φύση μόνη, ώρα κι ώρα
25 μιαν ησυχία βασίλεψε... Κι η πέτρα,
π' αντίκρισα σε μια άκρη ριζωμένη,
θρονί μού φάνη μοιραμένο μου ήταν
απ' τους αιώνες. Κι έπλεξα τα χέρια,
σαν κάθισα, στα γόνατα, ξεχνώντας
30 αν κίνησα τη μέρα αυτή ή αν πήρα
αιώνες πίσω αυτό τον ίδιο δρόμο...

Μα να·στην ησυχία αυτή απ' το γύρο
τον κοντινό προβάλανε τρεις ίσκιοι.
Ένας Ατσίγγανος αγνάντια ερχόνταν,
35 και πίσωθέ του ακλούθααν, μ' αλυσίδες
συρμένες, δυο αργοβάδιστες αρκούδες.

Και να·ως σε λίγο ζύγωσαν μπροστά μου
και μ' είδε ο Γύφτος, πριν καλά προφτάσω
να τον κοιτάξω, τράβηξε απ' τον ώμο
40 το ντέφι και, χτυπώντας το με το 'να
χέρι, με τ' άλλον έσυρε με βία
τις αλυσίδες. Κι οι δυο αρκούδες τότε
 στα δυο τους σκώθηκαν βαριά... Η μία,
(ήτανε η μάνα, φανερά), η μεγάλη,
45 με πλεχτές χάντρες όλο στολισμένο
το μέτωπο γαλάζιες, κι από πάνω 471
μιαν άσπρη αβασκαντήρα, ανασηκώθη
ξάφνου τρανή, σαν προαιώνιο να 'ταν
ξόανο Μεγάλης Θεάς, της αιώνιας Μάνας,
50 αυτής της ίδιας που ιερά θλιμμένη,
 με τον καιρόν ως πήρε ανθρώπινη όψη,
για τον καημό της κόρης της λεγόνταν
Δήμητρα εδώ, για τον καημό του γιου της
πιο πέρα ήταν Αλκμήνη ή Παναγία.
55 Και το μικρό στο πλάγι της αρκούδι,
σα μεγάλο παιχνίδι, σαν ανίδεο
μικρό παιδί, ανασκώθηκε κι εκείνο
υπάκοο, μη μαντεύοντας ακόμα
του πόνου του το μάκρος και την πίκρα
60 της σκλαβιάς που καθρέφτιζεν η μάνα
στα δυο πυρρά της που το κοίτααν μάτια!
Αλλ' ως από τον κάματον εκείνη
οκνούσε να χορέψει, ο Γύφτος, μ' ένα
πιδέξιο τράβηγμα της αλυσίδας
65 στου μικρού το ρουθούνι, ματωμένο
ακόμα απ' το χαλκά που λίγες μέρες
φαίνονταν πως του τρύπησεν, αιφνίδια
την έκαμε, μουγκρίζοντας με πόνο,
να ορθώνεται ψηλά, προς το παιδί της 472
70 γυρνώντας το κεφάλι, και να ορχιέται
ζωηρά...
Κι εγώ, ως εκοίταζα, τραβούσα
έξω απ' το χρόνο, μακριά απ' το χρόνο,
ελεύτερος από μορφές κλεισμένες
στον καιρό, από αγάλματα κι εικόνες·
75 ήμουν έξω, ήμουν έξω από το χρόνο...
Μα μπροστά μου, ορθωμένη από τη βία
του χαλκά και της άμοιρης στοργής της,
δεν έβλεπα άλλο απ' την τρανήν αρκούδα
με τις γαλάζιες χάντρες στο κεφάλι,
80 μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου
του κόσμου, τωρινού και περασμένου,
μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου
του πόνου του πανάρχαιου, οπ' ακόμα
δεν του πληρώθη απ' τους θνητούς αιώνες
85 ο φόρος της ψυχής... Τι ετούτη ακόμα
ήταν κι είναι στον Άδη...
     Και σκυμμένο
το κεφάλι μου κράτησα ολοένα,
καθώς στο ντέφι μέσα έριχνα, σκλάβος
κι εγώ του κόσμου, μια δραχμή...
90      Μα ως, τέλος,
Ατσίγγανος ξεμάκρυνε, τραβώντας
ξανά τις δυο αργοβάδιστες αρκούδες,
και χάθηκε στο μούχρωμα, η καρδιά μου
με σήκωσε να ξαναπάρω πάλι
το δρόμον οπού τέλειωνε στα ρείπια
95 του Ιερού της Ψυχής, στην Ελευσίνα.
Κι η καρδιά μου, ως εβάδιζα, βογγούσε:
«Θά 'ρτει τάχα ποτέ, θε νά 'ρτει η ώρα
που η ψυχή της αρκούδας και του Γύφτου,
κι η ψυχή μου, που Μυημένη τήνε κράζω, 473
100 θα γιορτάσουν μαζί;»
     Κι ως προχωρούσα,
κι εβράδιαζε, ξανάνιωσα απ' την ίδια
πληγή, που η μοίρα μ' άνοιξε, το σκότος
να μπαίνει ορμητικά μες στην καρδιά μου,
καθώς από ραγισματιάν αιφνίδια μπαίνει
105 το κύμα σε καράβι που ολοένα
ουλιάζει... Κι όμως τέτοια ως να διψούσε
πλημμύραν η καρδιά μου, σα βυθίστη
ως να πνίγηκε ακέρια στα σκοτάδια,
σα βυθίστηκε ακέρια στα σκοτάδια,
  ένα μούρμουρο απλώθη απάνωθέ μου,
ένα μούρμουρο,
     κι έμοιαζ' έλεε:
         «Θά 'ρτει...»


Ελευσίνα: παραλιακή πόλη της Αττικής, σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο στην αρχαιότητα. Εκεί τελούνταν τα Ελευσίνια μυστήρια, μυστικές εορτές προς τιμήν της Δήμητρας που αρχικά απέβλεπαν στην καρποφορία του σιταριού. Η ιστορία όμως του σιταριού που κατά τη σπορά σκεπάζεται με χώμα για να βλαστήσει αργότερα πλούσιο στάχυ, έγινε το σύμβολο του θανάτου και της ζωής. Έτσι τα Ελευσίνια μυστήρια έγιναν μια παρήγορη αποκάλυψη σχετικά με τη μεταθανάτια μοίρα του ανθρώπου. Τις εορτές παρακολουθούσαν μόνο οι μυημένοι, οι οποίοι όμως δεν είχαν δικαίωμα να αποκαλύπτουν τίποτε.
δρόμος της Ψυχής: ο ποιητής εννοεί ότι αυτός ο δρόμος τον οδηγούσε στα άδυτα της ψυχής του, ήταν δηλαδή μια ώθηση για στοχασμό και περισυλλογή.
αβασκαντήρα: φυλαχτό για το μάτιασμα (περίαπτο).
ξόανο: πανάρχαιο ξύλινο άγαλμα που παράσταινε ανθρώπινο σώμα στις γενικές μόνο γραμμές του. Οι αρχαίοι λάτρευαν με μεγάλη ευλάβεια τα ξόανα, γιατί πίστευαν πως είχαν πέσει από τον ουρανό (διιπετή).
Δήμητρα: Θεά της γεωργίας, αλλά και της οικογένειας, της πολιτείας, της γέννας. Η λατρεία της αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στην Ελευσίνα, όπου κατά την παράδοση είχε φιλοξενηθεί από το βασιλιά Κελεό, όταν περιπλανιόταν εκεί αναζητώντας την κόρη της Περσεφόνη που την είχε αρπάξει ο Πλούτων.
Αλκμήνη: μυθ. μητέρα του Ηρακλή που υπέφερε κι αυτή από το τραγικό τέλος του παιδιού της. Όπως είναι γνωστό από τη Μυθολογία, ο Ηρακλής φορώντας το χιτώνα με το αίμα του κενταύρου Νέσσου καταλαμβάνεται από φριχτούς πόνους, ενώ στην προσπάθεια του να τον βγάλει ξεκολλάει μαζί και κομμάτια από το σώμα του. Μη μπορώντας να υποφέρει το μαρτύριο, ανάβει μια τεράστια φωτιά και ρίχνεται μέσα.
ορχιέμαι: χορεύω.
Μυημένη: εννοεί στα μυστήρια. Σε αρχαία κείμενα μακαρίζονται όσοι ήταν μυημένοι στα Ελευσίνια μυστήρια και προδιαγράφεται ζοφερή η μοίρα εκείνων που πεθαίνουν αμύητοι. Ο ποιητής ονομάζοντας την ψυχή του «μυημένη» εννοεί ότι έχει συλλάβει τα μεγάλα νοήματα της ζωής, έχει ταυτιστεί με τη «συνολική ψυχή του κόσμου» σε μια καθολική ενότητα.

pano

 



 

Ερωτήσεις

  1. Στίχοι 1-27: Να προσδιορίσετε α) το σκηνικό και τη σημασία που έχει για τον ποιητή, β) τη χρονική μετάθεση του ποιητή.
  2. Πώς βλέπει ο ποιητής α) το δρόμο, β) την πέτρα, γ) την αρκούδα και δ) το αρκουδάκι;
  3. Να επισημάνετε βασικά θέματα που θίγονται στο ποίημα προσέχοντας ιδιαίτερα τους στίχους 10-11, 26-27, 30-32,45, 61-65, 76-79, 93-96, 107.
  4. Το περιστατικό που αφηγείται ο ποιητής μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα «συμβολικό δρώμενο» ανάλογο με αυτά που τελούνταν στα Ελευσίνια μυστήρια, δηλαδή λειτουργεί ως «σημαίνον». Να διαβάσετε το εισαγωγικό σημείωμα και να συζητήσετε τους πιθανούς συμβολισμούς, δηλαδή τα πιθανά «σημαινόμενα» που μπορεί να πάρει το περιστατικό.
  5. Να συγκρίνετε την εικόνα στην αρχή του ποιήματος (στ. 1-6) με την εικόνα στο τέλος (στ. 97-102) και να βρείτε τις ομοιότητες και τις διαφορές.
  6. Ο ποιητής παρακολουθώντας ένα θλιβερό θέαμα το μετατρέπει σε αισιόδοξο όραμα και παρήγορο μήνυμα. Ποιο είναι αυτό;

 

Χ. Μίλλερ, «Πρώτες Εντυπώσεις από την Ελλάδα» (απόσπασμα για την Ελευσίνα]

Αρχαιολογικές Ξεναγήσεις. Τα Ελευσίνια Μυστήρια (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]

 


Χειρόγραφο του Άγγελου Σικελιανού

Χειρόγραφο του Άγγελου Σικελιανού


 

Άγγελος Σικελιανός (1884-1951)

Σικελιανός

Γεννήθηκε στη Λευκάδα, όπου και περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή, αλλά παράλληλα άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνία εγκαταλείποντας τις σπουδές. Το 1907 έγραψε το συνθετικό ποίημα Αλαφροΐσκιωτος με το οποίο καθιερώθηκε ως ποιητής. Το ίδιο έτος παντρεύτηκε με την Εύα Πάλμερ, Αμερικανίδα που λάτρευε την Αρχαία Ελλάδα. Μαζί θα δουλέψουν για την πραγμάτωση της Δελφικής Ιδέας, που ήταν μια προσπάθεια για την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος στους Δελφούς. Ο Σικελιανός είχε δική του άποψη για τη ζωή και δική του κοσμοθεωρία. Πίστευε σε μια σφαιρική ενότητα και καθολική σύνθεση του παντός και οραματιζόταν ένα γενικό θρησκευτικό μύθο, που να κλείνει μέσα του τη λατρεία της φύσης και της ζωής, τις πρωτογονικές μητριαρχικές θρησκείες, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, την ορφική διδασκαλία και τη χριστιανική συμβολική. Προς αυτή την ενοποιητική αρχή στράφηκε η ποίησή του, που διακρίνεται για την πηγαία έμπνευση και τη γνήσια λυρική πνοή, τη ρωμαλέα σύλληψη της φαντασίας, τον πλούτο και τη λάμψη της γλώσσας σε μια ποιητική έκφραση μεγαλόπρεπη και συχνά μεγαλόστομη. Τα Άπαντα του Σικελιανού σε επιμέλεια Γιώργου Σαββίδη περιλαμβάνουν έξι τόμους ποιήματα με τον τίτλο Λυρικός Βίος (Α' - Στ'), τρεις τόμους ποιητικό θέατρο (τραγωδίες) με τον τίτλο Θυμέλη και πέντε τόμους από τα πεζά του με τον τίτλο Πεζός Λόγος.

 

 Δελφικές Γιορτές 1927

Η Εύα Πάλμερ και ο Άγγελος Σικελιανός δέχονται συγχαρητήρια για τις Δελφικές γιορτές (1927), φωτ. Δημήτριος Γιάγκογλου [πηγή: Ε.Λ.Ι.Α.]

Εποχές και Συγγραφείς. Ο Άγγελος Σικελιανός όπως τον είδαμε (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]

Άγγελος Σικελιανός (βίντεο) [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση]

Παρασκήνιο. Η αναβίωση του αρχαίου δράματος. Δελφικές Γιορτές 1927 (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]  

 



 

1. Εργοβιογραφικά στοιχεία

Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε το 1884 στη Λευκάδα. Γράφτηκε στη Νομική, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, γιατί τον κέρδισε η θεατρική Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, όπου έπαιξε σε πολλές παραστάσεις. Παράλληλα, άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα σε περιοδικά. Το 1906 γνώρισε στο σπίτι της διάσημης χορεύτριας Ισιδώρας Ντάνκαν την Αμερικανίδα Εύα Πάλμερ. Αμέσως μετά ταξίδεψε στη Λιβύη, όπου έγραψε μέσα σε μια εβδομάδα τον Αλαφροΐσκιωτο, και έπειτα, όταν επέστρεψε, έφυγε με την Εύα για την Αμερική, παντρεύτηκαν και γύρισαν μετά από ένα χρόνο στη Λευκάδα. Πήρε μέρος εθελοντικά στους Βαλκανικούς πολέμους. Το 1914 γνώρισε τον Νίκο Καζαντζάκη, μαζί με τον οποίο ταξίδεψε στο Άγιο Όρος και σε όλη την Ελλάδα. Το 1922 συνέλαβε μαζί με την Εύα το σχέδιο των Δελφικών γιορτών, που πραγματοποιήθηκαν το 1927 και το 1930, με χρηματοδότηση της Εύας. Με τις γιορτές αυτές ο Σικελιανός οραματίστηκε την ίδρυση μιας παγκόσμιας πνευματικής αμφικτιονίας με κέντρο τον «ομφαλό της γης», τους Δελφούς, και με στόχο την παγκόσμια συναδέλφωση (Δελφική Ιδέα).

Το 1933 η Εύα ταξίδεψε στην Αμερική για να ζητήσει οικονομική ενίσχυση, αλλά δεν της δόθηκε άδεια επιστροφής στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα το ζευγάρι να χωρίσει και οι γιορτές να μην επαναληφθούν. Το 1939 ο Σικελιανός παντρεύτηκε την Άννα Καμπανάρη-Καραμάνη και το 1947 έγινε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Προτάθηκε τρεις φορές για το βραβείο Νόμπελ. Πέθανε στην Αθήνα το 1951 και τάφηκε στους Δελφούς. Στον ίδιο χώρο τάφηκε το 1952 και η Εύα Πάλμερ.

Ο Σικελιανός που οραματιζόταν έναν καθολικό θρησκευτικό μύθο, στον οποίο οι πρωτόγονες μητριαρχικές θρησκείες, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, ο ορφισμός και ο χριστιανισμός θα ενώνονταν δημιουργικά, συνέθεσε ένα ποιητικό έργο, βασικά γνωρίσματα του οποίου είναι ο έντονος λυρισμός, η φυσιολατρική διάθεση, η αίσθηση της νεότητας και του σφρίγους, ο διονυσιασμός και ο ερωτισμός. Ο λόγος του είναι μεγαλόστομος κι αρρενωπός. Τα ποιήματά του βρίσκονται σήμερα συγκεντρωμένα σε έξι τόμους με τίτλο Λυρικός Βίος. Περιλαμβάνουν τις ακόλουθες συλλογές: «Αλαφροΐσκιωτος», «Ραψωδίες του Ιονίου», «Δελφικός Ύμνος», «Επίνικοι Α'», «Νέκυια Α'», «Αφροδίτης Ουρανίας», «Πρόλογος στη Ζωή: Η Συνείδηση της Γης μου. Η Συνείδηση της Φυλής μου. Η Συνείδηση της Γυναίκας. Η Συνείδηση της Πίστης. Η Συνείδηση της Προσωπικής Δημιουργίας», «Μήτηρ Θεού», «Πάσχα των Ελλήνων», «Δελφικός Λόγος» κ.ά. Έγραψε επίσης και έξι τραγωδίες, που συγκεντρώθηκαν σε τρεις τόμους με τον γενικό τίτλο Θυμέλη («Ο Διθύραμβος του Ρόδου», «Σίβυλλα», «Ο Δαίδαλος στην Κρήτη», «Ο Χριστός στη Ρώμη» κ.ά.).

 

2. Η κριτική για το έργο του

«Ο Σικελιανός ανανεώνει την παράδοση, σπάζοντας απ' τον Αλαφροΐσκιωτο κιόλας —και αποφασιστικότερα με τον Πρόλογο στη ζωή— την ακαμψία του παραδοσιακού στίχου, ενώ ταυτόχρονα ξαναγυρίζει κάθε τόσο στα παλιά στροφικά, μετρικά και ομοιοκαταληκτικά συστήματα, μεταπηδώντας απ' τον ιαμβικό δεκαεξασύλλαβο, τον συνδυασμένο με επτασύλλαβο, στον ορθόδοξο δεκαπεντασύλλαβο με πλεχτή ομοιοκαταληξία, κι απ' το δεκαπεντασύλλαβο τετράστιχο στο ζευγαρωτό δεκαπεντασύλλαβο δίστιχο. Μα η ουσιαστικότερη ανανέωση έρχεται απ' την εσωτερική του πνοή και το περιεχόμενό του, από τη νέα όραση που αποκαλύπτει μαζί με τη νεότροπη, για την ώρα εκείνη, ρυθμική κίνηση του απελευθερωμένου στίχου του, καθώς συγχωνεύει μέσα του τον αρχαίο με το νέο Ελληνισμό και το φυσικό περιβάλλον του τόπου με την πνευματική μας παράδοση, βαθαίνοντας στις εθνικές ρίζες, ώσπου να συναντηθεί με το παγκόσμιο ανθρώπινο κύτταρο.

Κάτι ανάλογο, βέβαια, είχε κάνει νωρίτερα κι ο Παλαμάς, αλλά μέσα απ' το εργαστήρι του και κατά τρόπο λογοκρατικό και αδιάρρηκτα συνυφασμένο με την ιστορική του στιγμή, έτσι ώστε ο διεθνισμός του να μένει μόνιμα κλεισμένος στα σύνορα του εθνισμού του. Στον Σικελιανό, αντίθετα, τα πάντα συντελούνται μέσα στο μυστικό οργασμό της ελληνικής φύσης και με μια λυρική και μυστική έξαρση, που χαλαρώνει τα δεσμά της ως τότε λογοκρατικής αντίληψης για την ποίηση, δίχως να καταργεί τους λογικούς συνειρμούς, για ν' ακουστεί, άλλοτε βαρύβροντος κι άλλοτε σπηλαιώδης, ο προφητικός λόγος ή για να πάρει φτερά η λυρική του διάθεση. Η ποίησή του εκφράζει μια πληρότητα ζωής, χωρίς ποτέ να γίνεται διανοητική κι εγκεφαλική. Οραματικός και λυρικός, ο ποιητής κινείται σε ανοιχτούς πνευματικούς ορίζοντες, πέρα από φυλετικές διαφορές, διευρύνοντας τον εθνισμό του ως την παγκοσμιότητα, μολονότι δεν παύει παράλληλα να παρακολουθεί τις τύχες του έθνους. Η σύλληψη της Δελφικής Ιδέας κι οι προσπάθειες για την πραγματοποίησή της μας δίνουν το μέτρο του ιδεαλισμού του κι άλλο τόσο της ανεδαφικότητας του χαρακτήρα του [...].

Ο Σικελιανός δεν ανήκει στους ρομαντικούς με τη στενή σημασία του όρου, αλλά στους πλατύτερα μυστικούς. Ακόμα κι ο γεμάτος ζωικούς χυμούς ερωτισμός του προβάλλεται συχνά κι εκείνος με τη μορφή ενός μυστικού και τελετουργικού χαρακτήρα. Ο κόσμος του δεν είναι ο διχασμένος άνθρωπος των μεταχριστιανικών χρόνων. Απ' τον χριστιανισμό πήρε ό,τι για τους αρχαίους ήταν φρικτό: τον κάτω κόσμο, κι απ' τους αρχαίους ό,τι για τον μετα-χριστιανικό άνθρωπο είναι αγώνας και διχασμός: τη ζωή. Λυτρώθηκε έτσι απ' την αίσθηση του εφήμερου και τον τρόμο του θανάτου, για να χαρεί ανεμπόδιστα το δώρο της ύπαρξης, και δημιούργησε μια μυστική ενότητα, που του εξασφαλίζει τη σιγουριά και την ελπίδα μέσα σ' έναν κόσμο διχασμένο κι αμφιταλαντευόμενο, ταυτίζοντας τον Απόλλωνα με τον Διόνυσο και τον Διόνυσο με τον Ορφέα και το Χριστό.»

 

(Κ. Στεργιόπουλος, «Άγγελος Σικελιανός», Η Ελληνική Ποίηση. Η ανανεωμένη Παράδοση,
Σοκόλης, Αθήνα, 1980, σελ. 86-87)

 

«Τα πρώτα ποιήματα του Σικελιανού δείχνουν παράταιρες επιδράσεις: από τους ρομαντικούς, τους παρνασσικούς και τους συμβολιστές. από τη γερμανική μπαλάντα έως την αποσταγμένη σολωμική ποίηση. από τον Θεόκριτο έως το δημοτικό τραγούδι. [...]. Η απέραντη ευαισθησία του Σικελιανού αποτελεί την αφετηρία και τον όρο δημιουργίας του, δηλαδή μιας πνευματικής άσκησης που προσομοιάζει με την προσευχή ή την έκσταση. [...] Ο Σικελιανός εισπνέει την πραγματικότητα και την εκπνέει με τον ποιητικό λόγο. Τα ενδιάμεσα της λογικής έχουν εξουδετερωθεί από την απεριόριστη ευαισθησία του [...]. Ο λυρισμός που εκπροσωπεί ο Σικελιανός ισοδυναμεί με λύτρωση, παίδευση και μυσταγωγία.»

 

(Π. Πρεβελάκης, Σικελιανός, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα, 1990, σελ. 30-31, 50, 57)

 

«Ό,τι προέχει στην ποίηση του Σικελιανού είναι η "Ιδέα" ή, καλύτερα, η παν- ιδέα: η ιδέα του αναμορφωτή, η ιδέα του πνευματικού ταγού, η ιδέα του πανθεϊσμού, η ιδέα της ενότητας του κόσμου [...].

Το πραγματολογικό υλικό το αντλεί κυρίως από τη φύση, κι έπειτα από την αρχαιότητα, την Ορθοδοξία, και σε πολύ μικρό βαθμό από σύγχρονα ιστορικά γεγονότα (απελευθερωτικοί πόλεμοι). [...]

Στον τομέα των ιδεών, πέρα από τη Μεγάλη Ιδέα και τον εθνικισμό του, το πρώτο που παρατηρεί κανείς είναι ο έντονος ιδεαλισμός του ποιητή. Όλα τελικά τα ανάγει σε ιδέες, προπάντων όμως στην ιδέα του ύψους. Θα έλεγε κανείς πως έχει μόνιμη την τάση του ύψους, αν και δεν είναι καθόλου σαφής αυτή η έννοια του ύψους [...]. Πέρα πάντως από την αόριστη ιδέα του ύψους, θα πρέπει να του αναγνωριστούν τρεις βασικές ιδέες, που όσο κι αν σπερματικά απαντούν στον Παλαμά, δεν είχαν αναπτυχθεί νωρίτερα σε τέτοια έκταση και τόσο επίμονα. Είναι οι ιδέες της συναίρεσης του χρόνου, η ιδέα της συναίρεσης των θεών και η ιδέα της συναίρεσης της ύλης με το πνεύμα. Η τωρινή στιγμή είναι για τον ποιητή, αν μπορώ να το πω έτσι, στιγμή παν-χρονική. Με την έννοια ότι συναιρεί μέσα της όλο το πριν με το τώρα. [...]

Η συναίρεση των θεών, μια ιδέα θα 'λεγε κανείς πανθεϊστική, έχει τη σημασία της θεϊκής μεταμόρφωσης μέσα στους αιώνες. Μιας μεταμόρφωσης η οποία δεν παύει να ανταποκρίνεται στις ίδιες ουσιαστικές ιδιότητες. Έτσι ο Άδωνης ταυτίζεται, στο ποίημα "Στ' Όσιου Λουκά το μοναστήρι", με τον Χριστό [...]. Η πανθεϊστική αντίληψη του ποιητή αποτελεί κοινό τόπο μέσα στα κείμενά του. Η άλλη ιδέα αφορά, όπως έχω πει, τη συναίρεση ύλης και πνεύματος. [...]

Πώς όμως μιλάει για το ποιητικό του αντικείμενο; Πρώτα πρώτα έντονα ρητορικά. Το ποιητικό εγώ εκφέρει τον λόγο του σε ανοιχτό χώρο, από εξώστη, και με μεγάλη ένταση φωνής. Ουσιαστικά κραυγάζει μ' όλη του τη δύναμη. [...] Δεν έχουμε λόγο εις εαυτόν, αλλά λόγο προς τον άλλο και τους άλλους. Ακόμα κι όταν γίνεται αναφορά σε εσωτερικά δεδομένα, γίνεται με τη μορφή αναγγελίας. Πάντα προς τα έξω. Στο πλαίσιο αυτής της εξωστρέφειας υπάρχει βέβαια και αρκετή δόση επίδειξης και ναρκισσισμού. [...] Κι είναι αλήθεια πως κανένας άλλος Νεοέλληνας ποιητής, αν εξαιρέσουμε τον Καζαντζάκη, δεν έδειξε μια τόσο εγωμανή ατομικότητα. [...]

Κοιτάζοντας τώρα συνολικότερα το πρόβλημα της έκφρασης στον Σικελιανό, έχουμε το περιθώριο, σε μια εποπτική θεώρηση των κειμένων, να κάνουμε τις επόμενες παρατηρήσεις.

α) Ο ποιητικός λόγος παρουσιάζει μορφή δήλωσης και είναι εκφραστικά ατελέσφορος, όταν αφορά εσωτερικές καταστάσεις του ποιητικού εγώ.

β) Γενικά η εσωτερική ζωή του ποιητικού εγώ δεν εκφράζεται ευθέως με άρτιο τρόπο. Αν και έχουμε, σχεδόν μόνιμα, λόγο σε πρώτο πρόσωπο, δεν έχουμε αντίστοιχες άμεσες αναφορές στον εσωτερικό του κόσμο δοσμένες με εκφραστική επάρκεια.

γ) Αντίθετα έχουμε πληθώρα εύστοχων περιγραφών του εξωτερικού φυσικού κόσμου.

δ) Μολαταύτα η ποίηση του Σικελιανού στην πλειονότητα της, ως πρόθεση τουλάχιστο, έχει στόχο το εσωτερικό εγώ του.»

 

(Γ. Αράγης, Η μεταβατική περίοδος της ελλαδικής ποίησης. Η σταδιακή της εξέλιξη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έως το 1930,
Σοκόλης, Αθήνα, 2006, σελ. 261-275)

 

«Σ' αυτή την φοβερήν έκπτωση έφερε τον άνθρωπο η απάρνηση της Θεάς-Μάνας, της Μητέρας-Γης, της κοσμογονικής και κοσμοσυνεκτικής αρχής της μητρότητας, και η αφροσύνη του να αλυσοδέσει και να κάνει παίγνιο των ευτελών του ορέξεων αυτή την αγνή κ' ευεργετική θεότητα της αγάπης, της στοργής και του ελέους. Στο θαυμάσιο ποίημά του "Ιερά Οδός" εκφράζει ο Σικελιανός όλο τον πόνο του για το σπαραχτικό τούτο θέαμα. Στον δρόμο, καθώς πορεύεται προς την ιερή Ελευσίνα, κάθισε για μια στιγμή ν' αναπαυτεί και να στοχαστεί ο ποιητής. Αίφνης τον πλησιάζει ένας Ατσίγγανος, που έσερνε πίσω του αλυσοδεμένες δυο αργοβάδιστες αρκούδες. Χτυπά το ντέφι και τις τραβάει με τη βία να χορέψουν [...] Δεν υπάρχει σωτηρία από τούτο τον χαμό; Δούλος της αμείλιχτης μοίρας του είναι ο άνθρωπος του καιρού μας, προορισμένος να πάει στον όλεθρο; Αντίθετα προς τους άλλους, τους σκοτεινούς προφήτες του θανάτου, ο Σικελιανός πιστεύει, πιστεύει ακράδαντα στη σωτηρία. Και η πίστη του αυτή είναι που κάνει πιο υποβλητικό το κήρυγμά του [...].

Πώς θάρθει; [...] Χρειάζεται πρώτα "η κυκλική εκτίμηση της όλης Ιστορίας", κ' έπειτα "η καθαρή παράσταση μιας βάσης, οσοσδήποτε μικρής", που θα συμβολίζει τη λαχτάρα και την ορμή προς την καθολική ενότητα: τη συμφιλίωση του ανθρώπου με τη γη, την ένωσή του με τη Φύση, τη διαλλαγή του με τους αιώνιους νόμους της ζωής, την αδέλφωσή του με τους άλλους ανθρώπους, την εναρμόνιση σώματος και ψυχής, ιστορίας και πνεύματος, με λίγες λέξεις: "θα συμβολίζει την υψηλή κορυφή όπου τα πολλά γίνονται Ένα".»

 

(Ε. Π. Παπανούτσος, Παλαμάς, Καβάφης, Σικελιανός,
Ίκαρος, Αθήνα, 1977, σελ. 264-267)

 

«Είπε ο Malik ο γιος του Dinar: "Περνούσε ο Ιησούς (ο Θεός να τον ελεεί!) μαζί με τους αποστόλους πλάι από το ψοφίμι ενός σκύλου που ήδη βρωμούσε. Είπαν οι απόστολοι: Τι φοβερή οσμή αναδίνει ετούτο το σκυλί! Εκείνος απάντησε (ο Θεός να τον ευλογεί και να τον ελεεί!): Πόσο εξαίσια λάμπουν τα δόντια του!"

Από αυτό το χωρίο του Αλ Γαζαλί θα αντλήσει το θέμα ενός ποιήματός του ο Πέρσης ποιητής Νιζαμί (1141-1209). [...] Το ποίημα αυτό του Νιζαμί παραθέτει ο Γκαίτε στις Σημειώσεις και παρατηρήσεις για το Διβάνι. Και ο Σικελιανός από πού αντλεί τον ποιητικό μύθο του "Άγραφου"; Χωρίς αμφιβολία η πρώτη και κύρια πηγή του είναι το Διβάνι του Γκαίτε. Προς απόδειξιν αρκεί, νομίζω, το γεγονός ότι ο Σικελιανός παραλείπει από το ποίημα του Νιζαμί ό,τι ακριβώς παραλείπει και ο Γκαίτε από αυτό [...].

Όσο βέβαιο είναι ότι η κύρια πηγή του Σικελιανού για το "Άγραφον" είναι το Διβάνι του Γκαίτε, άλλο τόσο είναι βέβαιο πως δεν έμεινε μόνο σε αυτό. Προσωπικά, δεν νομίζω ότι διακινδυνεύουμε πολύ αν υποθέσουμε πως ο Σικελιανός είχε λάβει γνώση, πριν γράψει το "Άγραφον", του κειμένου του Αλ Γαζαλί που παραθέσαμε παραπάνω. Στο ποίημά του ο Νιζαμί κάνει λόγο για μια τυχαία ομάδα περαστικών με τους οποίους συζητάει ο Χριστός, ενώ ο Αλ Γαζαλί παρουσιάζει τον Χριστό να περπατάει με τους μαθητές του και να συνομιλεί μαζί τους για εκείνο το ψοφίμι, όπως ακριβώς κάνει και ο ποιητής του "Άγραφου"[...]. Δεν ήταν ανάγκη να έχει διαβάσει ο Σικελιανός το Περί της αναγεννήσεως των θρησκευτικών επιστημών του Αλ Γαζαλί για να βρει την εν λόγω διήγηση για τον Χριστό [...]. Θα μπορούσε να τη βρει σε προσιτότερες συλλογές άγραφων του Χριστού. Αν ο Σικελιανός είχε μείνει μόνο στο ποίημα του Νιζαμί, όπως παρατίθεται από τον Γκαίτε, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να τιτλοφορήσει το δικό του ποίημα "Άγραφον".»

 

(Στ. Ζουμπουλάκης, «"Άγραφον". Μικρό φιλολογικό σχόλιο για τις πηγές του ποιήματος»,
Νέα Εστία
, τεύχος 1740, 2001, σελ. 968-970)

 

3. Τα κείμενα

δ. Ιερά οδός

Διδακτικές επισημάνσεις

• Κατά τη διδασκαλία να αναδειχθεί η νοηματική πυκνότητα του ποιήματος, ο υπερβατικός συμβολισμός του, η έξοχη σκηνογραφία, η πλούσια, καλοδουλεμένη γλώσσα του Σικελιανού κ.ά. Ιδιαίτερα, να προσεχθεί η επιβλητική εικόνα του ήλιου με την οποία αρχίζει το ποίημα και η επενέργειά της στην ψυχική διάθεση του ποιητή, την οποία μεταμορφώνει. Επίσης:

• Η περιγραφή και ο συμβολισμός της Ιεράς οδού, που γίνεται για τον αφηγητή «σα δρόμος της Ψυχής».

•Ο οραματισμός του αφηγητή: η εμφάνιση του Τσιγγάνου με τις δυο αλυσοδεμένες αρκούδες και το «συμβολικό δρώμενο» που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του.

• Ο συμβολισμός των δύο αρκούδων και του Γύφτου. Ειδικότερα να συζητηθεί η παρομοίωση της μεγάλης αρκούδας με «προαιώνιο ξόανο Μεγάλης Θεάς, της αιώνιας Μάνας» και ο συγκρητισμός ειδωλολατρίας (Δήμητρα, Αλκμήνη) και χριστιανισμού (Παναγία). Να αναδειχθεί η αντίδραση της αρκούδας μπροστά στο μαρτύριο του παιδιού της και ο τρόπος με τον οποίο την αντιμετωπίζει ο ποιητής-αφηγητής, σαν «μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου/του κόσμου, τωρινού και περασμένου,/μαρτυρικό τεράστιο σύμβολο όλου/του πόνου του πανάρχαιου».

• Να συσχετιστεί η τελική εικόνα με την αρχική και να φανεί η αλλαγή της ψυχικής διάθεσης του ποιητή-αφηγητή.

• Να ερμηνευθούν οι στίχοι 93-96 και να συζητηθεί το ελπιδοφόρο μήνυμα του ποιητή στον τελευταίο στίχο.

 

4. Ενδεικτική βιβλιογραφία

Αράγης Γ., Η μεταβατική περίοδος της ελλαδικής ποίησης, Σοκόλης, Αθήνα, 2006. Αυγέρης Μ., Σικελιανός, Θεμέλιο, Αθήνα, 1966.

Δημαράς Κ. Θ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθήνα, 1965.

Δημόπουλος Τ., Σικελιανός ο ορφικός, Ίκαρος, Αθήνα, 1981.

Ξύδης Θ., Άγγελος Σικελιανός, Ίκαρος, Αθήνα, 1973.

Παπανούτσος Ε. Π., Παλαμάς-Καβάφης-Σικελιανός, Ίκαρος, Αθήνα, 1977.

Πολίτης Λ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα, 91998.

Πρεβελάκης Π., Σικελιανός, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1990.

Στεργιόπουλος Κ., «Άγγελος Σικελιανός», Η Ελληνική Ποίηση. Η ανανεωμένη Παράδοση, Σοκόλης, Αθήνα, 1980. Στέφος Α., «Άγγελος Σικελιανός: σαράντα χρόνια από το θάνατό του», Λόγος και Πράξη, τ. 45, Ιούνιος-Αύγουστος 1992, σσ. 54-60.

Φράγκου-Κικίλια P., Πέντε μελετήματα για τον Άγγελο Σικελιανό, Φιλιππότης, Αθήνα, 1997.

 

Αφιερώματα

Τετράδια Ευθύνης, «Κότινος στον Άγγελο Σικελιανό», τεύχος 11, 1980.

Νέα Εστία, τεύχος 1740, Δεκέμβριος 2001.

 

pano

 


Άγγελος Σικελιανός
Βιογραφία, Έργα, Συμφραστικός πίνακας, στις Ψηφίδες Άγγ. Σικελιανός, Ψηφίδες
ΕΚΕΒΙ Άγγ. Σικελιανός, ΕΚΕΒΙ
Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού Άγγ. Σικελιανός, ΣΝΕΛ
στη Βικιπαίδεια Άγγ. Σικελιανός, Βικιπαίδεια
Άγγελος Σικελιανός (βίντεο) [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση] Άγγελος Σικελιανός (βίντεο) [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση]

Βιογραφικό δεσμός, desmos

pano

 


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;

Το ποιητικό υποκείμενο είναι...

 

Σε ποιον απευθύνεται;

Απευθύνεται...

 

Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό

Τα ρήματα βρίσκονται...

 

Ποιος είναι ο χώρος;

Ο χώρος του ποιήματος είναι...

 

Ποιος είναι ο χρόνος;

Ο χρόνος του ποιήματος είναι...

 

Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;

Οι εικόνες του ποιήματος είναι...

 

Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)

Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...

 

Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)

Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...

 

Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;

Ο ποιητής....

 

Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)

Το ποίημα είναι γραμμένο σε...

 

Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;

Τα συναισθήματα...

 

pano