224 Α' Β' Γ' Ερ Βιο

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α' Λυκείου

Διονύσιος Σολωμός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι



Επτανησιακή Σχολή 224

Διονύσιος Σολωμός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι

 

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι είναι από τα κορυφαία έργα του Σολωμού και της νεοελληνικής ποίησης γενικότερα. Μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι το έργο ζωής του Σολωμού, αφού, όπως φαίνεται, τον απασχόλησε σε όλη τη διάρκεια της ώριμης ποιητικής του περιόδου.

Θέμα του είναι ο ηρωικός αγώνας των Μεσολογγιτών κατά τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-1826) ως την απεγνωσμένη έξοδο, την παραμονή των Βαΐων. Ο ποιητής ξεκινώντας από το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός ανάγεται στον αγώνα του ανθρώπου για την ηθική, την εσωτερική του ελευθερία. Το έργο όμως ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και έφτασε σ' εμάς σε χειρόγραφα «αποσπάσματα» συγκροτημένα σε τρία Σχεδιάσματα [1] που το καθένα τους αντιπροσωπεύει όχι μονάχα διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη. Το αρχικό σχεδίασμα, «συνθεμένο εις είδος προφητικού θρήνου εις το πέσιμο του Μεσολογγίου», πρέπει να γράφτηκε γύρω στα 1830. Παρουσιάζει στενή σχέση με το 5ο κεφ. της Γυναίκας της Ζάκυθος. Το Β' Σχεδίασμα, σε στίχους δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους ζευγαρωτούς, «εις το οποίον εικονίζοντο τα παθήματα των γενναίων αγωνιστάδων εις τες υστερινές ημέρες της πολιορκίας έως οπού έκαμαν το γιουρούσι», το δούλευε ο ποιητής από το 1833 ως το 1844, οπότε αρχίζει να το ξαναπλάθει σε νέα μορφή (Γ' Σχεδίασμα), σε στίχους λιτούς, χωρίς ομοιοκαταληξίες, αλλά αρμονικότατους.

Πριν από τα τρία Σχεδιάσματα παραθέτουμε Στοχασμούς του ποιητή (δηλαδή σημειώσεις του για τις βασικές αρχές που θ' ακολουθούσε κατά τη σύνθεση).

Σ' αυτούς θα βρούμε τις βασικές ποιητικές ιδέες του έργου και στοιχεία που φωτίζουν αρκετά σημεία του. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ανάμεσα στα αποσπάσματα δεν υπάρχει πάντα αλληλουχία (χρονική, θεματική ή νοηματική), αλλά τα περισσότερα έχουν μια αυτοτέλεια. Τα χωρία σε πεζό ανήκουν στον ποιητή, ενώ οι παρέμβλητες διευκρινιστικές σημειώσεις (με πλάγια στοιχεία) είναι του Πολυλά.

Βασικό κείμενο για την κατανόηση του σολωμικού έργου είναι τα Προλεγόμενα του Ιάκωβου Πολυλά (στην έκδοση των Ευρισκομένων). Μιλώντας ειδικά για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους ο Πολυλάς λέει ότι η ηθική ελευθερία είναι το πιο οχυρό καταφύγιο της ανθρώπινης ψυχής που πολιορκείται από τη φυσική βία. Ο άνθρωπος που συνειδητοποιεί την αυτονομία του απέναντι στις φυσικές δυνάμεις οδηγείται στη δράση και από τη σύγκρουση αυτή γεννιούνται οι υψηλές πράξεις. Στο ποίημα έπρεπε να φανεί ακέραιος ο άνθρωπος· το ύψος της ψυχής του και συνάμα τα φυσικά αισθήματα (έρωτας, μητρική αγάπη, ενθουσιασμός της δόξας, φιλοζωία, έρωτας προς τα κάλλη της φύσης) σε όλη τους τη σφοδρότητα, την ώρα που τα σκεπάζει η σκιά του θανάτου. Και συγχρόνως αυτή η υπεροχή του πνεύματος μπροστά στη βία έπρεπε να φανεί και στον ανδρικό και στο γυναικείο χαρακτήρα.

Στην ουράνια γαλήνη, όπου υψώνει ο Σολωμός τους Πολιορκημένους, έτσι που «όλα τους τα έργα τα λόγια και οι στοχασμοί να παρομοιάζονται με το ωραιότερο και τερπνότερο γέννημα της φύσης» (Σχεδ. Γ', απόσπ. 2, στ. 1-3) αντιπαρατάσσεται η άγρια ζωική δύναμη του βαρβάρου που περιπαίζει την αδυναμία τους (Σχεδ. Β', απόσπ. 3), αλλά τελικά, ταπεινωμένος, αδημονεί που δεν μπορεί να τους καταβάλει. Έτσι οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι θριαμβεύουν και μέσα στην ψυχή των εχθρών τους.

 

δεσμός Δ. Σολωμός, «Τα ευρισκόμενα» (η έκδοση του 1859 σε ψηφιακή μορφή) [πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κρήτης]

 


Στοχασμοί του ποιητή
(Επιλογή)

1. Εφάρμοσε εις την πνευματική μορφή την ιστορία του φυτού, το οποίον αρχινάει από το σπόρο και γυρίζει εις αυτόν, αφού περιέλθει, ως βαθμούς ξετυλιγμού, όλες τες φυτικές μορφές, δηλαδή τη ρίζα, τον κορμό, τα φύλλα, τ' άνθη και τους καρπούς. Εφάρμοσέ την και σκέψου βαθιά την υπόσταση του υποκειμένου και τη μορφή της τέχνης. Πρόσεξε ώστε τούτο το έργο να γένεται δίχως ποσώς να διακόπτεται.

2. Σκέψου βαθιά και σταθερά (μία φορά για πάντα) τη φύση της Ιδέας, πριν πραγματοποιήσεις το ποίημα. Εις αυτό θα ενσαρκωθεί το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης, η Πατρίδα και η Πίστις.

3. Ο θεμελιώδης ρυθμός ας στυλωθεί εις το κέντρο της Εθνικότητος και ας υψώνεται κάθετα, ενώ το νόημα, από το οποίο πηγάζει η Ποίηση, και το οποίο αυτή υπηρετεί, απλώνει βαθμηδόν τους κύκλους του.

4. Εις το ποίημα του Χρέους2 μακρινή πρέπει να είναι η φριχτή αγωνία μέσα εις τη δυστυχία και εις τους πόνους, όπως εκείθε φανερωθεί απείραχτη και άγια η διανοητική και ηθική Παράδεισος.

5. Κοίταξε να σχηματίσεις βαθμηδόν ωσάν μίαν αναβάθρα από δυσκολίες, τες οποίες θα υπερβούν εκείνοι οι Μεγάλοι, με όσα οι αίσθησες απορουφούν από τα εξωτερικά, τα οποία ή τους τραβούν με τα κάλλη τους ή τους βιάζουν με την ανάγκη και με τον πόνο, έως εις τη βεβαιότητα του θανάτου, αλλά εξαιρέτως με την ενθύμηση της περασμένης δόξας. Όλα αυτά, όσο μεγαλύτερα είναι και πλέον διάφορα, εις τόσο υψηλότερο στυλοπόδι σταίνουν την Ελευθερία, μεστήν από το Χρέος, δηλαδή απ' όσα περιέχει η Ηθική, η Θρησκεία, η Πατρίδα, η Πολιτική κ.ά.

6. Κάμε ώστε ο μικρός Κύκλος, μέσα εις τον οποίον κινιέται η πολιορκημένη πόλη, να ξεσκεπάζει εις την ατμόσφαιρα του τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ελλάδας, για την υλική θέση, οπού αξίζει τόσο για εκείνους οπού θέλουν να τη βαστάξουν, όσο για εκείνους οπού θέλουν να την αρπάξουν, - και για την ηθική θέση, τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητας. Τοιουτοτρόπως η υπόθεση δένεται με το παγκόσμιο σύστημα. - Ιδές τον Προμηθέα και εν γένει τα συγγράμματα του Αισχύλου. - Ας φανεί καθαρά η μικρότης του τόπου και ο σιδερένιος και ασύντριφτος κύκλος οπού την έχει κλεισμένη. Τοιουτοτρόπως από τη μικρότητα του τόπου, ο οποίος παλεύει με μεγάλες ενάντιες δύναμες, θέλει έβγουν οι Μεγάλες Ουσίες.

7. Μείνε σταθερός εις τούτη την υψηλή θέση. Η θλίψη τους στέκεται εις το να θυμούνται την ευτυχισμένην κατάστασή τους, όθεν έπρεπε να βλαστήσει το καλό της πατρίδας. Τώρα αισθάνονται ότι θα χάσουν τα πάντα· το αισθάνονται βαθμηδόν, και επομένως ολικώς. Η πείνα δεν μπαίνει εις αυτόν τον κύκλον, ειμημόνον ως εξωτερική δύναμη, την οποίαν υπερνικούν καθώς όλες τες άλλες.

8. Σκέψου την ισοζυγία των δυνάμεων, μεταξύ ανδρών και γυναικών. Εκείνοι ας αισθάνονται όλα, και ας νικάνε όλα, με την ουσίαν έξυπνη· τούτες ας νικάνε και αυτές, αλλ' ωσάν γυναίκες.

 

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Α'Α
1

Τότες εταραχτήκανε τα σωθικά μου και έλεγα πως ήρθε ώρα να ξεψυχήσω· κι ευρέθηκα σε σκοτεινό τόπο και βροντερό, που εσκιρτούσε σαν κλωνί στάρι στο μύλο που αλέθει ογλήγορα, ωσάν το χόχλο στο νερό που αναβράζει· ετότες εκατάλαβα πως εκείνο ήτανε το Μεσολόγγι· αλλά δεν έβλεπα μήτε το κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τη λίμνη, μήτε τη θάλασσα, μήτε τη γη που επάτουνα, μήτε τον ουρανό· εκατασκέπαζε όλα τα πάντα μαυρίλα και πίσσα, γιομάτη λάμψη, βροντή και αστροπελέκι· και ύψωσα τα χέρια μου και τα μάτια μου να κάμω δέηση, και ιδού μες στην καπνίλα μία μεγάλη γυναίκα με φόρεμα μαύρο σαν του λαγού το αίμα, όπου η σπίθα έγγιζε κι εσβενότουνε· και με φωνή που μου εφαίνονταν πως νικάει την ταραχή του πολέμου άρχισε:

  1
  «Το χάραμα επήρα
Του Ήλιου το δρόμο,
Κρεμώντας τη λύρα
Τη δίκαιη στον ώμο
Κι απ' όπου χαράζει
Ως όπου βυθά,
 Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι
  2
 Παράμερα στέκει
Ο άντρας και κλαίει·
Αργά το τουφέκι
Σηκώνει και λέει:
«Σε τούτο το χέρι
Τι κάνεις εσύ;
Ο εχθρός μου το ξέρει
Πως μου είσαι βαρύ.»

Της μάνας ω λαύρα!
Τα τέκνα τριγύρου
Φθαρμένα και μαύρα
Σαν ίσκιους ονείρου·
Λαλεί το πουλάκι
Στου πόνου τη γη
Και βρίσκει σπυράκι
Και μάνα φθονεί  
 3
 Γρικούν να ταράζει
Του εχθρού τον αέρα
Μιαν άλλη, που μοιάζει
Τ' αντίλαλου πέρα·
Και ξάφνου πετιέται
Με τρόμου λαλιά·
Πολληώρα γρικιέται, 
Κι ο κόσμος βροντά.
  4
  Αμέριμνον όντας
Τ' Αράπη το στόμα
Σφυρίζει, περνώντας
Στου Μάρκου το χώμα·
Διαβαίνει, κι αγάλι
Ξαπλώνετ' εκεί
Που εβγήκ' η μεγάλη
Του Μπάιρον ψυχή.
  5
  Προβαίνει και κράζει
Τα έθνη σκιασμένα.
  6
  Και ω πείνα και φρίκη!
Δε σκούζει σκυλί!
  7
  Και η μέρα προβαίνει,
Τα νέφια συντρίβει·
Να, η νύχτα που βγαίνει
Κι αστέρι δεν κρύβει.

 


1. Οι Στοχασμοί και τα πεζά των Ελεύθερων Πολιορκημένων γράφτηκαν ιταλικά (εκτός από τα πεζά του Α' Σχεδιάσματος) και μεταφράστηκαν από τον Πολυλά.
υποκείμενο: (εδώ): το θέμα.
2. Άλλη επιγραφή, την οποίαν ήθελε κατ' αρχάς να βάλει εις το ποίημα (Σημ. I. Πολ.).
αναβάθρα: κλίμακα.
στυλοπόδι: βάθρο.
ειμημόνον: παρά μόνο.
έξυπνη ουσία: άγρυπνη συνείδηση.
γυναίκα: Ο Πολυλάς τη χαρακτηρίζει ως«θεόπνευστη ψάλτρα».
αλωνάκι: εννοεί το Μεσολόγγι.
λαύρα: φωτιά· μτφ. πόνος, δυστυχία.
μάνα: η μάνα (υποκειμ. στο φθονεί).
μιαν άλλη: σάλπιγγα. Για την κατανόηση του αποσπ. 3 κοίταξε το 3ο απ. στο Β' Σχεδίασμα.
Αράπης: οι Άραβες (Αιγύπτιοι) που όπως ξέρουμε πήραν μέρος στη δεύτερη φάση της πολιορκίας του Μεσολογγίου (υπό τον Ιμπραήμ).
Μάρκου: του Μπότσαρη.


Β'

 ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Β'
1
 
  Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·1
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ' έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μου 'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει».
 
2
 
Το Μεσολόγγι έπεσε την άνοιξη· ο ποιητής παρασταίνει τη Φύση, εις τη στιγμή που είναι ωραιότερη, ως μία δύναμη, η οποία, με όλα τ' άλλα και υλικά και ηθικά ενάντια, προσπαθεί να δειλιάσει τους πολιορκημένους· ιδού οι Στοχασμοί του ποιητή:


Η ζωή που ανασταίνεται με όλες της τες χαρές, αναβρύζοντας ολούθε, νέα, λαχταριστή, περιχυνόμενη εις όλα τα όντα· η ζωή ακέραιη, απ' όλα της φύσης τα μέρη, θέλει να καταβάλει την ανθρώπινη ψυχή· θάλασσα, γη, ουρανός, συγχωνευμένα, επιφάνεια και βάθος συγχωνευμένα, τα οποία πάλι πολιορκούν την ανθρώπινη φύση στην επιφάνεια και εις το βάθος της.

Η ωραιότης της φύσης, που τους περιτριγυρίζει, αυξαίνει εις τους εχθρούς την ανυπομονησία να πάρουν τη χαριτωμένη γη, και εις τους πολιορκημένους τον πόνο ότι θα τη χάσουν.

 

Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι όσ' άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ' άρματα σε κλειούνε.

Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
Κι ολόλευκο εσύσμιξε με τ' ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ' έφθασε μ' ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ' ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι·
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει·
 Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.

Τρέμ' η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της.

 
3
 
Ενώ ακούεται το μαγευτικό τραγούδι της άνοιξης, οπού κινδυνεύει να ξυπνήσει εις τους πολιορκημένους την αγάπη της ζωής τόσον, ώστε να ολιγοστέψει η αντρεία τους, ένας των Ελλήνων πολεμάρχων σαλπίζει κράζοντας τους άλλους εις συμβούλιο, και η σβησμένη κλαγγή, οπού βγαίνει μέσ' από το αδυνατισμένο στήθος του, φθάνοντας εις το εχθρικό στρατόπεδο παρακινεί έναν Αράπη να κάμει ό,τι περιγράφουν οι στίχοι 4-12.
 
«Σάλπιγγα, κόψ' του τραγουδιού τα μάγια με βία,
 Γυναικός, γέροντος, παιδιού, μη κόψουν την αντρεία».

Χαμένη, αλίμονον! κι οκνή τη σάλπιγγα γρικάει·
Αλλά πώς φθάνει στον εχθρό και κάθ' ηχώ ξυπνάει;
Γέλιο στο σκόρπιο στράτευμα σφοδρό γεννοβολιέται,
Κι η περιπαίχτρα σάλπιγγα μεσουρανίς πετιέται·
Και με χαρούμενη πνοή το στήθος το χορτάτο,
Τ' αράθυμο, το δυνατό, κι όλο ψυχές γιομάτο,
Βαρώντας γύρου ολόγυρα, ολόγυρα και πέρα,

Τον όμορφο τρικύμισε και ξάστερον αέρα·
Τέλος μακριά σέρνει λαλιά, σαν το πεσούμεν' άστρο,
Τρανή λαλιά, τρόμου λαλιά, ρητή κατά το κάστρο.
 
4
 
Μόλις έπαυσε το σάλπισμα ο Αράπης, μία μυριόφωνη βοή ακούεται εις το εχθρικό στρατόπεδο, και η βίγλα του κάστρου, αχνή σαν το χάρο, λέει των Ελλήνων: «Μπαίνει ο εχθρικός στόλος». Το πυκνό δάσος έμεινε ακίνητο εις τα νερά, όπου η ελπίδα απάντεχε να ιδεί τα φιλικά καράβια. Τότε ο εχθρός εξανανέωσε την κραυγή, και εις αυτήν αντιβόησαν οι νεόφθαστοι μέσ' από τα καράβια. Μετά ταύτα μία ακατάπαυτη βροντή έκανε τον αέρα να τρέμει πολλή ώρα, και εις αυτή την τρικυμία.
  Η μαύρη γη σκιρτά ως χοχλό μες στο νερό που βράζει.

- Έως εκείνη τη στιγμή οι πολιορκημένοι είχαν υπομείνει πολλούς αγώνες με κάποιαν ελπίδα να φθάσει ο φιλικός στόλος και να συντρίψει ίσως τον σιδερένιο κύκλο οπού τους περιζώνει· τώρα οπού έχασαν κάθε ελπίδα, και ο εχθρός τούς τάζει να τους χαρίσει τη ζωή αν αλλαξοπιστήσουν, η υστερινή τους αντίσταση τους αποδείχνει Μάρτυρες.
 
5
 
  ............Στην πεισμωμένη μάχη
Σφόδρα σκιρτούν μακριά πολύ τα πέλαγα κι οι βράχοι,
Και τα γλυκοχαράματα, και μες στα μεσημέρια,
Κι όταν θολώσουν τα νερά, κι όταν εβγούν τ' αστέρια.
Φοβούνται γύρου τα νησιά, παρακαλούν και κλαίνε,
Κι οι ξένοι ναύκληροι μακριά πικραίνονται και λένε:
«Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, σπαθί Τουρκιάς μολύβι,
Πέλαγο μέγα βράζ, ο εχθρός προς το φτωχό καλύβι».
 
6
 
Ένας πολέμαρχος ξάφνου απομακραίνεται από τον κύκλο, όπου είναι συναγμένοι εις συμβούλιο για το γιουρούσι, γιατί τον επλάκωσε η ενθύμηση, τρομερή εις εκείνη την ώρα της άκρας δυστυχίας, ότι εις εκείνο το ίδιο μέρος, εις τες λαμπρές ημέρες της νίκης, είχε πέσει κοπιασμένος από τον πολεμικόν αγώνα, και αυτού επρωτάκουσε, από τα χείλη της αγαπημένης του, τον αντίλαλο της δόξας του, η οποία έως τότε είχε μείνει άγνωστη εις την απλή και ταπεινή ψυχή του.
 
Μακριά απ' όπ' ήτα, αντίστροφος κι ακίνητος εστήθη·
Μόνε σφοδρά βροντοκοπούν τ' αρματωμένα στήθη·
«Εκεί 'ρθε το χρυσότερο από τα ονείρατά μου·
 Με τ' άρματ' όλα βρόντησα τυφλός του κόπου χάμου.
Φωνή 'πε: - Ο δρόμος σου γλυκός και μοσχοβολισμένος·
 Στην κεφαλή σου κρέμεται ο ήλιος μαγεμένος·
Παλικαρά και μορφονιέ, γεια σου, Καλέ, χαρά σου!
Άκου! νησιά, στεριές της γης, εμάθαν τ' όνομά σου. —
Τούτος, αχ! που 'ν' ο δοξαστός κι η θεϊκιά θωριά του;
Η αγκάλη μ' έτρεμ' ανοιχτή κατά τα γόνατά του.
Έριξε χάμου τα χαρτιά με τς είδησες του κόσμου
Η κορασιά τρεμάμενη.........
Χαρά της έσβηε τη φωνή που 'ν' τώρα αποσβησμένη·
Άμε, χρυσ' όνειρο, και συ με τη σαβανωμένη.
Εδώ 'ναι χρεία να κατεβώ, να σφίξω το σπαθί μου,
Πριν όλοι χάσουν τη ζωή, κι εγ' όλη την πνοή μου·
Τα λίγα απομεινάρια της πείνας και τς αντρείας,
.............................................................
Γκόλφι να τα 'χω στο πλευρό και να τα βγάλω πέρα
Που μ' έκραξαν μ' απαντοχή, φίλο, αδελφό, πατέρα·
Δρόμ' αστραφτά να σχίσω τους σ' εχθρούς καλά θρεμμένους,
Σ' εχθρούς πολλούς, πολλ' άξιους, πολλά φαρμακωμένους·
Να μείνεις, χώμα πατρικό, για μισητό ποδάρι·
Η μαύρη πέτρα σου χρυσή και το ξερό χορτάρι».
«Θύρες ανοίξτ' ολόχρυσες για την γλυκιάν ελπίδα».
 
7
 
  Κρυφή χαρά 'στραψε σ' εσέ· κάτι καλό 'χει ο νους σου·
Πες, να το ξεμυστηρευτείς θες τ' αδελφοποιτού σου;
Ψυχή μεγάλη και γλυκιά, μετά χαράς σ' το λέω:
Θαυμάζω τες γυναίκες μας και στ' όνομά τους μνέω.
   
Εφοβήθηκα κάποτε μη δειλιάσουν και τες επαρατήρησα αδιάκοπα,5
 
Για η δύναμη δεν είν' σ' αυτές ίσια με τ' άλλα δώρα.

Απόψε, ενώ είχαν τα παράθυρα ανοιχτά για τη δροσιά, μία απ' αυτές, η νεότερη, επήγε να τα κλείσει, αλλά μία άλλη της είπε: «Όχι, παιδί μου· άφησε να 'μπει η μυρωδιά από τα φαγητά· είναι χρεία να συνηθίσουμε·
 
Μεγάλο πράμα η υπομονή! .......................
Αχ! μας την έπεμψε ο Θεός· κλει θησαυρούς κι εκείνη.

Εμείς πρέπει να έχουμε υπομονή, αν και έρχονταν οι μυρωδιές·
  Απ' όσα δίν' η θάλασσα, απ' όσ' η γη, ο αέρας».
     
Κι έτσι λέγοντας εματάνοιξε το παράθυρο, και η πολλή μυρωδιά των αρωμάτων εχυνότουν μέσα κι εγιόμισε το δωμάτιο. Και η πρώτη είπε: «Και το αεράκι μάς πολεμάει». - Μία άλλη έστεκε σιμά εις το ετοιμοθάνατο παιδί της,

  Κι άφ'σε το χέρι του παιδιού κι εσώπασε λιγάκι,
Και ξάφνου της εφάνηκε στο στόμα το βαμπάκι.
     
Και άλλη είπε χαμογελώντας, να διηγηθεί καθεμία τ' όνειρό της,
     
  Κι όλες εφώναξαν μαζί κι είπαν πως είδαν ένα.
Κι ό,τι αποφάσισαν μαζί να πουν τα ονείρατά τους.
Είπα να ιδώ τη γνώμη τους στην υπνοφαντασιά τους.
Και μία είπε: «Μου εφαινότουν ότι όλοι εμείς, άντρες και γυναίκες, παιδιά και γέροι, ήμαστε ποτάμια, ποια μικρά, ποια μεγάλα, κι ετρέχαμε ανάμεσα εις τόπους φωτεινούς, εις τόπους σκοτεινούς, σε λαγκάδια, σε γκρεμούς, απάνου κάτου, κι έπειτα εφθάναμε μαζί στη θάλασσα με πολλή ορμή,
 
Και μες στη θάλασσα γλυκά βαστούσαν τα νερά μας.»
Και μία δεύτερη είπε:
 
«Εγώ 'δα δάφνες. - Κι εγώ φως·.......................
- Κι εγώ σ' φωτιά μιαν όμορφη π' αστράφταν τα μαλλιά της.»
 15
Και αφού όλες εδιηγήθηκαν τα ονείρατά τους, εκείνη που 'χε το παιδί ετοιμοθάνατο είπε: «Ιδές, και εις τα ονείρατα ομογνωμούμε, καθώς εις τη θέληση και εις όλα τ' άλλα έργα». Και όλες οι άλλες εσυμφώνησαν κι ετριγύρισαν με αγάπη το παιδί της που 'χε ξεψυχήσει.

Ιδού, αυτές οι γυναίκες φέρνονται θαυμαστά· αυτές είναι μεγαλόψυχες, και λένε ότι μαθαίνουν από μας· δε δειλιάζουν, μολονότι τους επάρθηκε η ελπίδα που είχαν να γεννήσουν τέκνα για τη δόξα και για την ευτυχία. Εμείς λοιπόν μπορούμε να μάθουμε απ' αυτές και να τες λατρεύουμε έως την ύστερην ώρα.

- Πες μου και συ τώρα γιατί εχθές, ύστερ' από το συμβούλιο, ενώ εστεκόμαστε σιωπηλοί, απομακρύνθηκες ταραγμένος·
 
Να μου το πεις να το 'χω γκολφισταυρό στον άδη. 

Εχαμογέλασε πικρά κι ολούθενε κοιτάζει·
Κι ανεί πολύ τα βλέφαρα τα δάκρυα να βαστάξουν.
  9
 
  Ετούτ' είν' ύστερη νυχτιά· όλα τ' αστέρια βγάνει·
Ολονυχτίς ανέβαινε η δέηση, το λιβάνι.

Ο Αράπης, τραβηγμένος από τη μυρωδιά που εσκορπούσε το θυμίαμα, περίεργος και ανυπόμονος, με βιαστικά πατήματα πλησιάζει εις το τείχος,
 
Και απάνου ανάγκη φοβερή! σκυλί δεν του 'λυχτάει.
Και ακροάζεται· αλλά τη νυχτική γαλήνη δεν αντίσκοβε μήτε φωνή, μήτε κλάψα, μήτε αναστεναγμός· ήθελε πεις ότι είχε παύσει η ζωή· οι ήρωες είναι ενωμένοι και, μέσα τους, λόγια λένε
  Για την αιωνιότητα, που μόλις τα χωράει·
μάτια και στο πρόσωπο φαίνοντ' οι στοχασμοί τους·5
Τους λέει μεγάλα και πολλά η τρίσβαθη ψυχή τους.
Αγάπη κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν·
Τα σπλάχνα τους κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν·
Γλυκιά κι ελεύθερ' η ψυχή σα να 'τανε βγαλμένη,
Κι ύψωναν με χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη.10
 
10
 
Αφού έκαψαν τα κρεβάτια, οι γυναίκες παρακαλούν τους άντρες να τες αφήσουν να κάμουνε αντάμα, εις το σπήλαιο, την υστερινή δέηση. Μι' απ' αυτές, η γεροντότερη, μιλεί για τες άλλες: «Άκουσε, παιδί μου, και τούτο από το στόμα μου,
  Που' μ' όλη κάτου από τη γη κι ένα μπουτσούνι απ' έξω.
Ορκίζουν σε στη στάχτ' αυτή.............................
Και στα κρεβάτια τ' άτυχα με το σεμνό στεφάνι·
 Ν' αφήστε σας παρακαλούν να τρέξουμε σ' εκείνο,
Να κάμουμ' άμα το στερνό χαιρετισμό και θρήνο».5
Κι επειδή εκείνος αργούσε ολίγο να δώσει την απόκριση,
  Όλες στη γη τα γόνατα εχτύπησαν ομπρός του,
Κι εβάστααν όλες κατ' αυτόν τη χούφτα σηκωμένη,
Και με πικρό χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη.
Σα να 'θελ' έσπλαχνα ο Θεός βρέξει ψωμί σ' εκείνες.
     
  11  
Οι γυναίκες, εις τες οποίες έως τότε είχε φανεί όμοια μεγαλοψυχία με τους άντρες, όταν δέονται και αυτές, δειλιάζουν λιγάκι και κλαίνε· όθεν προχωρεί η Πράξη· διότι όλα τα φερσίματα των γυναικών αντιχτυπούν εις την καρδιά των πολεμιστάδων, και αυτή είναι η υστερινή εξωτερική δύναμη που τους καταπολεμάει, από την οποίαν, ως απ' όλες τες άλλες, αυτοί βγαίνουν ελεύθεροι.
 
12
 

Είναι προσωποποιημένη η Πατρίδα, η Μεγάλη Μητέρα, θεάνθρωπη, ώστε να αισθάνεται όλα τα παθήματα, και καθαρίζοντάς τα εις τη μεγάλη ψυχή της να αναπνέει την Παράδεισο·
 
Πολλές πληγές κι εγλύκαναν γιατ' έσταξ' αγιομύρος.
Μένει άγρυπνη μέρα και νύχτα, καρτερώντας το τέλος του αγώνος· δεν τα φοβάται τα παιδιά της μη δειλιάσουν· εις τα μάτια της είναι φανερά τα πλέον απόκρυφα της ψυχής τους·
 
Στου τέκνου σύρριζα το νου, Θεού της μάνας μάτι·
Λόγο, έργο, νόημα..................
Από το πρώτο μίλημα στον αγγελοκρουμό του.
Για τούτο αυτή είναι
  Ήσυχη για τη γνώμη τους, αλλ' όχι για τη Μοίρα,
Και μες στην τρίσβαθη ψυχή ο πόνος της 'πλημμύρα,

Επειδή βλέπει τον εχθρόν άσπονδον, άπονον από το πολύ πείσμα, και καταλαβαίνει ότι αν το Έλεος έχυνε μες στα σπλάχνα του όλους τους θησαυρούς του,τούτοι
  Τριαντάφυλλά 'ναι θεϊκά στην κόλαση πεσμένα.
     
  13  
 
Μένουν οι Μάρτυρες με τα μάτια προσηλωμένα εις την ανατολή, να φέξει για να 'βγουνε στο γιουρούσι, και η φοβερή αυγή,
 
Μνήσθητι, Κύριε - είναι κοντά· Μνήσθητι, Κύριε - εφάνη!

Επάψαν τα φιλιά στη γη.........................
Στα στήθια και στο πρόσωπο, στα χέρια και στα πόδια.

Μία χούφτα χώμα να κρατώ και να σωθώ μ' εκείνο.
  14  
 
Το μάτι μου έτρεχε ρονιά κι ομπρός του δεν εθώρα,
Κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολλή ώρα,
 Π' άστραψε γέλιο αθάνατο, παιγνίδι της χαράς του,
Στο φως της καλοσύνης του, στο φως της ομορφιάς του.
  16  
 
Μ' όλον που τότ' ασάλευτος στο νου μ' ο νιος εστήθη, Κι είχε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθη.
  17  
 
Κι άνθιζε μέσα μου η ζωή μ' όλα τα πλούτια πόχει
  18  
 
Συχνά τα στήθια εκούρασα, ποτέ την καλοσύνη.
  20  
 
Στον ύπνο της μουρμούριζε την κλάψα της τρυγόνας.
  36  
 
Πάντ' ανοιχτά, πάντ' άγρυπνα, τα μάτια της ψυχής μου.
  41  
 
Ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι έρμο.
  43  
 
Σε βυθό πέφτει από βυθό ως που δεν ήταν άλλος· Εκείθ' εβγήκε ανίκητος.
  44  
 
Φως που πατεί χαρούμενο τον Άδη και το χάρο.
  51  
 
Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος.

1. Η πιθανότερη ερμηνεία του στίχου είναι η εξής: Η πείνα εμαύρισε τα μάτια, που είναι το πιο πολύτιμο πράγμα, αφού σ' αυτό ορκίζεται η μάνα (π.χ. «στα μάτια του παιδιού μου» ή «στο φως μου»).
μνέω: ορκίζομαι (αρχ. ομνύω).
Αγαρηνός: αντί Αγαρηνοί ονομασία των Αράβων.
βουνάκι (πρόβατα): κοπαδάκι.
ασπούδα: σπουδή, βιασύνη.
σάλπιγγα: η σάλπιγγα του Έλληνα πολεμάρχου.
οκνός: εξασθενημένος.
περιπαίχτρα: η σάλπιγγα του Αράπη, που σαλπίζει κι αυτός για να περιπαίξει τον αντίπαλο (να προσέξετε τη σύγκριση).
αράθυμος: ευέξαπτος, οργίλος, νευρώδης.
πεσούμενο άστρο: ο διάττων, το πεφτάστρι.
ρητός: σαφής, κατηγορηματικός.
χοχλός (και χόχλος): κοχλασμός.
άτι: άλογο, ιππικό.
Γάλλου (νους): εννοεί τους Γάλλους αξιωματικούς που είχαν οργανώσει τον αιγυπτιακό στρατό.
τα χαρτιά: τις εφημερίδες. Στο Μεσολόγγι τότε έβγαινε η εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά του Ελβετού φιλέλληνα Μάγιερ.
γκόλφι: εγκόλπιο, φυλαχτό.
πέρα: δηλ. στο ελεύθερο έδαφος.
αστραφτά: γρήγορα σαν αστραπή.
για: γιατί, επειδή.
της εφάνηκε: της φάνηκε ότι είδε.
το βαμπάκι: που βάζουν στο στόμα του νεκρού (δηλ. της φάνηκε ότι το παιδί ήταν νεκρό).
γκολφισταυρό: φυλαχτό.
ανεί: ανοίγει.
ύστερη (νυχτιά): η τελευταία νύχτα· η νύχτα της Εξόδου.
μπουτσούνι (λ. ιταλ.): κομματάκι.
μάτι: η σειρά: το μάτι της μάνας σύρριζα στο νου του τέκνου, (σαν) μάτι Θεού.
αγγελοκρουμός: ξεψύχισμα, ψυχορράγημα.
ρονιά: υδρορρόη, κρουνός.

Θεόδωρος Βρυζάκης (1819-1878), Η έξοδος του Μεσολογγίου (1853) Εθνική Πινακοθήκη

Η έξοδος του Μεσολογγίου, Βρυζάκης Θ.

Η σύνθεση αναπτύσσεται κατακόρυφα, χωρίς βάθος, και χωρίζεται σε δύο επίπεδα: στην ουράνια και την επίγεια ζώνη. Στο ουράνιο τμήμα, στον άξονα, δηλαδή στο κέντρο της σύνθεσης, βλέπουμε ένθρονο τον Παντοκράτορα, μέσα σε μια χρυσή νεφέλη, να ευλογεί τους αγωνιστές, ενώ άγγελοι με κλάδους βαΐων και στέφανα δάφνης ετοιμάζονται να στέψουν τους ήρωες. Στο επίγειο τμήμα της σύνθεσης, πάνω σε μια ξύλινη γέφυρα, οι αγωνιστές ορμούν έξω από την πύλη του τείχους, κραδαίνοντας τα σπαθιά τους. Ένας από αυτούς υψώνει με το αριστερό του χέρι την ελληνική σημαία με το σταυρό στο κοντάρι. Μερικοί έχουν κιόλας πληγωθεί. Ακολουθούν τα γυναικόπαιδα. Μητέρες με παιδιά έχουν πέσει κάτω από τη γέφυρα, στο χαντάκι. Κάποιοι είναι ήδη νεκροί, άλλοι χαροπαλεύουν. Οι Τούρκοι πάνοπλοι περιμένουν τους ηρωικούς αγωνιστές. Μερικοί ανεβαίνουν στα τείχη, σκαρφαλώνοντας πάνω σε μια σκάλα. Επικρατούν ταραχή, ένταση και μεγάλη δραματικότητα. Είναι σαν να ακούμε την κλαγγή των όπλων και τις κραυγές των πληγωμένων.
Πηγή: Εθνική Πινακοθήκη


 Γ'

 ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Γ'
1
  
 Μητέρα, μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα,
Κι αν στο κρυφό μυστήριο ζουν πάντα τα παιδιά σου
Με λογισμό και μ' όνειρο, τι χάρ' έχουν τα μάτια,
Τα μάτια τούτα, να σ' ιδούν μες στο πανέρμο δάσος,
Που ξάφνου σου τριγύρισε τ' αθάνατα ποδάρια
(Κοίτα) με φύλλα της Λαμπρής, με φύλλα του Βαϊώνε!
Το θεϊκό σου πάτημα δεν άκουσα, δεν είδα,
Ατάραχη σαν ουρανός μ' όλα τα κάλλη πόχει,
Που μέρη τόσα φαίνονται και μέρη 'ναι κρυμμένα·
Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν' ακούσω τη φωνή σου,
Κι ευθύς εγώ τ' Ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;
 Δόξα 'χ' η μαύρη πέτρα του και το ξερό χορτάρι.
 

  

(Η Θεά απαντάει εις τον ποιητή και τον προστάζει να ψάλει την πολιορκία του Μεσολογγίου).
 2
  
 Έργα και λόγια,1 στοχασμοί, -στέκομαι και κοιτάζω-
Λουλούδια μύρια, πούλουδα, που κρύβουν το χορτάρι,
Κι άσπρα, γαλάζια, κόκκινα καλούν χρυσό μελίσσι.
Εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο. -
Μες στα χαράματα συχνά, και μες στα μεσημέρια,5
Και σα θολώσουν τα νερά, και τ' άστρα σα πληθύνουν,
Ξάφνου σκιρτούν οι ακρογιαλιές, τα πέλαγα κι οι βράχοι.
«Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπ' Άγγλου!
Πέλαγο μέγα πολεμά, βαρεί το καλυβάκι·
Κι αλιά! σε λίγο ξέσκεπα τα λίγα στήθια μένουν·10
Αθάνατη 'σαι, που ποτέ, βροντή, δεν ησυχάζεις;»
Στην πλώρη, που σκιρτά, γυρτός, τούτα 'π' ο ξένος ναύτης.
Δειλιάζουν γύρου τα νησιά, παρακαλούν και κλαίνε,
Και με λιβάνια δέχεται και φώτα τον καημό τους
Ο σταυροθόλωτος ναός και το φτωχό ξωκλήσι.15
Το μίσος όμως έβγαλε και κείνο τη φωνή του:
«Ψαρού, τ' αγκίστρι π' άφησες, αλλού να ρίξεις άμε.»
Μες στα χαράματα συχνά, και μες στα μεσημέρια,
Κι όταν θολώσουν τα νερά, κι όταν πληθύνουν τ' άστρα,
Ξάφνου σκιρτούν οι ακρογιαλιές, τα πέλαγα κι οι βράχοι.20
Γέρος μακριά, π' απίθωσε στ' αγκίστρι τη ζωή του,
Το πέταξε, τ' αστόχησε, και περιτριγυρνώντας:
«Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπ' Άγγλου!
Πέλαγο μέγ', αλίμονον! βαρεί το καλυβάκι·
Σε λίγην ώρα ξέσκεπα τα λίγα στήθη μένουν25
Αθάνατή 'σαι, που, βροντή, ποτέ δεν ησυχάζεις;
Πανερημιά της γνώρας μου, θέλω μ' εμέ να κλάψεις.»
 
3
  
 Δεν τους βαραίν' ο πόλεμος, αλλ' έγινε πνοή τους
..............κι εμπόδισμα δεν είναι
Στες κορασιές να τραγουδούν και στα παιδιά να παίζουν.
 
4
  
 Από το μαύρο σύγνεφο κι από τη μαύρη πίσσα,
.............................................................
Αλλ' ήλιος, αλλ' αόρατος αιθέρας κοσμοφόρος
Ο στύλος φανερώνεται, με κάτου μαζωμένα
Τα παλικάρια τα καλά, μ' απάνου τη σημαία,
Που μουρμουρίζει και μιλεί και το Σταυρόν απλώνει5
Παντόγυρα στον όμορφον αέρα της αντρείας,
Κι ο ουρανός καμάρωνε, κι η γη χεροκροτούσε·
Κάθε φωνή κινούμενη κατά το φως μιλούσε,
Κι εσκόρπα τα τρισεύγενα λουλούδια της αγάπης:
«Όμορφη, πλούσια, κι άπαρτη, και σεβαστή, κι αγία!»10
 6
Ο πειρασμός
  
 
Έστησ' ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη,
Κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα,
Και μες στη σκιά που φούντωσε και κλει δροσιές και μόσχους
Ανάκουστος κιλαϊδισμός και λιποθυμισμένος.
Νερά καθάρια και γλυκά, νερά χαριτωμένα, 5
Χύνονται μες στην άβυσσο τη μόσχοβολισμένη,
Και παίρνουνε το μόσχο της, κι αφήνουν τη δροσιά τους,
Κι ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους,
Τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, και κάνουν σαν αηδόνια.
Έξ' αναβρύζει κι η ζωή σ' γη, σ' ουρανό, σε κύμα.10
Αλλά στης λίμνης το νερό, π' ακίνητο 'ναι κι άσπρο,
Aκίνητ' όπου κι αν ιδείς, και κάτασπρ' ως τον πάτο,
Mε μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ' η πεταλούδα,
Που 'χ' ευωδίσει τς ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο.
Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι 'δες·15
Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!
Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,
Ουδ' όσο κάν' η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι,
Γύρου σε κάτι ατάραχο π' ασπρίζει μες στη λίμνη,
Μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι,20
Κι όμορφη βγαίνει κορασιά2 ντυμένη με το φως του.
 7
  
 Έρμα 'ν' τα μάτια, που καλείς, χρυσέ ζωής αέρα.
 9
  
 Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν,
Κι όσ' άνθια θρέφει και καρπούς τόσ' άρματα σε κλειούνε. 
 10
  
 Φεύγω τ' αλόγου την ορμή και του σπαθιού τον τρόμο.
Τ' ονείρου μάταια πιθυμιά, κι όνειρο αυτή 'ν' η ίδια!
Εγύρισε η παράξενη του κόσμου ταξιδεύτρα,
Μου 'πε με θείο χαμόγελο βρεμένο μ' ένα δάκρυ:
Κόψ' το νερό στη μάνα του, μπάσ' το στο περιβόλι,
Στο περιβόλι της ψυχής το μοσχαναθρεμμένο.
 11
  
Μία των γυναικών προσφεύγει εις το στοχασμό του θανάτου ως μόνη σωτηρία της με τη χαρά την οποίαν αισθάνεται το πουλάκι, 
 
Οπού 'δε σκιάς παράδεισο και τηνέ χαιρετάει
Με του φτερού το σάλαγο και με κανέναν ήχο,
εις τη στιγμήν οπού είναι κοπιασμένο από μακρινό ταξίδι, εις τη φλόγα καλοκαιρινού ήλιου.
 12
  
 Και βλέπω πέρα τα παιδιά και τες αντρογυναίκες
Γύρου στη φλόγα π' άναψαν, και θλιβερά τη θρέψαν
Μ' αγαπημένα πράματα και με σεμνά κρεβάτια,
Ακίνητες, αστέναχτες, δίχως να ρίξουν δάκρυ·
Και 'γγίζ' η σπίθα τα μαλλιά και τα λιωμένα ρούχα·
Γλήγορα, στάχτη, να φανείς, οι φούχτες να γιομίσουν.
 13
  
 Είν' έτοιμα στην άσπονδη πλημμύρα των αρμάτων
Δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά, κι ελεύθεροι να μείνουν,
Εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο.


1. Για την ερμηνεία των στίχων 1-3 κοίταξε το εισαγωγικό σημείωμα. Ολόκληρο το απ. 2 να συσχετιστεί με το απόσπασμα 5 του Β' Σχεδιάσματος.
μητέρα: κοίταξε Σχεδ. Β', απ. 12.
τα μάτια τούτα: τα μάτια του ποιητή.
πούλουδο: λουλούδι.
τόπι: κανόνι και η μπάλα του κανονιού.
τα νησιά: τα Επτάνησα.
το μίσος: οι στίχοι 16-17 αναφέρονται σε ανθρώπους που δεν είχαν συνειδητοποιήσει τη σημασία του αγώνα. Το θέμα το ξαναβρίσκουμε στη Γυναίκα της Ζάκυθος.
Ψαρού: η γυναίκα του ψαρά. Εδώ (ειρωνικά) η πόλη του Μεσολογγίου, επειδή οι περισσότεροι από τους κατοίκους της ασχολούνται με το ψάρεμα.
στύλος: το κοντάρι της σημαίας.
ανάκουοτος: πρωτάκουστος.
αλαφροΐσκιωτος: κατά τη λαϊκή πίστη, εκείνος που έχει την ιδιότητα και την ικανότητα να βλέπει τον αόρατο κόσμο των ξωτικών, «ν' ακούει και να βλέπει όλα τα μυστικά της φύσης».
2. Για την ερμηνεία του οράματος και το συμβολισμό της «φεγγαροντυμένης» διατυπώθηκαν πολλές απόψεις: παρασταίνει την ομορφιά της ζωής και της φύσης, είναι μορφή αντίστοιχη με τις νεράιδες, η αναδυόμενη Αφροδίτη, η θεά Ελευθερία - Ελλάδα κ.ά. Πάντως, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, όπως προκύπτει από παραλλαγές του στίχου, πρόκειται για θεϊκή μορφή και ότι την ξαναβρίσκουμε στα ποιήματα του Σολωμού Λάμπρος και Κρητικός.
άναψαν: για να κάψουν τ' αγαπημένα τους πράγματα, πριν από την έξοδο.
έτοιμα: ενν. τα σπαθιά.

pano

 


Αρχάγγελος

Νικόλαος Γύζης (1842-1901), Αρχάγγελος, σπουδή για τη “Θεμελίωση της Πίστεως”, 1894-1895,
Εθνική Πινακοθήκη


 

Ερωτήσεις

Για τη μελέτη των Ελεύθερων Πολιορκημένων να διαβάσετε στο σπίτι σας τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται στη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Α'

  1. Η γυναίκα στο όραμα κρατάει στον ώμο της λύρα «δίκαιη»· τι εννοεί μ' αυτό το χαρακτηρισμό ο ποιητής;
  2. Για να εκφράσει το μέγεθος της πείνας ο ποιητής χρησιμοποιεί τον πολεμιστή και τη μάνα· είναι εύστοχη αυτή η επιλογή; Γιατί;
  3. Όποιος έχει τη δυνατότητα, να παρουσιάσει στην τάξη το 5ο κεφ. από τη Γυναίκα της Ζάκυθος, που αναφέρεται στο όραμα του ιερομόναχου Διονυσίου.
  4. Να επισημάνετε τα βασικά θέματα που ξεχωρίζουν στο Α' Σχεδίασμα για να τα παρακολουθήσετε στα επόμενα.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Β'
1. απ. 1. Συγκρίνοντας το απόσπασμα αυτό με το απ. 2 του Α' Σχεδιάσματος να βρείτε τις διαφορές: α) Ως προς τη σκηνοθεσία· ποιο νέο στοιχείο προστίθεται και τι αποτέλεσμα έχει η προσθήκη του; Ποιο αφαιρείται; β) Ως προς τη στιχουργία (είδος στίχου και μέτρο)· μπορείτε να εξηγήσετε πώς υπηρετεί το ποίημα η νέα μορφή; Πριν απαντήσετε, να λάβετε υπόψη σας ότι το Α' Σχεδ. χαρακτηρίζεται από τον Πολυλά «είδος προφητικού θρήνου», ενώ το Β' Σχεδ. είναι περισσότερο αφηγηματικό.
2. απ. 2. Στο πεζό τμήμα ο ποιητής διατυπώνει την ιδέα που θέλει να πραγματώσει στους στίχους που ακολουθούν: «θάλασσα, γη... και εις το βάθος της». Αφού μελετήσετε τους στίχους του απ. 2, να απαντήσετε στα ερωτήματα: α) Με ποιον τρόπο ο ποιητής πραγματώνει την πρόθεσή του, β) ποιοι είναι οι στίχοι που εκφράζουν συνοπτικότερα την ιδέα του ποιητή;
3. απ. 3. Στο απόσπασμα αυτό έχουμε μια αντιπαράθεση σαλπισμάτων (ήχων). Μπορείτε να πείτε α) ποια είναι η τελική εντύπωση που αφήνει αυτή η αντιπαράθεση, β) ποιες είναι οι λέξεις που δηλώνουν ήχο, γ) ποιοι είναι οι στίχοι που δημιουργούν τις ισχυρότερες ηχητικές εντυπώσεις και ποιοι οι επικρατέστεροι φθόγγοι σ' αυτούς;
4. απ. 5. Πώς κατορθώνει να δώσει ο ποιητής: α) Την ένταση και την αδιάκοπη διεξαγωγή του πολέμου, β) την ανισότητα των δυνάμεων;
5. απ. 6. α) Ο πολεμιστής ονομάζει την ανάμνηση του «χρυσότερο από τα ονείρατά του»· γιατί; β) Ποια είναι η σημασία της ανάμνησης για το ποίημα ολόκληρο; γ) Πώς διαγράφεται το ήθος του ήρωα σ' αυτό το απόσπασμα; δ) Τι αίσθημα εκφράζουν οι στίχοι 22-23; ε) Ο στίχος 21 θυμίζει πάρα πολύ Ερωτόκριτο. Μπορείτε να βρείτε άλλα στοιχεία στιχουργικά που συνδέουν το Β' Σχεδ. με τον Ερωτόκριτο;
6. απ. 7. α) Ο ποιητής λέει για τις Μεσολογγίτισσες ότι «φέρονται θαυμαστά». Ποιες είναι οι πράξεις ή τα λόγια τους που δικαιολογούν αυτό το θαυμασμό; β) Στη φράση: «εμείς πρέπει...» ποια λέξη πρέπει να τονίσουμε κατά την ανάγνωση και γιατί;

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Γ'
1. απ. 1. Να συγκρίνετε το απόσπασμα αυτό με το απ. 1 του Α' Σχεδιάσματος και να απαντήσετε στα εξής ερωτήματα: α) Ποια είναι η θέση κάθε αποσπάσματος μέσα στο ποίημα; β) Σε ποιο χώρο τοποθετείται το όραμα στη μια περίπτωση και σε ποιον στην άλλη; γ) Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές διαπιστώνετε στη γυναικεία μορφή κάθε οράματος (στην απεικόνιση, στα χαρακτηριστικά και στο συμβολισμό);
2. απ. 1. Σε τι αντιδιαστέλλει ο ποιητής τον εαυτό του και τα άλλα «παιδιά» της Μητέρας-πατρίδας;
3. απ. 2. Το απόσπασμα χωρίζεται σε δύο ενότητες (στ. 1-17 και 18-27). Ορισμένοι στίχοι επαναλαμβάνονται αυτολεξεί σχεδόν. Ποια νομίζετε ότι είναι η σημασία αυτής της επανάληψης;
4. απ. 2. Πώς συμπεριφέρονται, στο άκουσμα του άνισου πολέμου, ο «ξένος ναύτης», τα νησιά και ο γέρος; Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές παρατηρείτε;
5. απ. 4. Στο απόσπασμα αυτό έχουμε την εμφάνιση της σημαίας ως συμβόλου των πιο υψηλών ιδανικών. Αφού μελετήσετε με προσοχή το απόσπασμα, να απαντήσετε στα εξής ερωτήματα: α) Ποιες είναι οι λέξεις που εκφράζουν τον πλούτο, την αξία και την αγιότητα αυτού του συμβόλου; Να δικαιολογήσετε τη χρήση αυτών των λέξεων, β) Σε ποια σχέση βρίσκεται ο πρώτος στίχος με τους επόμενους του αποσπάσματος; γ) Πώς αντιλαμβάνεστε το στίχο 7 (ο ουρανός... χειροκροτούσε); Υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στα δύο ημιστίχια; δ) Με ποιους στίχους ο ποιητής κάνει αισθητό το κυμάτισμα της σημαίας;
6. απ. 6. α) Να βρείτε τις δύο βασικές ενότητες του αποσπάσματος και να προσδιορίσετε το περιεχόμενο τους. β) Στους δύο πρώτους στίχους τα κύρια θέματα είναι ο Έρωτας και η Άνοιξη. Με ποιες εικόνες αναπτύσσονται αυτά τα θέματα στους επόμενους στίχους του αποσπάσματος; γ) Από τα κύρια χαρακτηριστικά της πρώτης ενότητας είναι η κίνηση· πώς εκφράζεται και ποια είναι η σημασία της για το απόσπασμα; δ) Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της δεύτερης ενότητας; ε) Να δικαιολογήσετε τον τίτλο του αποσπάσματος, αφού λάβετε υπόψη σας και το στίχο 14 του αποσπ. 2 του Β' Σχεδ.
7. Ποια από τα μικρότερα αποσπάσματα που ακολουθούν σας συγκινούν περισσότερο; Μπορείτε να τα σχολιάσετε;


ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
(ΓΕΝΙΚΕΣ)

  1. Γιατί ο ποιητής ονομάζει τους πολιορκημένους «ελεύθερους»;
  2. Ο Σίλλερ λέει ότι μία αυτόνομη ψυχή «από κάθε φοβερό αντικείμενο (=περιστατικό, γεγονός, κατάσταση) ηξεύρει να γεννήσει ένα υψηλό». Ισχύει αυτή η γνώμη για τους πολιορκημένους;
  3. Ο ποιητής στους Στοχασμούς του (αριθ. 5) διατυπώνει την επιθυμία του να σχηματίσει μια κλίμακα από δυνάμεις που «πολιορκούν» τους Μεσολογγίτες και τις οποίες εκείνοι κατορθώνουν να υπερνικήσουν. Κοιτάζοντας ξανά το Β' και το Γ' Σχεδίασμα: α) να ανακεφαλαιώσετε αυτές τις δυνάμεις, β) να πείτε ποιες από αυτές είναι φυσικές (που αφορούν το φυσικό άνθρωπο) και ποιες ηθικές (που αφορούν το ηθικό μέρος του ανθρώπου).
  4. Σε ποια αποσπάσματα νομίζετε ότι ο ποιητής πραγματώνει τους στοχασμούς 6 («ας φανεί καθαρά η μικρότης κτλ.» και 8 («σκέψου την ισοζυγία των δυνάμεων κτλ.»).
  5. Να αποστηθίσετε και να απαγγείλετε ένα απόσπασμα, τουλάχιστο πέντε στίχων.

 

Το σπίτι του Σολωμού

Το σπίτι του Σολωμού στη Ζάκυνθο, πριν καταστραφεί εντελώς από τους σεισμούς του 1953

Σωτήρης Σόρογκας (γεν. 1936), εικόνα για τη Γυναίκα της Ζάκυνθος

Σωτήρης Σόρογκας (γεν. 1936), εικόνα για τη Γυναίκα της Ζάκυνθος

 


 

Διονύσιος Σολωμός (1798-1857)

Διονύσιος Σολωμός

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Ο πατέρας του Κόντες Νικόλαος Σολωμός ανήκε στην τάξη των ευγενών, ενώ η μητέρα του Αγγελική Νίκλη ήταν γυναίκα του λαού, που εργαζόταν, πριν από τον γάμο της, ως υπηρέτρια στο σπίτι του Σολωμού. Το 1808, σε ηλικία 10 ετών, ο Διονύσιος Σολωμός πήγε στην Ιταλία, όπου σπούδασε πρώτα στο Λύκειο της Κρεμόνας και έπειτα Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παβίας. Εκεί γράφει και τα πρώτα ποιήματα σε ιταλική γλώσσα και αρχίζει να γίνεται γνωστός στους ιταλικούς λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1818 επιστρέφει στη Ζάκυνθο και αφοσιώνεται στην ελληνική ποίηση και τη δημοτική γλώσσα. Μελετάει τον νεοελληνικό ποιητικό λόγο στα έργα της κρητικής λογοτεχνίας, στα δημοτικά μας τραγούδια και στα ποιήματα του Βηλαρά και του Χριστόπουλου και ασκείται γράφοντας λυρικά ποιήματα με θέματα ρομαντικά. Το 1821 ξεσπά η ελληνική επανάσταση που θα σημαδέψει βαθύτατα την ποίησή του. Το 1823 γράφει τον Ύμνο εις την ελευθερία, και ένα χρόνο αργότερα την ωδή Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον. Σ' αυτά τα χρόνια ανήκουν και τα πεζά του Διάλογος (1824), όπου υποστηρίζει με πολλή θέρμη τη δημοτική γλώσσα, και η Γυναίκα της Ζάκυθος, κείμενο με σατιρικό αλλά και οραματικό χαρακτήρα. Το 1828 εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα. Εκεί τα πρώτα χρόνια προσπάθησε να δώσει οριστική μορφή στο ποίημα Λάμπρος χωρίς να το ολοκληρώσει. Ένα μεγάλο απόσπασμά του το δημοσιεύει στην Ιόνιο Ανθολογία. Το 1833 γράφει τον Κρητικό, το πρώτο από τα μεγάλα του έργα, που ανοίγει την περίοδο της ωριμότητάς του. Το ποίημα που θα τον απασχολήσει σε όλη αυτή την περίοδο ως το θάνατό του είναι οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, ενώ το 1849 αρχίζει να γράφει παράλληλα τον Πόρφυρα. Και τα δύο αυτά έργα επίσης δεν τα ολοκλήρωσε, αλλά έμειναν αποσπασματικά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ξαναγράφει ποιητικά σχεδιάσματα σε ιταλική γλώσσα, με σκοπό να τα μεταπλάσει στα ελληνικά. Πέθανε στην Κέρκυρα και κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές. Τα έργα του εξέδωσε το 1859 ο στενός του φίλος Ιάκωβος Πολυλάς με τίτλο Τα ευρισκόμενα. Στο μεταξύ βρέθηκαν και άλλα χειρόγραφα του και τα έργα του ξεναεκδόθηκαν συγκεντρωμένα σε τρεις τόμους από τον Λίνο Πολίτη. Ο Διονύσιος Σολωμός είναι κορυφαίος ποιητής. Ο αγώνας του 1821 στάθηκε γι' αυτόν η μεγάλη εμπειρία που αναστάτωσε τον ψυχικό και πνευματικό του κόσμο. Τα οράματα του αγωνιζόμενου γένους προσπάθησε να εκφράσει με την ποίηση του. Αυτός ουσιαστικά συνέχισε τη νεοελληνική ποιητική παράδοση που μετά την άνθηση της κρητικής λογοτεχνίας είχε διακοπεί από την τουρκοκρατία. Γι' αυτούς τους λόγους χαρακτηρίζεται ως ο εθνικός μας ποιητής.

δεσμός Διονύσιος Σολωμός. Για τη ζωή και το έργο του [πηγή:Ανεμόσκαλα (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα)]

Περισσότερα για τον Σολωμό δες παρακάτω στο Υλικό

 


 

 

Διονύσιος Σολωμός:

1. Εργοβιογραφικά στοιχεία

Ο κόμης Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798. Οι ρίζες της οικογένειάς του βρίσκονται στη Βενετία, αλλά το όνομα Σολωμός συναντάται για πρώτη φορά σε ένα διάταγμα του Δόγη στο οποίο αναφέρεται ότι ο Ιωάννης Αρσένιος Σολωμός έφυγε από την Κρήτη μετά την κατάληψη του νησιού από τους Τούρκους και έφτασε στον Μοριά. Ο ποιητής Διονύσιος Σολωμός ήταν γιος του κόντε Νικολάου και της Αγγελικής Νίκλη, παραδουλεύτρας στο σπίτι των Σολωμών. Είχε και ένα μικρότερο αδερφό, τον Δημήτριο, ενώ από τον πρώτο γάμο του πατέρα του και από τον δεύτερο γάμο της μητέρας του είχε και ετεροθαλή αδέρφια.

Η κοινωνική θέση του πατέρα του και η οικονομική άνεση που του εξασφάλισε ο γάμος της μητέρας του με τον πατέρα του την παραμονή μόλις του θανάτου του τελευταίου, βοήθησαν τον νεαρό Σολωμό να πάρει μόρφωση αντάξια του ονόματός του. Ως πρώτος δάσκαλός του αναφέρεται ο Ιταλός Don Santo Rossi, ο οποίος, το 1808, συνόδευσε τον μικρό Διονύσιο στην πόλη Κρεμόνα της Ιταλίας, στο Λύκειο της οποίας άρχισε σπουδές σε ηλικία δέκα ετών. Ακολούθως έκαμε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Παβίας, όπου γνώρισε και σχετίσθηκε με τον Μόντι, περίφημο μεταφραστή του Ομήρου, καθώς και τον Μαντσόνι. Επέστρεψε στη Ζάκυνθο το 1818 χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του, αλλά πλούσιος σε εμπειρίες, σοφία και ποιητικές ιδέες.

Στη Ζάκυνθο δημιούργησε έναν κύκλο φίλων και συνομιλητών, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν ιταλοθρεμένοι διανοούμενοι (Τερτσέτης, Μάτεσης, Ταγιαπιέρας, κ.ά.).

Το 1828 ο Σολωμός εγκαταλείπει τη Ζάκυνθο και εγκαθίσταται στην Κέρκυρα. Τα πρώτα χρόνια στο νησί είναι από τα πιο ευτυχισμένα και δημιουργικά του ποιητή, ο οποίος, απερίσπαστος, αφοσιώνεται στις δύο μεγάλες αγάπες του, τη μελέτη και την ποιητική δημιουργία. Όπως ο ίδιος σημειώνει σε γράμμα που στέλνει στον πατέρα του ποιητή Μαρκορά: «Είναι γλυκό μέσα στην ησυχία του μικρού δωματίου να καταστρώνει κανείς ό,τι μέσα λέγει η καρδιά». Η ευτυχισμένη και δημιουργική αυτή φάση όμως δεν θα κρατήσει πολύ. Το 1833 θα αρχίσει για τον ποιητή μια οδυνηρή περίοδος, όταν θα εμπλακεί σε δικαστικό αγώνα με τον Νικόλαο Λεονταράκη, γιο της μητέρας του από τον δεύτερο γάμο της, για τη διεκδίκηση του ονόματος και της περιουσίας του κόντε Σολωμού. Στη διαμάχη αυτή, η οποία θα λήξει το 1838 με δικαίωση του Σολωμού, η μητέρα του πήρε στάση κατά του ποιητή, γεγονός το οποίο θα συγκλονίσει ανεπανόρθωτα την ψυχή του.

Τις πρώτες του ποιητικές απόπειρες τις έκανε ο Σολωμός στην ιταλική γλώσσα, που ήταν η γλώσσα των σπουδών του. Γρήγορα όμως την εγκατέλειψε για να αναζητήσει στη μητρική του γλώσσα τα εκφραστικά μέσα τα οποία θα υπηρετούσαν τις υψηλές ιδέες του. Ο Χριστόπουλος με τα Λυρικά του, τα ποιήματα του Βηλαρά, τα δημοτικά τραγούδια, ο Ερωτόκριτος του Κορνάρου, η συναναστροφή με τον Πολυλά και τον Σπ. Τρικούπη θα είναι οι πρώτοι «δάσκαλοι» του ποιητή, ο οποίος έμελλε να αναδείξει την ελληνική γλώσσα σε αξία ισότιμη της πατρίδας. «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα» είναι η αποστροφή που συνοψίζει το δημιουργικό του σύμπαν.

Το ποιητικό έργο του Σολωμού μπορεί να ενταχθεί σε χρονικές περιόδους οι οποίες σχετίζονται τόσο με το γλωσσικό όργανο που χρησιμοποιεί όσο και με τη μορφή και τη θεματολογία των ποιημάτων του.

Έτσι, μετά τις πρώτες του ποιητικές απόπειρες στα ιταλικά, αρχίζει η πρώτη ουσιαστικά φάση της ποίησής του, η ζακυνθινή λεγόμενη περίοδος, η οποία περιλαμβάνει τα μικρής έκτασης ποιήματα, Ξανθούλα, Αγνώριστη, Τρελή Μάνα. Η γόνιμη δεκαετία του ποιητή θα ξεκινήσει το 1823 με το πρώτο εκτεταμένο (158 στροφές) ποίημά του, Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, το οποίο του χάρισε τον τίτλο του εθνικού ποιητή, και θα συνεχιστεί με την ωδή Εις τον θάνατον του Λορδ Μπάιρον, το επίγραμμα των Ψαρών (1825), το ποίημα Η Φαρμακωμένη (1826). Στην παραγωγή αυτών των χρόνων ανήκει και το δοκίμιο για τη γλώσσα, Διάλογος (1824), καθώς και το παράξενα γκροτέσκο πεζογράφημα Η γυναίκα της Ζάκυθος.

Στην περίοδο της ωριμότητας, η οποία συμπίπτει με τη δημιουργική παραμονή του ποιητή στην Κέρκυρα, ανήκουν οι μεγάλες συνθέσεις, Ο Κρητικός (1833), Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (1833-1844) και Ο Πόρφυρας (1849). Πρόκειται για το περίφημο «είδος μικτό αλλά νόμιμο», όπου ο ποιητής —συνειδητά, για ορισμένους μελετητές, από αδυναμία, για άλλους— δημιουργεί ημιτελή σχεδιάσματα, αποδεσμευόμενος από τα κυρίαρχα ανταγωνιστικά ρεύματα του κλασικισμού και του ρομαντισμού. Ο γνήσιος εθνικός δεκαπεντασύλλαβος είναι η ποιητική φόρμα στην οποία επεξεργάζεται πλέον ο ποιητής τα μεγάλα θέματα της ποιητικής του: πατρίδα, ελευθερία, φύση, έρωτας.

Στην τελευταία φάση της δημιουργίας του δουλεύει ξανά και ξανά τα μεγάλα έργα του και τέλος επιστρέφει στην ιταλική γλώσσα, για να δώσει λίγα ακόμα σονέτα, επιγράμματα και πεζά σχεδιάσματα.

 

2. Η κριτική για το έργο του

«Η σχέση του Σολωμού με την παράδοση είναι πολύπλευρη και δεν περιορίζεται σε μια μόνο φάση της δημιουργίας του. Ο ποιητής διαλέγεται με την ελληνική ποιητική, πνευματική και πολιτισμική παράδοση από την πρώτη ζακυνθινή περίοδο, από τότε που —με τη βοήθεια ή μη του Σπυρίδωνα Τρικούπη— στρέφεται προς τη νεοελληνική ποίηση, έως και την ύστερη φάση της ωριμότητάς του. Αυτό που ποικίλλει είναι το εύρος και το βάθος της επικοινωνίας. [...] Κοντολογίς, οι πρώτες προσπάθειες του Σολωμού να γράψει ελληνική ποίηση ξεκινούν μέσα από ένα διάλογο προς την τοπική παράδοση. Ο ποιητής καταφεύγει στις πιο πρόχειρες και εύληπτες πηγές που του προσφέρει το ζακυνθινό περιβάλλον της εποχής [...].

Στην επόμενη φάση που αντιστοιχεί στη "μεγάλη δημιουργική περίοδο του Σολωμού", όπως την αποκάλεσε ο Λ. Πολίτης, (1823-1833), ο ποιητής αναπτύσσει ένα πλουσιότερο και πιο ουσιαστικό διάλογο με την παράδοση, που έχει δύο σκέλη. Το ένα αντιπροσωπεύει μια θεμελιώδη επιλογή του Σολωμού, που είναι η θεωρητική υπεράσπιση της ζωντανής γλώσσας του έθνους [...]. Το άλλο αφορά την επαναστατική ιδεολογία που ο Σολωμός θεμελιώνει πάνω στην έννοια της ελευθερίας.

Το δίδυμο ελευθερία και γλώσσα συνιστά κεντρικό σημείο ιδεολογικής αναφοράς για το πνευματικό κίνημα που θα ονομαστεί αργότερα Επτανησιακή σχολή.»

(Ερ. Καψωμένος, Ο Σολωμός και η Ελληνική Πολιτισμική Παράδοση,
Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998, σελ. 11-13)

 

«Στους Ελεύθερους Πολιορκημένους, στο Β' Σχεδίασμα ιδιαίτερα, ο Σολωμός επιχειρεί, όπως μαρτυρούν οι Στοχασμοί του ποιητή που ο Πολυλάς μετέφρασε και παρέθεσε ως εισαγωγή του έργου, να πραγματώσει το "υψηλό" της σιλλερικής θεωρίας μέσα από την τραγική σύγκρουση.

Το "υψηλό", κατά Schiller, ορίζεται ως η νίκη της ηθικής θέλησης ενάντια στις φυσικές εναντιότητες. Προϋποθέτει δηλαδή μια κατάσταση διαταραχής, αντιπαράθεσης και σύγκρουσης ανάμεσα στον ηθικό και το φυσικόν άνθρωπο, στην πνευματική και την υλική του φύση, ή αλλιώς στο "λογικό" και την "αισθαντικότητα" [...].

Ας δούμε τώρα συνοπτικά τα στοιχεία της θεωρίας που ο Σολωμός συνοψίζει στους Στοχασμούς του Β' Σχεδιάσματος των Ελεύθερων Πολιορκημένων. Σύμφωνα με τις ιταλικές αυτές σημειώσεις που αποτελούν υποδείξεις του Σολωμού εις εαυτόν, η ιδεαλιστική πρόθεση του έργου είναι να "σωματοποιήσει" την Ιδέα [...] καταμερίζοντάς την "εις τόσους χαρακτήρες ανδρών και γυναικών εις τους οποίους να ανταποκρίνονται εμπράκτως τα πάντα". Παράλληλα, να "σχηματίσει βαθμηδόν ωσάν μίαν αναβάθραν από δυσκολίες", δηλαδή μια κλιμάκωση τραγικών συγκρούσεων, που θα αρχίζουν από δυνάμεις εξωτερικές και θα κορυφώνονται σε δυνάμεις ηθικές, σύμφωνα με το σιλλερικό ηθικοαισθητικό σύστημα. Υπερβαίνοντας διαδοχικά όλες τις δοκιμασίες, οι ήρωες, φορείς της Ιδέας, πραγματώνουν τη νίκη της ηθικής θέλησης, δηλαδή του πνεύματος, ενάντια στις φυσικές εναντιότητες, δηλαδή τη Μοίρα. Έτσι αποδείχνουν την υπεροχή της ηθικής φύσης του ανθρώπου απέναντι στην υλική, της Ελευθερίας απέναντι στην Ανάγκη, πραγματώνουν δηλαδή το "υψηλό" της σιλλερικής θεωρίας, το οποίο ωθεί την ψυχή "από τον κόσμο των φαινομένων στον Κόσμο των ιδεών, από το υπό όρους στο απόλυτο".»

(Ερ. Καψωμένος, ό.π., σελ. 38-43)

 

«Έχουμε ένα πρώτο σχεδίασμα, κάτι σαν δοκιμή περισσότερο, γύρω στα 1830. Το σημαντικότερο είναι το Β' σχεδίασμα, στον ίδιο στίχο με τον Κρητικό, που το δουλεύει δέκα και παραπάνω χρόνια, από το 1833 ως το 1844. Τότε και ενώ ήταν αρκετά προχωρημένος στη σύνθεση, άρχισε να το ξαναχύνει σε άλλη στιχουργική μορφή, σε δεκαπεντασύλλαβους πάλι, χωρίς όμως το εξωτερικό στολίδι της ομοιοκαταληξίας, ακόμα και χωρίς την τόσο συνηθισμένη στην ελληνική γλώσσα συνίζηση. Μια στιχουργική δομή αυστηρή, σχεδόν ασκητική, με μια εσωτερική αρμονία αινιγματική ακόμα και σήμερα.

Το έργο δεν το ολοκλήρωσε ο Σολωμός. Και το Β' και το Γ' σχεδίασμα το έχουμε σε μια σειρά από "αποσπάσματα", έτσι τουλάχιστον τα ονομάζουμε συνήθως. Αλλά η ονομασία είναι απατηλή. Τα μέρη αυτά δεν είναι αποσπασμένα από ένα ολοκληρωμένο σύνολο, δεν είναι τυχαία θραύσματα σαν τα αποσπάσματα της Σαπφώς ή του Αρχιλόχου. Ο Σολωμός δεν προχώρησε ποτέ στην ολοκλήρωση. Δεν θέλησε ή δεν ενδιαφέρθηκε να εντάξει τα λυρικά αυτά κομμάτια σε ένα σύνολο αφηγηματικό ή "επικολυρικό". Έμεινε στην καθαρή λυρική έκφραση, αδιαφορώντας για τη μη λυρική συνδετική ουσία, προχωρώντας έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε, προς μια κατάκτηση ενός "καθαρού" λυρικού χώρου, πολύ πιο πριν από την εποχή του.»

(Λ. Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 71993, σελ. 148)

 

«Ανάμεσα στα πιο συχνά θέματα της σολωμικής ποίησης είναι εικόνες που παρουσιάζουν τη φύση ως ένα επίγειο παράδεισο, που εξασφαλίζει τις ιδεώδεις συνθήκες για την ανάπτυξη της ζωής, για την ευδαιμονία και πληρότητα των όντων. Τα θέματα αυτά, σε μια πρώιμη περίοδο, συνδέονται με ορισμένους κοινούς ποιητικούς τόπους, της κλασικιστικής προπάντων παράδοσης. Σταδιακά όμως μορφοποιούνται σε πρωτότυπες -χαρακτηριστικά σολωμικές- φόρμουλες μεγάλης ευστοχίας, που συμπυκνώνουν, με εκφραστική λιτότητα, νοηματική πληρότητα και αισθητική εντέλεια, βασικά συστατικά της ποιητικής μυθολογίας του Σολωμού [...].

Η ιδέα που συνοψίζεται στην έκφραση "η παράδεισο της γης" αναπτύσσεται σε τρεις κυρίως αλληλένδετους σημασιακούς άξονες:

1. Ο πρώτος άξονας αντιστοιχεί σε εικόνες που προβάλλουν το ιλαρό πρόσωπο της φύσης, που καλεί τον άνθρωπο στη χαρά της ζωής. Ένα όραμα ομορφιάς, ισορροπίας, αρμονίας που εμπνέει την πίστη στο αγαθό της ζωής και τη θέληση του ανθρώπου να ζήσει και να χαρεί τον κόσμο και τις ζωικές αξίες. Η χαρακτηριστική φόρμουλα είναι "γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα" (Λάμπρος).

2. Ο δεύτερος άξονας [...] απαρτίζεται από εικόνες που εκφράζουν την ευδαιμονία και την πληρότητα των όντων μέσα στη φύση, έναν καθολικό "ευτυχισμό" κατά τη σολωμική έκφραση. Διακρίνουμε δυο ομόλογες θεματικές ενότητες: η μια ζωγραφίζει το μικρόκοσμο της φύσης (το πουλάκι, την πεταλούδα, τη μέλισσα, το σκουληκάκι) σ' ένα χαρούμενο ζωικό οργασμό που στην ώριμη περίοδο εκφράζεται εναλλακτικά με μια κλασικιστική μυθική εικόνα, το χορό του Απρίλη με τον Έρωτα. Την άλλη ομάδα συνιστούν εικόνες ανθρώπινης ευδαιμονίας, χαράς, μακαριότητας μέσα στην αγκαλιά της φύσης (π.χ. ο νιος κολυμπιστής στον Πόρφυρα: "φύση χαμόγελα άστραψες κι εγίνηκες δική του").

3. Ο τρίτος άξονας συντίθεται από εικόνες που εμφανίζουν τη φύση ως πηγή πολιτισμικών αξιών [...]. Έτσι με την ποιότητα των αξιών της η φύση εξασφαλίζει την ευδαιμονία του ανθρώπου και του εμπνέει την πίστη της ζωής.»

(Ερ. Καψωμένος, Διονύσιος Σολωμός. Ανθολόγιο Θεμάτων της Σολωμικής Ποίησης,
Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998, σελ. 25-28)

 

«Ο Σολωμός ξεπερνώντας το διανοητικό σχήμα του Schiller και υπακούοντας στο ποιητικό του αισθητήριο προκρίνει τον πειρασμό της φύσης ως κύρια δοκιμασία, γιατί αντιστοιχεί σε μια σύγκρουση πιο πραγματική και πιο συγκλονιστική για τη νεοελληνική ευαισθησία, αφού αντιπαραθέτει δυο αξίες πρωταρχικές για τη νεοελληνική παράδοση και ιδεολογία, αλλά και για τη σολωμική ανθρωπολογία: το αγαθό της ζωής και την ατομική ανεξαρτησία.

Σ' αυτή λοιπόν την "κατεξοχήν" δοκιμασία το ρόλο του αντίμαχου έχει η φύση και το ρόλο του ήρωα οι πολιορκημένοι [...].

Αλλά ο ήρωας θυσιάζει αυτόβουλα τη ζωή ακριβώς για να μην την εξευτελίσει, από σεβασμό στην ακεραιότητα και της ανθρώπινής του υπόστασης. Εδώ έγκειται η επαναστατική δυναμική αυτής της αξιοκρατίας και μαζί η τραγικότητα της δοκιμασίας. Γιατί η σύγκρουση αξιών διατηρεί όλη της τη σφοδρότητα, καθώς ο ήρωας θυσιάζει τη ζωή επειδή ακριβώς την αγαπά και τη σέβεται στο μέγιστο βαθμό. Έτσι ο ήρωας -σε συμφωνία με έναν κλασικό κανόνα της τραγικής τέχνης _ θριαμβεύει ηθικά μέσα από την καταστροφή.»

(Ερ. Καψωμένος, Ο Σολωμός και η Ελληνική Πολιτισμική Παράδοση,
Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998, σελ. 59-63)

 

«Ο "Πειρασμός" των Ελεύθερων Πολιορκημένων δεν είναι στην κυριολεξία ένα "απόσπασμα", όπως καθιερώθηκε να λέγεται, αλλά μια αυτόνομη λυρική ενότητα, ένα ολοκληρωμένο ποίημα, με αρχιτεκτονική πληρότητα και εσωτερικό λόγο. Δε βρίσκεται σε άμεση —λογική ή αφηγηματική— συνέχεια ούτε με τα προηγούμενα ούτε με τα επόμενα. Και το ίδιο συμβαίνει με όλα σχεδόν τα "αποσπάσματα" του Γ' Σχεδιάσματος. Εκείνο που τα δένει μεταξύ τους είναι ο κοινός θεματογραφικός και λυρικός πυρήνας. Αποτελούν χωριστά στιγμιότυπα του ίδιου δράματος από διάφορες οπτικές (λυρικές και δραματικές) γωνίες. Και απ' αυτή την άποψη το Γ' Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων μοιάζει πιο πολύ με τα συνθετικά έργα της νεότερης ποίησης, που αποτελούνται από περισσότερα αυτόνομα ποιήματα γύρω από το ίδιο λυρικό θέμα (λ.χ., το Μυθιστόρημα του Σεφέρη, το Άξιον Εστί του Ελύτη), παρά με τα επικολυρικά πρότυπα της εποχής του, που ξετυλίγουν οργανικά μια υπόθεση. Ένα ακόμη σημείο όπου ο Σολωμός θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόδρομος.»

(Ερ. Καψωμένος, Καλή 'ναι η μαύρη πέτρα σου. Ερμηνευτικά κλειδιά στο Σολωμό,
Εστία, Αθήνα, 32004, σελ. 115-116)

 

«Τον Φεβρουάριο του 1857 ο Σολωμός βρήκε την ανάπαυσή του στους κόλπους του δημιουργού. Όπως ο καλός υπηρέτης, είχε δουλέψει το τάλαντό του και άφηνε πολλαπλάσια απ' όσα είχε βρει: οι προσπάθειες των προγενεστέρων φαίνονται δοκιμές μπροστά στις επιτεύξεις του. Κι εκεί όπου ο Κάλβος σταμάτησε αυτός μπόρεσε να συνεχίσει και να φθάσει στο σκοπό του. Κληροδότησε την ποίηση στην Ελλάδα, έδωσε στην πατρίδα του τη φωνή που της άξιζε, και σύνθεσε για πρώτη φορά σε ενότητα την ελληνική ποιητική παράδοση.

Όμως αξίζει ακόμη να τονιστεί και μια άλλη, γενικότερη —αν γίνεται— προσφορά στην παιδεία μας: η κριτική. Με τον Σολωμό, του Διαλόγου πριν και, ύστερα, των στοχασμών που κατέγραφε ετοιμάζοντας τις ποιητικές του συνθέσεις, έχουμε την άσκηση του κριτικού νου, με αισθητικές προϋποθέσεις, επάνω στα αντικείμενα της τέχνης. Τέλος, θυμίζω τη συμβολή του στον πεζό λόγο, με το Διάλογο, πάλι και με τη Γυναίκα της Ζάκυθος.»

(Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας,
Ίκαρος, Αθήνα, 1985, σελ. 242)

 

«Ο Πόρφυρας είναι ένα από τα πιο δύσκολα στην ερμηνεία τους ποιήματα του Σολωμού. Στο κέντρο βρίσκεται η σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης [...]. Η ωραιότητα της φύσης είναι το μέσο με το οποίο ο κολυμβητής φτάνει στη μυστικιστική κατάσταση που περιγράφεται στην αρχή του μέρους 7 του ποιήματος. Αλλά ο καρχαρίας —"η άλογη τερατώδης δύναμη", όπως την ονομάζει ο Σολωμός— είναι και αυτός μέρος της φύσης. Η συνειδητοποίηση του δικού του δεσμού με τη φύση κάνει τον κολυμβητή ικανό να κερδίσει μια πνευματική νίκη εις βάρος της φύσης τη στιγμή ακριβώς που το σώμα του ηττάται από μία από τις δυνάμεις αυτής της φύσης. Η βιαιότητα του καρχαρία δεν υπονοεί ότι ολόκληρη η φύση είναι θηριώδης και βίαιη, αλλά σίγουρα δείχνει ότι η φύση έχει και θετική και αρνητική πλευρά, οπότε ενέχει κινδύνους για την ανθρώπινη ψυχή [...] το μήνυμα της ευδαιμονικής φώτισης του κολυμβητή είναι ότι ουσιαστικά αυτός δεν ανήκει στον φυσικό αλλά στον πνευματικό κόσμο.»

(Π. Μάκριτζ, Διονύσιος Σολωμός, μτφρ. Κατ. Αγγελάκη-Ρουκ, Καστανιώτης,
Αθήνα, 1995, σελ. 192-193)

 

3. Τα κείμενα

α. Ελεύθεροι Πολιορκημένοι

Διδακτικές επισημάνσεις

Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι είναι η πιο διάσημη σολωμική σύνθεση. Το περιεχόμενό της αναφέρεται στο ιστορικό γεγονός της πολιορκίας και της εξόδου του Μεσολογγίου. Είναι το πιο «αποσπασματικό» από τα έργα της ωριμότητας του ποιητή και μας παραδόθηκε με τη μορφή τριών Σχεδιασμάτων (Α, Β, Γ), ύστερα από την προσεκτική, όσο και εμβριθή παρέμβαση του Ιάκωβου Πολυλά, που πρώτος έφερε στο εκδοτικό φως το σολωμικό έργο, μελετώντας με σχολαστική ευλάβεια το αρχείο του ποιητή. Τα Σχεδιάσματα σε πρώτη ανάγνωση δεν έχουν μεταξύ τους καμιά φανερή χρονική ή αιτιακή οργάνωση. Ωστόσο, τόσο οι επιμέρους ποιητικές μονάδες των Σχεδιασμάτων όσο και ολόκληρα τα Σχεδιάσματα έχουν εσωτερική σύνδεση και πραγματώνουν τη βασική συνιστώσα της σολωμικής ποίησης, που είναι η αέναη αναζήτηση της ποιητικής αρτιότητας.

Γενικά

• Η διδασκαλία των Σχεδιασμάτων δεν πρέπει να επικεντρωθεί στην αναζήτηση ενός λογικού, χρονικού ή αιτιακού ειρμού ανάμεσα στα αποσπάσματα, αλλά να τα αναδείξει ως αυτοδύναμες ποιητικές μονάδες, με τις οποίες ο ποιητής συνεχώς δοκιμάζει τις εκφραστικές του δυνατότητες στην αναζήτηση του σημασιακού πυρήνα. Η διδακτική επεξεργασία της κορυφαίας ποιητικής σύνθεσης του Σολωμού είναι καλό να ξεκινήσει από τους Στοχασμούς του ποιητή (ανθολογούνται οκτώ σε σύνολο δεκαεπτά). Οι Στοχασμοί, χώρος της ελεύθερης σκέψης του ποιητή και ταυτόχρονα της δέσμευσης του δημιουργού, αποτελούν το διανοητικό «εργαστήρι» του, είναι οι άξονες πάνω στους οποίους θα βασιστεί η σύνθεση των Ελεύθερων Πολιορκημένων.

• Θα πρέπει να κατανοηθεί η σχέση και με τα εξωκειμενικά συμφραζόμενα. Στο εισαγωγικό μάθημα, δηλαδή, καλό είναι να παρουσιαστούν συνοπτικά τα γεγονότα στο Μεσολόγγι, ώστε να κατανοήσουν οι μαθητές πώς ένα ιστορικό γεγονός γίνεται ποιητικό όραμα: Η πολιορκία του Μεσολογγίου από τους Τούρκους του Κιουταχή και τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ κράτησε δώδεκα μήνες (Απρίλιος 1825-10 Απριλίου 1826). Οι πολιορκημένοι αμύνονται μέσα σε φοβερές συνθήκες με πείνα, στερήσεις, αρρώστιες. Η θέλησή τους και η απόφασή τους να υπερασπιστούν τον τόπο τους είναι ακατάβλητη, ως την ώρα της ηρωικής θυσίας τους που πραγματοποιείται με την Έξοδο, στις 10 Απριλίου.

 

Α' Σχεδίασμα:

Είναι, όπως παρατηρεί ο Πολυλάς, «συνθεμένο εις είδος προφητικού θρήνου εις το πέσιμο του Μεσολογγιού και λυρικό εις το σχήμα».

Οι μαθητές/τριες είναι καλό:

• Να προσέξουν τα διαφορετικά είδη που απαρτίζουν το περιεχόμενο του σχεδιάσματος (πεζό-ποιητικό) και να σχολιάσουν τον τρόπο σύνδεσής τους.

• Να παρατηρήσουν τον προφητικό τόνο του ποιήματος, εντοπίζοντας τα στοιχεία που αντλούνται από την εκκλησιαστική γλώσσα και παράδοση.

• Να διατυπώσουν απόψεις σχετικά με τη «θεόπνευστη ψάλτρα» σε σχέση και με άλλες γυναικείες μορφές της σολωμικής ποίησης (Ελευθερία, Ελλάδα, Δόξα, κ.ά).

• Να βρουν τα ιστορικά στοιχεία που ενσωματώνονται στο απόσπασμα. •Να σχολιάσουν τη φράση με την οποία κλείνει η πρώτη ενότητα του σχεδιάσματος.

 

Β' Σχεδίασμα:

Οι μαθητές/τριες μπορούν:

• Να βρουν τα κοινά θέματα με το Α' Σχεδίασμα και ειδικότερα να συγκρίνουν την ενότητα 1 του Β' Σχεδιάσματος με την ενότητα 2 του Α' Σχεδιάσματος.

• Να παρατηρήσουν πώς αισθητοποιείται ποιητικά η κατάσταση της πείνας.

• Να σχολιάσουν πώς επιδρά η πείνα, ως φυσικό εμπόδιο, στους Πολιορκημένους και στον ηθικό αγώνα τους.

• Να παρατηρήσουν πώς αντιπαρατίθεται ο άνδρας-πολεμιστής στην πείνα.

• Να συζητήσουν το περιεχόμενο της λέξης «καλός».

• Να βρουν τα εκφραστικά μέσα με τα οποία περιγράφεται η ομορφιά της φύσης.

• Να σχολιάσουν τη σολωμική σύλληψη ότι η «ωραιότης» της φύσης από τη μια εντείνει τις αγωνιστικές προσπάθειες των πολιορκημένων κι από την άλλη «αντιμάχεται» τον ηθικό αγώνα τους, ενισχύοντας τον πόθο τους για ζωή.

• Να σχολιάσουν τον στίχο «Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει», σε σχέση με την παραπάνω επισήμανση.

• Να αναλύσουν το αντιθετικό σχήμα «Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι» και να επισημάνουν τα συναισθήματα των πολιορκημένων που αυτό αποκαλύπτει.

• Να συνειδητοποιήσουν την οργανική σύνδεση των επιμέρους, συνδέοντας όλα τα προηγούμενα με το αμέσως παρακάτω απόσπασμα όπου ο Έλληνας πολέμαρχος σαλπίζει, ακριβώς για να διακόψει τη μαγεία της άνοιξης που θέτει σε κίνδυνο τον αγώνα των Μεσολογγιτών.

• Να παρατηρήσουν, με αφορμή την «περιπαίχτρα σάλπιγγα», με ποια εκφραστικά μέσα προβάλλεται αφενός η εξάντληση των πολιορκημένων και αφετέρου η ζωτικότητα του εχθρού.

• Να βρουν την εσωτερική σύνδεση των υπόλοιπων πεζών και ποιητικών μερών του αποσπάσματος, επισημαίνοντας τα ιστορικά στοιχεία τους (οι πολιορκημένοι περιμένουν να φτάσει ο φιλικός στόλος, οι πολιορκητές δίνουν υποσχέσεις ζωής, κ.λπ.).

• Να σχολιάσουν τη γεμάτη λυρισμό σκηνή όπου ο πολεμιστής συναντιέται με το «χρυσότερο από τα ονείρατά» του και να εκφράσουν απόψεις για τον λειτουργικό ρόλο της μέσα στη ζοφερή ποιητική ατμόσφαιρα.

• Να διακρίνουν τα θεατρικά στοιχεία (ευθύς λόγος, σκηνογραφικές λεπτομέρειες) στη σκηνή όπου συνομιλούν οι γυναίκες και να σχολιάσουν τον στίχο-θέση του ποιητή, «θαυμάζω τις γυναίκες μας και στ' όνομά τους μνέω».

• Να απαντήσουν στο ερώτημα πώς αντιλαμβάνονται τη στάση των γυναικών ως «εξωτερική δύναμη που τους καταπολεμάει» [σσ. τους πολιορκημένους του Μεσολογγίου].

• Να παρατηρήσουν ποιες είναι οι τελευταίες κινήσεις των πολιορκημένων πριν από την ηρωική τους έξοδο και να προσπαθήσουν να περιγράψουν τα συναισθήματά τους.

• Με αφορμή την ενότητα 16 αλλά και ολόκληρο το Σχεδίασμα, να συνθέσουν το ποιητικό όραμα του αγωνιστή.

• Να εμβαθύνουν συνολικά στο νόημα και στο μεγαλείο της θυσίας των Πολιορκημένων, σχολιάζοντας τον εμβληματικό στίχο «Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος».

 

Γ Σχεδίασμα:

Οι μαθητές/τριες πρέπει:

• Να σχολιάσουν τη λειτουργία του πρώτου αποσπάσματος: επίκληση-προσευχή.

• Να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με το ποια μπορεί να είναι η Μητέρα του ποιήματος.

• Να παρατηρήσουν στο δεύτερο απόσπασμα την ποιητική μορφή του γέρου και να σχολιάσουν τον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής τον συνδέει με τον αγώνα των Μεσολογγιτών.

• Να περιγράψουν και να σχολιάσουν την εικόνα των πολεμιστών που βρίσκονται ενωμένοι κάτω από το εθνικό σύμβολο της σημαίας (3ο και 4ο απόσπασμα).

• Να εκτιμήσουν την ανδρεία, την αποφασιστικότητα και την υπέρτατη θυσία που πραγματοποιούν οι αγωνιστές στον βωμό των ιδανικών, όπως προβάλλονται στο 12ο και 13ο απόσπασμα και ειδικά στο μνημειώδη στίχο: «Δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά, κι ελεύθεροι να μείνουν».

 

«Ο Πειρασμός»:

Ιδιαίτερα χρήσιμες για την προσέγγιση του ποιήματος «Ο Πειρασμός» είναι οι επισημάνσεις του Ερ. Καψωμένου: «[...] η Φεγγαροντυμένη του "Πειρασμού" αντιπροσωπεύει μια όραση του κόσμου που καταξιώνει την επίγεια ζωή. Εκφράζει τη σχέση ισορροπίας ανθρώπου-Κόσμου, πηγή ευδαιμονίας και υπαρξιακής πληρότητας. Μ' αυτό το νόημα αντιπροσωπεύει πράγματι το συγκλονιστικότερο κάλεσμα της ζωής, γιατί απλούστατα απογυμνώνει το θάνατο από κάθε έρεισμα που θα μπορούσε να το δικαιώσει. Προβάλλει μπροστά στα μάτια των πολιορκημένων την επίγεια ζωή ως το κατεξοχήν πεδίο δικαίωσης και μακαριότητας.»

Οι μαθητές/τριες πρέπει:

• Να προσέξουν την επιγραμματική λειτουργία του πρώτου στίχου με τον οποίο ο ποιητής «μας ρίχνει ακαριαία στη μέση του ερωτικού οργασμού της φύσης».

• Να ανταλλάξουν απόψεις σχετικά με το περιεχόμενο που αποκτούν οι προσωποποιημένες μορφές-σύμβολα του Έρωτα και του Απρίλη.

• Να σχολιάσουν τον δεύτερο στίχο (τι σημαίνουν οι λέξεις «καλή» και «γλυκιά»).

• Να βρουν ποια στοιχεία της φύσης παίρνουν μέρος στον χορό που οδηγούν ο Έρωτας και ο Απρίλης.

• Να σχολιάσουν την ποιητική μορφή του Αλαφροΐσκιωτου, ως την «ψυχή της λαϊκής παράδοσης που επιστρατεύεται για να προσπελάσει το απόκρυφο για τα κοινά μάτια μυστήριο της Φύσης» (Καψωμένος).

• Να εστιάσουν στη λειτουργία του τελευταίου στίχου (τη διαλεκτική του σχέση με τους 21 προηγούμενους).

• Να προβληματιστούν γύρω από το τι αισθητοποιεί η ντυμένη με το φως του φεγγαριού κορασιά που με την εμφάνισή της κλείνει την ενότητα.

• Να εξετάσουν, τέλος, συγκριτικά τον «Πειρασμό» του Γ' Σχεδιάσματος με το απόσπασμα από το Β' Σχεδίασμα «Ο Απρίλης με τον Έρωτα.» και ιδιαίτερα να σχολιάσουν το νόημα του στίχου «Όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει».

 

Παράλληλο κείμενο

Δ. Σολωμός, Κρητικός (απόσπασμα)

«Ακόμη εβάστουνε η βροντή.

Κι η θάλασσα, που σκίρτησε, σαν το χοχλό που βράζει,

Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,

Σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχθηκε όλα τ' άστρα.

Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση

Κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν' αφήσει.

Δεν είν' πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας

Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας,

Όμως κοντά στην κορασιά που μ' έσφιξε κι εχάρη,

Εσειότουν τ' ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι.

Και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει,

Κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μια φεγγαροντυμένη.

Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεΐκιά θωριά της,

Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.»

(Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Λυκείου, Θεωρητική Κατεύθυνση, Ο.Ε.Δ.Β., σελ. 19-20)

 

• Να συγκρίνετε το παραπάνω απόσπασμα με τον «Πειρασμό» του Γ' Σχεδιάσματος ως προς το περιεχόμενο και τη μορφή.

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Αλεξίου Στ. [Επιμέλεια-εισαγωγή], Δ. Σολωμού Ποιήματα και Πεζά, Στιγμή, Αθήνα, 1994.

Δημαράς Θ. Κ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθήνα, 61985.

Δημηρούλης Δ., Φάκελος «ΔιονύσιοςΣολωμός»: Ανατομία ενός εθνικού θρίλερ, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003.

Καψωμένος Ερ., Καλή 'ναι η μαύρη πέτρα σου. Ερμηνευτικά κλειδιά στο Σολωμό, Εστία, Αθήνα, 32004.

Καψωμένος Ερ., Διονύσιος Σολωμός: Ανθολόγιο θεμάτων της σολωμικής ποίησης, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998.

Καψωμένος Ερ., Ο Σολωμός και η Ελληνική Πολιτισμική Παράδοση, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 1998.

Κεχαγιόγλου Γ., «Θέματα του Πόρφυρα και η σολωμική ποίηση», Υδρία, τεύχος 16, Μάιος-Ιούλιος 1975, σελ. 63-70.

Κεχαγιόγλου Γ., «Προτάσεις για τον Πόρφυρα του Σολωμού», Αφιέρωμα στον ΚαθηγητήΛίνο Πολίτη, Θεσσαλονίκη, 1979, σελ. 153-184.

Κριαράς Εμμ., Διονύσιος Σολωμός, Ο βίος και το έργο, Εστία, Αθήνα, 1969.

Μάκριτζ Π., Διονύσιος Σολωμός, μτφρ. Αγγελάκη-Ρουκ, Καστανιώτης, Αθήνα, 1995.

Μαστροδημήτρης Δ. Π., Η Ποίηση του Νέου Ελληνισμού. Ανθολογία, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα, 72004. Παλαμάς Κ., Διονύσιος Σολωμός, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Ερμής, Αθήνα, 1981.

Πολίτης Λ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1993. - [επιμέλεια]:

Διονυσίου Σολωμού Άπαντα, τόμος 1ος, Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα, 3, 1971

Διονυσίου Σολωμού Άπαντα, τόμος 2ος, Ποιήματα και Πεζά, Ίκαρος, Αθήνα, 2, 1969.

Σεφέρης Γ., Δοκιμές, τόμοι Α', Β', Ίκαρος, Αθήνα, 5, 1984.

 

Αφιερώματα

Διαβάζω, «Δ. Σολωμός», τ. 213, 1989.

Φιλολογική, «Διονύσιος Σολωμός», Π.Ε.Φ., Αθήνα, 1998.

Περίπλους, «Διονύσιος Σολωμός», τ. 46-47, Ιούλιος 1998-Φεβρουάριος 1999.

Ομπρέλα, τεύχος 42, Αθήνα, 1998.

pano

 


 

Διονύσιος Σολωμός
Βιογραφικό σημείωμα
Η Επτανησιακή Σχολή, Ο Διονύσιος Σολωμός, ΙΣΤΟΡΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Για τη ζωή και το έργο του [πηγή: Ανεμόσκαλα (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα) Διονύσιος Σολωμός. Για τη ζωή και το έργο του [πηγή: Ανεμόσκαλα (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα)]
Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα) Διονύσιος Σολωμός [πηγή: Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα)]
Διαδικτυακές πηγές για τη ζωή και το έργο του Δ. Σολωμού Διαδικτυακές πηγές για τη ζωή και το έργο του Δ. Σολωμού
Καντάτα Ελευθερίας (μελοποιημένα αποσπάσματα) [πηγή: Βουλή των Ελλήνων] Καντάτα Ελευθερίας (μελοποιημένα αποσπάσματα) [πηγή: Βουλή των Ελλήνων]
Διάβασε ολόκληρο το ποίημα Ε.Π.
«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», μελοποιημένα αποσπάσματα σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου

Θεόδωρος Βρυζάκης
στη Βικιπαίδεια Θεόδωρος Βρυζάκης
στην Εθνική Πινακοθήκη Θεόδωρος Βρυζάκης
στο paleta art Θεόδωρος Βρυζάκης
στο art 22 Θεόδωρος Βρυζάκης
στο ΝΙΚΙΑΣ Θεόδωρος Βρυζάκης
στο artnet Θεόδωρος Βρυζάκης,
στο eikastikon Θεόδωρος Βρυζάκης
στο Google Art & Culture Google

Νικόλαος Γύζης:
Εθνική Πινακοθήκη Συμεών Σαββίδης,
Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας Συμεών Σαββίδης,
Εικαστικόν eikastikon
Τελόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ. Τελόγλειο
στο art magazine art magazine
στο paleta art paleta1 paleta2
στο art net artnet
στο ΝΙΚΙΑΣ Γύζης Νικόλαος, ΝΙΚΙΑΣ
στο Google Art & Culture Google

Πίνακες ζωγραφικής εμπνευσμένοι από την Έξοδο του Μεσολογγίου

Πολιορκίες του Μεσολογγίου, Ζωγράφος Δ Μεσολόγγι (Απόκρουση επίθεσης κατά Μεσολογγίου) Βύρων-Μεσολόγγι, Βρυζάκης Θ. Μεσολόγγι-Μαυροκορδάτος Μεσολόγγι-Προσωποποίηση Μεσολόγγι, Η έξοδος Μεσολόγγι_Rugendas Η έξοδος του Μεσολογγίου, Βρυζάκης Θ. Σφαγή των Ελλήνων στο Μεσολόγγι, Άγνωστος, Εθνική Πινακοθήκη,Κ.1104 Η έξοδος του Μεσολογγίου Μεσολόγγι, Η έξοδος Η θυσία του Καψάλη, Βρυζάκης Θ. Σκηνή από την Έξοδο του Μεσολογγίου, Francois-Emile de de Lansac Μεσολόγγι, Μετά την έξοδο Delacroix, Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα, 1856

pano

 


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;

Το ποιητικό υποκείμενο είναι...

 

Σε ποιον απευθύνεται;

Απευθύνεται...

 

Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό

Τα ρήματα βρίσκονται...

 

Ποιος είναι ο χώρος;

Ο χώρος του ποιήματος είναι...

 

Ποιος είναι ο χρόνος;

Ο χρόνος του ποιήματος είναι...

 

Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;

Οι εικόνες του ποιήματος είναι...

 

Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)

Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...

 

Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)

Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...

 

Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;

Ο ποιητής....

 

Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)

Το ποίημα είναι γραμμένο σε...

 

Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;

Τα συναισθήματα...

 

pano