102 103 104 105 106 107 Ερ

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α' Λυκείου

Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος


Δεύτερη Περίοδος (1453 - 1669)102

Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος

 

Ο Ερωτόκριτος χαρακτηρίζεται ως αφηγηματικό ποίημα ή έμμετρο μυθιστόρημα. Στους πολυάριθμους στίχους του (πάνω από 10.000) εξιστορούνται οι φάσεις που πέρασε η αγάπη δυο νέων, του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, ώσπου να καταλήξει στο αίσιο τέλος της, τον γάμο. Μέσα σ' αυτή την ιστορία συμπλέκονται και «των αρμάτω οι ταραχές» και «τση φιλιάς η χάρη», για να προβληθούν και τα άλλα γνωρίσματα του ιπποτικού πνεύματος, η αξία της παλικαριάς και της φιλίας.

Ως άνθρωπος της Αναγέννησης και ως Ελληνας, ο ποιητής διαλέγει για χώρο της δράσης την αρχαία Αθήνα, όχι όμως όπως τη γνωρίζουμε από την ιστορία. Στον Ερωτόκριτο τα γεγονότα διαδραματίζονται σ' έναν κόσμο αόριστο ιστορικά, συμβατικό και παραμυθένιο. Το ποίημα διαιρείται σε πέντε μέρη. Στο Α' μέρος παρακολουθούμε πώς γεννιέται και ωριμάζει το αίσθημα των δυο νέων. Στο Β' μέρος περιγράφεται η γιόστρα (το κονταροχτύπημα) που οργανώνει ο βασιλιάς Ηρακλής, πατέρας της Αρετούσας, για να τη διασκεδάσει. Ακολουθεί (Γ' μέρος) η συνάντηση των δυο ερωτευμένων και η απόφαση να ανακοινώσει ο Ερωτόκριτος στον βασιλιά την επιθυμία τους να παντρευτούν. Ο βασιλιάς, έξω φρενών από το θράσος του νεαρού, τον εξορίζει και αποφασίζει να παντρέψει την κόρη του με τον πρίγκιπα του Βυζαντίου. Στην άρνηση της την κλείνει στη φυλακή. Ο Ερωτόκριτος, προτού φύγει, αρραβωνιάζεται με την Αρετούσα. Στο μεταξύ ξεσπάει πόλεμος (Δ' μέρος)· ο βασιλιάς των Βλάχων εισβάλλει στο βασίλειο του Ηράκλη. Σε αποφασιστική μάχη ο Ερωτόκριτος, μεταμορφωμένος σε Σαρακηνό, σώζει την κατάσταση. Στο Ε' και τελευταίο μέρος ο βασιλιάς από ευγνωμοσύνη τάζει το μισό βασίλειο στον άγνωστο σωτήρα του. Εκείνος απορρίπτει την προσφορά και ζητά για αντάλλαγμα να παντρευτεί την Αρετούσα. Ο βασιλιάς δέχεται, αλλά εκείνη αρνείται ως τη στιγμή που ο Ερωτόκριτος αποκαλύπτει την ταυτότητά του.

α) [ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΡΑΜΑΝΙΤΗ]103

(Β' μέρος, στίχοι 1047 -1150)

Μεγάλο μέρος στον Ερωτόκριτο κατέχουν οι κονταρομαχίες και οι μονομαχίες. Είναι ένα στοιχείο που τον συνδέει με το ιπποτικό πνεύμα των δυτικών έργων.

Ο πατέρας της Αρετούσας, όπως είπαμε, για να διασκεδάσει την κόρη του οργανώνει αγώνα κονταρομαχίας (γιόστρας). Στο αγώνισμα αυτό δύο ιππείς προσπαθούσαν να ρίξει από το άλογο ο καθένας τον αντίπαλο μ' ένα μακρύ κοντάρι χωρίς αιχμή.

Έρχονται πολλά ρηγόπουλα, για να πάρουν μέρος στον αγώνα. Ανάμεσά τους κι ο Σπιδόλιοντας (ή Σπιθόλιοντας), ασιάτης πολεμιστής από την Καραμανία της Μ. Ασίας, και το ρηγόπουλο της Κρήτης Χαρίδημος. Τα δυο αρχοντόπουλα τα χωρίζει βαθύ οικογενειακό μίσος. Γι' αυτό ζητούν και παίρνουν την άδεια από το βασιλιά να μονομαχήσουν με τα σπαθιά μέχρι θανάτου.

 104

Θεόφιλος, Ερωτόκριτος
Θεόφιλος (Χατζημιχαήλ) (1871-1934), Ερωτόκριτος και Αρετούσα, Μουσείο Λαϊκής Τέχνης, Αθήνα

 

κεγ Ερωτόκριτος [πηγή: Δημώδης Γραμματεία ΚΕΓ]

δεσμός Β. Κορνάρος, «Ερωτόκριτος» [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]

Μονομαχία Ερωτόκριτου – Αρίστου. Από το ρουμάνικο εικονογραφημένο χειρόγραφο του Λογοθέτη Πετράτζε (1878)

Ερωτόκριτος (θεατρική παράσταση, 1969) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος]

Μονομαχία Αίαντα και Έκτορα (Ιλιάδα, ραψωδία Η 206-315) [πηγή: Ομηρικά Έπη Β΄ Γυμνασίου]

 


 

5 Ετότες λέγει ο Κρητικός, ο νιος ο παινεμένος:
«Οπού αποθάνει, απ' όλους σας ας είν' συχωρεμένος»,
και μ' ένα πήδημα ως αϊτός εστάθηκε στο ζάλο
και βάνει χέρα στο σπαθί κι ανίμενε τον άλλο
κι εκείνος πάλι ανάδια του ογλήγορος σιμώνει
10 και διχωστάς παραθεσμιά σα δράκος ξεσπαθώνει·
και σμίγουν τα γδυμνά σπαθιά, σηκώνουν τα σκουτάρια
κι αρχίζουσινε τη μαλιά τούτα τα παλικάρια...
Σα δυο λιοντάρια, όντε βρεθού με πείναν εις τα δάση
και βρου φαητό κι απάνω του το 'να και τ' άλλο αράσσει,
15 μουγκρίζου κι αγριεύγουσι, πεινού, και με το στόμα
και με τα νύχια αράσσουσι και τρέχουν εις το βρώμα,
το 'να και τ' άλλο πολεμά, το βρώμα να κερδέσει,
έτσί 'καμαν και τούτοι οι δυο εις του λαού τη μέση.
Τριγυρισμένους τσ' έχουσι και στέκου και θωρούσι,
20 τον πλια αντρειωμένο από τους δυο δεν ξεύρουσι να πούσι
και μόνο εκείνα τα σπαθιά ανεβοκατεβαίνου
κι ώρες ζερβά τα ζάλα τως κι ώρες δεξά τα πηαίνου.105
Πολλά μεγάλη δύναμην έχει ο Καραμανίτης,
πλιας τέχνης και πλιας μαστοριάς είν' το παιδί της Κρήτης
25 και με την τέχνη συντηρά, την ώρα που μαλώνει,
τη χέρα του Σπιθόλιοντα σε ποια μερά ξαμώνει
κι εξώφευγε τσι κοπανιές κι ήβλεπε το σπαθί του
κι ωσάν αϊτός επά κι εκεί επέτα το κορμί του·
σύρνεται οπίσω, πηαίνει ομπρός, ζερβά δεξά γιαγέρνει
30 και πρίχου σώσει η κοπανιά εις το σπαθί την παίρνει
κι όποιο σπαθί είχ' έτοια βαφή, σίδερο δεν το πιάνει
ουδέ ποτέ τσακίζεται ουδ' αδοντιά δεν κάνει.
Πότε και λίγο του 'διδε κι απάνω εις το σκουτάρι,
στη γη κομμάτια το 'ριχνε το φοβερό λιοντάρι.
35 Ήστεκεν ο Χαρίδημος σαν άντρας κι ανιμένει
κι εγύρευγε να βρει καιρόν η χέρα η τιμημένη.
Δε θέλει δίχως διάφορον οι κοπανιές να πηαίνου,
ωσάν επηαίναν του θεριού τ' άγριου του θυμωμένου,
που πότε εβάρειε το σπαθί, πότες εις το σκουτάρι,
40 μ' αυτήνες οι λαβωματιές δεν έχουνε τη χάρη.
Μα τούτος έχει απομονή και πολεμά με γνώση
κι εγύρευγε τονε ανοικτό, για να τόνε λαβώσει,
και πάντα ομπρός στα μάτια του με το σπαθί ξαμώνει,
για να τόνε κρατεί μακρά, να μην πολυσιμώνει.
45 Με τον καιρό ο Χαρίδημος τη χέρα χαμηλώνει
κι ηύρε του το μερί ανοικτό, δαμάκι το λαβώνει.
Σ' κείνο τον τόπο του 'βγαλε τότες το πρώτον αίμα
κι αρχίσασι κι εχαίρουντα κείνοι οι πολλοί οπού τρέμα·
λιγάκι τον ελάβωσε, πούρι το αίμα εβγήκε
50 και το σπαθί του εις το μερί λαβωματιά τού αφήκε
κι ωσάν τεχνίτης στ' άρματα πάντα καιρό γυρεύγει106
με γνώση και με μαστοριά να κρούγει και να φεύγει.
Τη δεύτερη λαβωματιά στο στήθος του την κάνει
κι ήτον ετούτη ακρόκαλη, αίμα πολύ του βγάνει.
55 Γυρεύγει τόπο και καιρόν εκείνη την ημέρα
να κάμει μια μαλιά καλήν η τιμημένη χέρα.
Ως είδεν ο Σπιθόλιοντας τα αίματα κι ετρέχα
στο στήθος του και στο μερί και το κορμί του εβρέχα,
εμούγκρισε, εταράχτηκε κι ωσά λιοντάρι αγριεύγει
60 και να βαρεί του Κρητικού τόπο να βρει γυρεύγει
μηδέ ποτέ το πέλαγος έτοιας λογής μανίζει
σ' τσ' ανεμικές του Γεναριού, όντε βρονά κι αφρίζει,
σ' καιρό που ανακατώνεται με ταραχή μεγάλη,
κι όντε σκορπά τα κύματα όξω στο περιγιάλι,
65 σαν ήκαμε ο Σπιθόλιοντας στα αίματα οπού εθώρει
κι έτρεχαν και να γδικιωθεί ακόμη δεν εμπόρει.
Εδάγκανε τα χείλη του, μέσα η καρδιά του βράζει,
δράκοντας κι όχι ανθρωπινό το πρόσωπο του μοιάζει
κι ήσυρε μουγκαλισματιάν έτσι πολλά μεγάλη,
70 που το πατάρι εσείστηκε από μια μεράν ως άλλη,
κι εφάνη, κι ήτονε βροντή, οπού απ' τα ύψη αρχίζει
και κάνει ταραχή πολλή, τα νέφαλα ξεσκίζει
και με πολύ συχαλασμό στα βάθη κατεβαίνει·
εδέτσι κι απ' το στόμα του ο μουγκρισμός εβγαίνει.
75 Μανίζει με τα χέρια του και το σπαθί του ψέγει
κι εις κείνες τες λαβωματιές να γδικιωθεί γυρεύγει.
Εμάζωξε σαν το θεριό όλη τη δύναμη του
κι όσο μπορεί ψηλά ψηλά σηκώνει το σπαθί του
κι απόκει τρέχει απάνω του με το αγριωμένο χέρι
80 κι εξάμωσε να του βαρεί στης κεφαλής τα μέρη·
κι ο Κρητικός ογλήγορος σηκώνει το σκουτάρι,107
βάνει το προς την κεφαλή, την κοπανιά να πάρει·
κι εβλέπησε την κεφαλή, γιατί απ' ομπρός το βάνει·
και δίδει του μια κοπανιά και μέσα εις δυο το κάνει
85 και πέφτει κάτω το μισό, τ' άλλο μισό απομένει
κι ευρέθηκε κι η χέρα του λιγάκι λαβωμένη.
Τότε, σαν είδε ο Κρητικός και το σκουτάρι εχάσε,
εις άλλο μόδο πολεμά κι άλλη βουλήν επιάσε·
πλια δυνατός εγίνηκε και πλια άφοβα μαλώνει·
90 ζάλο δεν κάνει οπίσω πλιο, μα όσο μπορεί σιμώνει·
και δεν του εφαίνετο καιρός, να στέκει ν' ανιμένει·
πόδας τον πόδαν ήμπωθε, και πάντα μέσα μπαίνει·
στρέφεται χάμαι και θωρεί και το κορμί μουλώνει
και με μεγάλη μαστοριά στα πόδια του ξαμώνει·
95 εθάρρεψε ο Σπιθόλιοντας κι εκεί θε να του δώσει
και χαμηλώνει τ' άρματα να μην τόνε λαβώσει.
Ετότες ο Χαρίδημος του φάνη να 'ναι η ώρα
να δώσει τέλος τση μαλιάς, να κατατάξει η χώρα,
κι εσήκωσεν ως αστραπή το γρήγορό του χέρι,
100 ωσάν τον είδεν ανοικτό στης κεφαλής τα μέρη,
και μπήχνει του όλο το σπαθί εις το λαιμό αποκάτω·
ύπνο τον αποκοίμισε· παντοτινά εκοιμάτο.
Ήπεσε κάτω το θεριό, τα μάτια του γρυλώνει,
φαρμάκι φτει με τους αφρούς, κλάημ' αναδακρυώνει
  κι εμουγκαλίστη τρεις φορές το φοβερό του στόμα
κι εβρόντηξεν ο ουρανός κι εσείστηκε το χώμα
και με μεγάλη ταραχή και μουγκρισμόν ομάδι
επήγε η άγρια του ψυχή στο μαυρισμένον Άδη.

ζάλο: το βήμα.
ανάδια: αντίκρυ.
διχωστάς: δίχως.
παραθεσμιά: η αναβολή.
σκουτάρι (το): ασπίδα.
μαλιά: μάχη.
αράσσω και ράσσω: ορμώ.
βρώμα: το· τροφή.
πλιας τέχνης: περισσότερης τέχνης (γενι κή της ιδιότητας).
συντηρώ: παρατηρώ, βλέπω.
ξαμώνω: απλώνω.
κοπανιά: χτύπημα.
γιαγέρνω: επιστρέφω, γυρίζω.
πρίχου: πριν.
έτοιος: τέτοιος.
αδοντιά: δοντιά.
σκουτάρι: ασπίδα.
διάφορον: κέρδος.
μερί: ο μηρός.
δαμάκι: λίγο.
πούρι: όμως.
έτοιας λογής: έτσι.
μανίζω: οργίζομαι.
ανεμική: δυνατός άνεμος, θύελλα.
εθώρει: θωρούσε.
να γδικιωθεί: να εκδικηθεί.
πατάρι: εξέδρα.
ψέγω: κατηγορώ.
εξάμωσε: είχε σκοπό.
εβλέπησε. βλέπω): προφύλαξε.
μόδος: τρόπος.
βουλή: σκέψη, απόφαση.
ήμπωθε (ρ. αμπώθω): απωθώ, σπρώχνω.
χάμαι: χάμω.
μουλώνω: χαμηλώνω.
να κατατάξει: (ρ. κατατάσσω): να ησυχάσει.
γρυλώνω: γουρλώνω τα μάτια.
αναδακρυώνω: δακρύζω (κλάημα αναδακρυώνει: κλαίει με δάκρυα).

pano

 



 

Ερωτήσεις

  1. Ο αγώνας αρχίζει με μια παρομοίωση· ποιος είναι ο ρόλος της μέσα στο απόσπασμα.
  2. Να βρείτε τις παρομοιώσεις που αναφέρονται στον Καραμανίτη· ποιο ιδιαίτερο γνώρισμα παρουσιάζουν και γιατί;
  3. Ποιες είναι οι ιδιότητες που αντιπαραβάλλονται μέσα στο απόσπασμα και σε ποια δίνει τη νίκη ο ποιητής;
  4. Με τη μονομαχία αυτή μπορούμε να πούμε ότι ο ποιητής εκφράζει έμμεσα τα προσωπικά του αισθήματα; Να τεκμηριώσετε την άποψή σας.

 


 

Α' έκδοση 
Α' έκδοση, Βενετία, «Εις Τυπογραφίαν Αντωνίου του Βόρτολι» 1713.


 

 

1. Εργοβιογραφικά

Ο Βιτσέντζος Κορνάρος, γιος του Ιάκωβου Κορνάρου και της Ζαμπέτας Ντεμέτζο, γεννήθηκε το 1533 1 στο χωριό Τραπεζόντα Σητείας και εγκαταστάθηκε το 1590 στον Χάνδακα ή Κάστρο (το σημερινό Ηράκλειο). Παντρεύτηκε τη Μαριέτα Τζεν (ή Ζένο) και απέκτησε δύο κόρες. Η οικογένειά του, όπως φαίνεται και από τα ονόματά τους, πρέπει να ήταν βενετικής καταγωγής, καθολικοί ελληνόφωνοι άρχοντες. Ο ίδιος υπήρξε μέλος του Συμβουλίου των Ευγενών στον Χάνδακα και αξιωματούχος (Signor di notte, Provveditor alla Sanita κ.λπ.). Πέθανε το 1613 ή 1614 και ενταφιάστηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου.

Έγραψε το θεατρικό έργο Η Θυσία του Αβραάμ (διασκευή του έργου Ισαάκ του Λουίτζι Γκρότο) που τυπώθηκε ανώνυμα το 1696-1697 (ένα χειρόγραφό του είναι χρονολογημένο το 1635), και ανάμεσα στα έτη 1600-1610 το έμμετρο μυθιστόρημα Ερωτόκριτος, το οποίο, αφού κυκλοφόρησε σε χειρόγραφα 2 όλο τον 17ο αιώνα, εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1713 στη Βενετία (τυπογραφία Αντωνίου Βόρτολι).

Ο Ερωτόκριτος αποτελείται από 10.052 δεκαπεντασύλλαβους ζευγαρωτά ομοιοκατάληκτους στίχους, γραμμένους σε πλούσια γλώσσα, και άσκησε μεγάλη επίδραση στην εποχή του και στους Έλληνες ποιητές (Σολωμό, Παλαμά, Σικελιανό, Σεφέρη κ.ά.). Πρότυπό του θεωρήθηκε το πεζό Ρομάντσο του Παρίση και της Βιέννας του Pierre de la Cyprede (έργο γραμμένο στα γαλλικά το 1432 και μεταφρασμένο πολλές φορές στα ιταλικά, από όπου προφανώς το προσέγγισε ο Κορνάρος), το οποίο επί δύο αιώνες είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία.

Πάντως η έλλειψη 3 επαρκών βιογραφικών στοιχείων για τον ποιητή του Ερωτόκριτου ευθύνεται για μια φιλολογική διχογνωμία σχετικά με τη χρονολόγηση. Κατά τον Στ. Ξανθουδίδη, ο οποίος εξέδωσε το έργο το 1915, ο Βιτσέντζος Κορνάρος έζησε στο Ηράκλειο τον 17ο αιώνα και έγραψε το ποίημα ανάμεσα στα έτη 1626 και 1645, όταν άρχισε η πολιορκία του Χάνδακα από τους Τούρκους.

 

2. Η κριτική για το έργο του

«Η βασιλοπούλα Αρετούσα αγάπησε ένα από τα αρχοντόπουλα της αυλής του πατέρα της, τον Ερωτόκριτο. Η ανισότητα όμως της τάξης των δύο ερωτευμένων εμποδίζει τον γάμο τους και ο Ερωτόκριτος φεύγει εξόριστος. Ύστερα, χωρίς να φανερωθεί ποιος είναι, σώζει με την παλληκαριά του τη χώρα του από τους εχθρούς, ακολουθεί η αναγνώριση και ο γάμος των δύο ερωτευμένων. Ο μύθος στις γενικές γραμμές του καθώς και σε πολλά επεισόδια είναι δανεισμένος από ένα δυτικό έργο, Paris et Vienne. Ο Κορνάρος εγνώρισε πάντως το γαλλικό πρωτότυπο σε μια από τις πολλές ιταλικές του μεταφράσεις. επίσης φαίνεται να εγνώρισε και ιταλική διασκευή του από τον Orvietano. Εδώ όμως έχουμε όλα τα υλικά για να εξακριβώσουμε τι εσήμαινε για τον Έλληνα ποιητή η χρησιμοποίηση ενός ξένου έργου. [...] Από την άποψη της εκμετάλλευσης του θέματος, ο Κορνάρος ξεπερνάει το πεζολογικό πρότυπό του, μπάζοντας στις λεπτομέρειες μια θερμή λυρική πνοή, διανθίζοντάς τις με ποιητικές εικόνες και παρομοιώσεις. [...] Από την άποψη του λόγου, έχουμε μια θαυμαστά ώριμη ποιητική γλώσσα, πλούσια, πλαστική μαζί και μελωδική. Από την άποψη του στίχου έναν αψεγάδιαστα δουλεμένο δεκαπεντασύλλαβο, που παρακολουθεί με ίση επιτυχία την καμπύλη του ελληνικού λαϊκού στοχασμού και του ελληνικού λαϊκού στίχου. Η ρίμα, αν εξαιρέσουμε κάποιες συζητήσιμες περιπτώσεις, δεν στέκει κι αυτή χαμηλότερα. Μια υψηλή και ισόρροπη μαζί φαντασία βρίσκεται στην αφετηρία της ποίησης αυτής. Φαντασία δημιουργική σε ό,τι αγγίζει την μορφολογία και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ποιήματος, ισχυρά αναπλαστική σε ό,τι αφορά στο περιεχόμενο. Τι έμεινε από το αρχικό έργο; Ένα σχήμα.

Από μια μυθιστορία της σειράς ο Έλληνας ποιητής έκανε ένα αριστούργημα.»

(Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας,
Ίκαρος, 61975, σελ. 81-83)

 

«Η ιστορική τοποθέτηση της πλοκής, με τους χαρακτηριστικούς αναχρονισμούς της, έδωσε αφορμή στους φιλολόγους να σχολιάσουν δυσμενώς τη μόρφωση του ποιητή. Φαινόταν περίεργο το ότι στο έργο υπάρχουν συγχρόνως από τη μια μεριά η Αθήνα και το βασίλειο της Μακεδονίας, και από την άλλη το Βυζάντιο, οι Βλάχοι και οι Καραμανίτες. Φαινόταν περίεργο το ότι, ενώ η δράση τοποθετείται από τον ποιητή σαφώς στην αρχαιότητα, δεν μνημονεύονται θεοί ή πρόσωπα της εποχής αυτής. Παραξένευε ακόμη το ότι ο Κορνάρος μιλεί για μεσαιωνικά κονταροκτυπήματα στην εποχή των Ελλήνων, καθώς και το ότι αποσιωπά τους Τούρκους, τους Ρωμιούς και τους Βενετούς, ενώ αναφέρει τη Φραγκιά, τη λατινική Δύση. [... ] Στην πραγματικότητα οι τολμηροί αναχρονισμοί του Κορνάρου έγιναν με τη θέλησή του και σύμφωνα με ορισμένο σχέδιο που αποσκοπούσε στον απαρτισμό ενός ιδανικού ποιητικού κόσμου, συστηματικά υπερχρονικού, τοποθετημένου στην ελληνική Ανατολή. Ο κόσμος αυτός θα ήταν αντίστοιχος προς τον κόσμο των παραδόσεων της δυτικής Ευρώπης, που ο ποιητής τον είχε γνωρίσει κυρίως στο έργο του μεγάλου δασκάλου του, του Ιταλού επικού Ariosto. Για τον απαρτισμό του μυθικού αυτού περιβάλλοντος ο Κορνάρος επέλεξε και σύνθεσε πράγματα από διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Αρκετοί υπαινιγμοί στοιχείων της αρχαίας μυθολογίας [...], η τοποθέτηση στα προ Χριστού χρόνια, τα αρχαία ή αρχαιοφανή ονόματα των προσώπων, η έξαρση της Αθήνας ως "θρόνου της αρετής και ποταμού της σοφίας", δείχνουν ότι ο ποιητής δεν ήταν απληροφόρητος για την αρχαιότητα ούτε απαλλαγμένος από την αρχαιολατρική τάση της εποχής του. Ο Κορνάρος πέτυχε όμως αριστοτεχνικά την αφομοίωση του λόγιου αυτού στοιχείου μέσα στο ζωντανό νεοελληνικό χαρακτήρα του έργου του.»

(Στ. Αλεξίου, Ερωτόκριτος,
Ερμής, Αθήνα, 1985, σελ. κα'-κβ')

 

«Ο Ερωτόκριτος είναι ένα πολύ μακρύ ποίημα. Έχει δέκα χιλιάδες πενήντα δύο στίχους. Και όμως είναι ποίημα χωρίς ρητορεία. Κάποτε, πραγματικά τραβάει του μάκρους. Αλλά το μάκρος δεν οφείλεται στην επισώρευση λέξεων ή φράσεων χωρίς περιεχόμενο, που είναι μονάχα θόρυβος, μήτε στις ρηματικές υπερβασίες του αντικειμένου που έχει να εκφράσει ο ποιητής. Οφείλεται στις επαναλήψεις που, καθώς νομίζω, αισθάνεται τον εαυτό του υποχρεωμένο να κάνει 4. Λέω αισθάνεται τον εαυτό του υποχρεωμένο να κάνει, γιατί έχω την εντύπωση ότι αυτές οι επαναλήψεις γίνου-νται "κατ' απαίτησιν του κοινού". Είναι με κάποιον τρόπο "μπιζαρίσματα". Στο κονταροχτύπημα λ.χ. παρουσιάζει δεκατέσσερεις αρχοντόπουλους που χτυπιούνται. Και το κονταροχτύπημα του καθενός με τον αντίπαλό του περιγράφεται πάντα με την ίδια φροντίδα της λεπτομέρειας. Αν οι αρχοντόπουλοι ήταν οι μισοί, δε θα πάθαινε τίποτε το ποίημα. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς για τους διαλόγους της Αρετούσας με τη νένα Φροσύνη. Το ίδιο και για άλλα. Όλα αυτά θα ήταν καλύτερα να περιοριστούν 5.

Τέτοιες κρίσεις είναι αυτονόητες για τον σημερινό αναγνώστη, που διαβάζει γρήγορα ένα βιβλίο κι ύστερα το πετά. Αλλά για τους πρώτους αναγνώστες, το διάβασμα ή το άκουσμα ενός ποιήματος σαν τον Ερωτόκριτο ήτανε μια γοητεία. Και η γοητεία αρέσκεται στην επανάληψη. Είναι η ίδια φύση με τη μαγική επωδό. Μια γοητεία που έπρεπε να κρατήσει πολλές βραδιές, ίσως τις βραδιές ενός ολόκληρου χειμώνα. Όταν τέλειωνε το ποίημα, το ξανάπαιρναν από την αρχή. Στο τέλος το μάθαιναν απέξω. Η επανάληψη, κοιταγμένη από αυτή την πλευρά, μοιάζει να είναι μέσα στη φύση των πραγμάτων. Ήτανε μέσα στην ψυχή του ακροατή ή του αναγνώστη, που την περίμεναν προτού μιλήσει ο ποιητής. Και ο ποιητής την εποχή εκείνη δεν ήταν, όπως οι σημερινοί, χωρισμένος από το κοινό του, ήτανε σύμφωνος με τους άλλους ανθρώπους.

Ο ποιητής του Ερωτόκριτου ξέρει να αφηγηθεί και, όταν χρειάζεται, ξέρει να ξεδιπλώσει τη δύναμη του πάθους. Αλλά ο χαρακτήρας του είναι να μιλά "με γνώση και με τρόπο". Δεν έχει συμπάθεια για τα "μεγάλα φτερουγίσματα", όπως συνηθίσαμε να λέμε από την εποχή του ρομαντισμού:

Απ' ό,τι κάλλη έ
χει άνθρωπος, τα λόγια 'χουν τη χάρη
να κάνουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρει,
κι οπού κατέχει να μιλεί με γνώση και με τρόπο,
κάνει να κλαίσιν και γελού τα μάτια των ανθρώπω. (Α 887-90)


Όταν δε χρειάζεται να ξεσπάσει, προτιμά να βηματίζει, και ο βηματισμός του αυτός, όπως κάθε βηματισμός, είναι ένας τρόπος αλυσιδωτός, ο ένας κρίκος βαστιέται από τον άλλον και τον επαναλαμβάνει. Γι' αυτό, φαντάζομαι, παρατηρούμε ένα είδος εμπειρισμό στην πρόοδο του ποιήματος. Δεν εννοώ με τούτο πως ο ποιητής γίνεται κάποτε πεζός. Υπάρχει ένας ποιητικός βηματισμός, ένας ίσος και χαμηλός τόνος που είναι από τα πιο χαρι-τωμένα πράγματα που μας προσφέρει η ποίηση. Είναι αυτό που θα λέγαμε στη μουσική το ρετσιτατίβο.»

(Γ. Σεφέρης, «Ερωτόκριτος», Δοκιμές Α',
Ίκαρος, 51984, σελ. 284-286)

 

«Στην Κρήτη έγινε κατά τη γνώμη μου ό,τι και σ' άλλες λογοτεχνίες της Ευρώπης στα χρόνια της Αναγέννησης. Και οι Ισπανοί λογοτέχνες λ.χ. της εποχής αυτής, μολονότι δέχονταν κι αυτοί την επίδραση των κλασικών και της ιταλικής Αναγέννησης, κατάφεραν να μη διακόψουν τους δεσμούς των με τους προηγούμενους, τους μεσαιωνικούς αιώνες, και μπόρεσαν να διατηρήσουν έτσι, στα λογοτεχνικά τους έργα, και τα αισθήματα και τις ιδέες του δικού τους μεσαίωνα. [... ] Η αναχώνευση των δανεισμένων από άλλα έργα στοιχείων γίνεται με τέτοιο τρόπο από τον Κορνάρο που ο Ερωτόκριτος ως προς ορισμένα χαρακτηριστικά του να τοποθετείται στη γενική ατμόσφαιρα των υστεροβυζαντινών μυθιστορημάτων και των άλλων ποιητικών έργων της ίδιας περίπου εποχής.»

(Ε. Κριαράς, «Ο λαϊκότροπος χαρακτήρας της κρητικής λογοτεχνίας»,

Κρητικά Χρονικά, τ. 7, 1953, σελ. 298 κ.εξ.18)

3. Το κείμενο

Διδακτικές επισημάνσεις

• Να ενταχτεί το έργο του Κορνάρου στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και το συγκεκριμένο απόσπασμα στο σύνολο του Ερωτόκριτου. Μπορεί από την αρχή του μαθήματος να σχολιασθούν ο δημοφιλής του χαρακτήρας και η επίδραση που άσκησε στη λαϊκή τέχνη και στον λαϊκό λόγο (μαντινάδες κ.λπ.).

• Να εντοπιστούν στο έργο στοιχεία της εποχής της Αναγέννησης (καθολικός άνθρωπος, με καλλιεργημένο νου και σώμα, αναφορές στην αρχαιότητα, λατρευτική απεικόνιση της φύσης κ.λπ.).

• Να διερευνηθεί η μορφή του ποιήματος (γλώσσα, στιχουργία), να σχολιασθεί η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο ποιητής, τεχνικά απαλλαγμένη από λόγια και αρχαϊκά στοιχεία, και η καλλιεργημένη ομοιοκαταληξία, που διαθέτει πλούτο και βάθος.

• Να εντοπιστεί η ποικιλία των εκφραστικών μέσων (επαναλήψεις, κλιμακωτά, παρομοιώσεις, πλούτος επιθέτων, εικόνες κ.λπ.) και να συζητηθεί η λειτουργία των λεπτομερών περιγραφών στο κείμενο.

• Να γίνει προσπάθεια να εντοπιστούν οι αξίες των προσώπων και της κοινωνίας, όπως εμφαίνονται στα αποσπάσματα: η γενναιότητα σε αντίθεση προς την κτηνώδη δύναμη, ο σεβασμός προς τους μεγαλύτερους, κ.λπ.

• Να προσεχτεί ο ρόλος της φύσης: δεν αποτελεί απλώς το περιβάλλον, αλλά συμμερίζεται τη χαρά ή και τη θλίψη των ηρώων (στ. 102 α' αποσπάσματος, στ. 3-26 β' αποσπάσματος).

 

Συμπληρωματικές ερωτήσεις-Δραστηριότητες

• Να συγκρίνετε τους εκφραστικούς τρόπους στο ανθολογημένο απόσπασμα του Ερωτόκριτου και στο δημοτικό τραγούδι (π.χ. παραλογές) και να ερμηνεύσετε τις διαφορές που παρατηρείτε.

• Απολαύστε την μελοποίηση του Ερωτόκριτου από τον Νίκο Μαμαγκάκη.

 

Παράλληλα κείμενα

Τα δύο αποσπάσματα στο βιβλίο μπορούν να αποτελέσουν αμφίδρομα το ένα παράλληλο κείμενο του άλλου. Επιπλέον ένα απόσπασμα από τον Κρητικό του Σολωμού, που το αναφέρει και ο Σεφέρης στο δοκίμιό του για τον Ερωτόκριτο, θα φανερώσει με ενάργεια την επίδραση του κρητικού έργου στον νεότερο ποιητή. Το απόσπασμα περιγράφει την αγαπημένη του αφηγητή στη Δευτέρα Παρουσία. Οι μαθητές/τριες μπορούν να εντοπίσουν τις ομοιότητες ως προς τη μορφή (ομοιοκαταληξία, μέτρο, γλώσσα) αλλά και ως προς τη σκηνοθεσία (συμμετοχή της φύσης), ανάμεσα στο συγκεκριμένο απόσπασμα και το εξεταζόμενο έργο του Κορνάρου.

Ψηλά την είδαμε πρωί, της τρέμαν τα λουλούδια
στη θύρα της Παράδεισος που εβγήκε με τραγούδια.
έψαλλε την Ανάσταση χαροποιά η φωνή της,
κι έδειχνεν ανυπομονιά για να 'μπει στο κορμί της.
ο Ουρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος,
το κάψιμο αργοπόρουνε ο κόσμος ο αναμμένος.

 

(Δ. Σολωμός, Ποιήματα και πεζά, επιμ. Στυλιανός Αλεξίου,
Στιγμή, Αθήνα, 1994, σελ. 225)

4. Βιβλιογραφία

Στο έργο Στ. Αλεξίου, Ερωτόκριτος, Ερμής, 1985, υπάρχει επιλογή βιβλιογραφίας, καθώς και ανθολόγηση κριτικογραφίας για τον μελετητή /τρια που θα ήθελε να ασχοληθεί περαιτέρω.


1 Σύμφωνα με την άποψη του Στυλιανού Αλεξίου και άλλων ερευνητών.

2. Από τα οποία σώζεται μόνο ένα στο Βρετανικό Μουσείο, γραμμένο στη Ζάκυνθο το 1710.

3. «Μπορεί να πει κανείς ότι ξέρουμε πολύ πιο πραγματικά τους ανθρώπους που ζούσαν την εποχή του Ομήρου ή την εποχή του Συμποσίου, παρά τους ανθρώπους που έβλεπαν την Ερωφίλη στο θέατρο». Γιώργος Σεφέρης, «Ερωτόκριτος», Δοκιμές Α', Ίκαρος, 51984, σελ. 274.

4. «Αυτά, χωρίς να λογαριάζω τις επαναλήψεις που είναι φυσικό να προέρχονται από την προφορική μετάδοση του κειμένου ως τον καιρό που πρωτοτυπώθηκε.»

5. «Υπάρχουν και οι επαναλήψεις-ιντερμέδια, όπως η αφήγηση της ερωτικής περιπέτειας του αρχοντόπουλου της Κρήτης.»

pano

 


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;

Το ποιητικό υποκείμενο είναι...

 

Σε ποιον απευθύνεται;

Απευθύνεται...

 

Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό

Τα ρήματα βρίσκονται...

 

Ποιος είναι ο χώρος;

Ο χώρος του ποιήματος είναι...

 

Ποιος είναι ο χρόνος;

Ο χρόνος του ποιήματος είναι...

 

Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;

Οι εικόνες του ποιήματος είναι...

 

Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)

Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...

 

Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)

Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...

 

Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;

Ο ποιητής....

 

Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)

Το ποίημα είναι γραμμένο σε...

 

Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;

Τα συναισθήματα...

 

pano