24 25 26 27 Ερ

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α' Λυκείου

Παραλογές, Του νεκρού αδελφού


Πρώτη Περίοδος (10ος αι. – 1453) Το δημοτικό τραγούδι24

Παραλογές, Του νεκρού αδελφού

 

Η υπερφυσική ιστορία του νεκρού αδελφού, που τον σηκώνουν από το μνήμα οι κατάρες της μάνας, για να εκπληρώσει την υπόσχεση που έδωσε, είχε, όπως μαρτυρούν οι πολλές παραλλαγές, ευρύτατη διάδοση όχι μόνο σε όλο τον ελληνικό χώρο, αλλά και στους βαλκανικούς και τους άλλους λαούς της Ευρώπης.

Η προέλευση του τραγουδιού αυτού έχει απασχολήσει πολύ τους μελετητές. Σήμερα όλοι συμφωνούν ότι το τραγούδι είναι από τα πιο παλιά ελληνικά τραγούδια και πλάστηκε πριν από τον 9ο μ.Χ. αιώνα στην περιοχή της Μ. Ασίας. Ακόμη υποστηρίζεται ότι ο μύθος του συνδέεται με την αρχαία μυθολογία, την επάνοδο του Άδωνη στη γη ή την ιστορία της Δήμητρας και της Κόρης.

Το θέμα το έχουν χρησιμοποιήσει στα έργα τους πολλοί λογοτέχνες, Έλληνες και ξένοι. Ο C. Fauriel είχε επισημάνει τις ομοιότητες που παρουσιάζει η μπαλάντα Λεονόρα (1773) του Γερμανού ποιητή G. A. Bürger με το Τραγούδι του νεκρού αδελφού. Από τους Έλληνες δραματοποίησαν το τραγούδι ο Αργ. Εφταλιώτης, ο Φώτος Πολίτης και ο Ζ. Παπαντωνίου.

 


 

5 Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη,
την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη,
την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε!
 Στα σκοτεινά την έλουζε, στ' άφεγγα τη χτενίζει,
στ' άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της.
10 Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα,
να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.
Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει.
«Μάνα μου, κι ας τη δώσομε την Αρετή στα ξένα,
στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,
15 αν πάμ' εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε.
- Φρόνιμος είσαι, Κωσταντή, μ' άσκημα απιλογήθης.
Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια,
κι αν τύχει πίκρα γή χαρά, ποιος πάει να μου τη φέρει;
- Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους αγιούς μαρτύρους,
20 αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια,25
αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω».

Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,
κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοι
κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν,
25 βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο.
Σ' όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ' όλα μοιρολογιόταν,
στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της.
«Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε,
οπού μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα!
30 το τάξιμο που μου 'ταξες, πότε θα μου το κάμεις;
Τον ουρανό 'βαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους,
αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις».
Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα,
η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε.
35 Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ' άστρο χαλινάρι,
και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει.

Παίρνει τα όρη πίσω του και τα βουνά μπροστά του.
Βρίσκει την κι εχτενίζουνταν όξου στο φεγγαράκι.
Από μακριά τη χαιρετά κι από κοντά της λέγει:
40 «Άιντε, αδερφή, να φύγομε, στη μάνα μας να πάμε.
-   Αλίμονο, αδερφάκι μου, και τι είναι τούτη η ώρα;
Αν ίσως κι είναι για χαρά, να στολιστώ και να 'ρθω,
κι αν είναι πίκρα, πες μου το, να βάλω μαύρα να 'ρθω.
- Έλα, Αρετή, στο σπίτι μας, κι ας είσαι όπως και αν είσαι».
45 Κοντολυγίζει τ' άλογο και πίσω την καθίζει.

Στη στράτα που διαβαίνανε πουλάκια κιλαηδούσαν,
δεν κιλαηδούσαν σαν πουλιά, μήτε σαν χελιδόνια,
μόν' κιλαηδούσαν κι έλεγαν ανθρωπινή ομιλία:
«Ποιος είδε κόρην όμορφη να σέρνει ο πεθαμένος!
50
-   Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;
-   Πουλάκια είναι κι ας κιλαηδούν, πουλάκια είναι κι ας λένε».
Και παρεκεί που πάγαιναν κι άλλα πουλιά τούς λένε:
«Δεν είναι κρίμα κι άδικο, παράξενο μεγάλο,
να περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους!
55 -   Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;26
πως περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους.
-   Απρίλης είναι και λαλούν και Μάης και φωλεύουν.
- Φοβούμαι σ', αδερφάκι μου, και λιβανιές μυρίζεις.
- Εχτές βραδίς επήγαμε πέρα στον Αϊ-Γιάννη,
60 κι εθύμιασέ μας ο παπάς με περισσό λιβάνι».
Και παρεμπρός που πήγανε, κι άλλα πουλιά τούς λένε:
«Για ιδές θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο,
τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!»
Τ' άκουσε πάλι η Αρετή κι εράγισε η καρδιά της.
65 «Άκουσες, Κωσταντάκη μου, τι λένε τα πουλάκια;
-   Άφησ', Αρέτω, τα πουλιά κι ό,τι κι α θέλ' ας λέγουν.
-   Πες μου, πού είναι τα κάλλη σου, και πού είν' η λεβεντιά σου,
και τα ξανθά σου τα μαλλιά και τ' όμορφο μουστάκι;
- Έχω καιρό π' αρρώστησα και πέσαν τα μαλλιά μου».
70
Αυτού σιμά, αυτού κοντά στην εκκλησιά προφτάνουν.
Βαριά χτυπά τ' αλόγου του κι απ' εμπροστά της χάθη.
Κι ακούει την πλάκα και βροντά, το χώμα και βοΐζει.
Κινάει και πάει η Αρετή στο σπίτι μοναχή της.
Βλέπει τους κήπους της γυμνούς, τα δέντρα μαραμένα
75 βλέπει το μπάλσαμο ξερό, το καρυοφύλλι μαύρο,
βλέπει μπροστά στην πόρτα της χορτάρια φυτρωμένα.
Βρίσκει την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένα,
και τα σπιτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.
Κτυπά την πόρτα δυνατά, τα παραθύρια τρίζουν.
80 «Αν είσαι φίλος διάβαινε, κι αν είσαι εχτρός μου φύγε,
κι αν είσαι ο Πικροχάροντας, άλλα παιδιά δεν έχω,
κι η δόλια η Αρετούλα μου λείπει μακριά στα ξένα.
-   Σήκω, μανούλα μου, άνοιξε, σήκω, γλυκιά μου μάνα.
- Ποιος είν' αυτός που μου χτυπάει και με φωνάζει μάνα;
  -   Άνοιξε, μάνα μου, άνοιξε κι εγώ είμαι η Αρετή σου».

Κατέβηκε, αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δύο.

μπάλσαμο, καρυοφύλλι: μυριστικά φυτά του κήπου.

 


27

Ερωτήσεις

  1. Ποιες σκέψεις και διαθέσεις σάς υποβάλλουν οι επτά πρώτοι στίχοι;
  2. Τι φανερώνει η συζήτηση στο οικογενειακό συμβούλιο (α) για τον τύπο της οικογένειας και (β) για τις αντιλήψεις των μελών της οικογένειας;
  3. Ποιος είναι ο ρόλος του όρκου μέσα στο τραγούδι;
  4. Ποια σημάδια βοηθούν την Αρετή να συνειδητοποιήσει σταδιακά ότι ο αδελφός της είναι πεθαμένος;
  5. Το τραγούδι κινείται ανάμεσα σε δυο κόσμους: τον κόσμο του πραγματικού και τον κόσμο του φανταστικού. Να βρείτε πώς συνυφαίνονται οι δυο αυτοί κόσμοι, αφού επισημάνετε τα σχετικά χωρία.
  6. Από τα στοιχεία του τραγουδιού να βρείτε μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά των παραλογών, ως προς το θέμα και τη μορφολογία.
  7. Ο τρόπος που καλούσαν τον νεκρό να βγει από τον τάφο για να βοηθήσει σε μια δύσκολη κατάσταση είναι γνωστός ως «ανακάλεμα». Διαβάστε από τη μετάφραση του I. Γρυπάρη τους στίχους του Αισχύλου (Πέρσες, 628-680). Βρίσκετε ομοιότητες με τους στίχους 22-29 του τραγουδιού μας;

Manousakis

Μιχάλης Μανουσάκης (γεν. 1953), Τοπίο (1992)

δ. Ν.Γ. Πολίτης, «Το δημοτικόν άσμα περί του Νεκρού Αδελφού» [πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κρήτης]

δ. Α. Εφταλιώτης, «Ο Βουρκόλακας» (παράλληλο κείμενο) [πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κρήτης]

δ. Ζ. Παπαντωνίου, «Ο όρκος του πεθαμένου» (παράλληλο κείμενο) [πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κρήτης]

δ. Gottfried August Bürger, «Ελεωνόρα» (παράλληλο κείμενο) [πηγή: Ανέμη - Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Πανεπιστημίου Κρήτης]

δ. «Του νεκρού αδελφού. Το τραγούδι της Αρετής» (καταγραφή και ηχογράφηση) [πηγή: Καλλιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου]

δ. Η παραλογή «Του νεκρού αδερφού» σε τρεις βαλκανικές παραλλαγές

δ. Αισχύλος, «Πέρσες» (στ. 628-680) Μιχάλης Μανουσάκης (γεν. 1953), Τοπίο (1992)

 

 

 

1. Η κριτική για το έργο

«Το άσμα περί του αδελφού, όστις αποθανών εγείρεται του τάφου προς εκτέλεσιν ιεράς υποσχέσεως και φέρει εις την απορφανισθείσαν μητέρα το μόνον επιζήσαν τέκνον της, την εις τα ξένα υπανδρευμένην αδελφήν του, κοινότατον εις τας ελληνικάς χώρας, είναι επίσης διαδεδομένον εις πάντας τους λαούς της χερσονήσου του Αίμου. Εκ της ταυτότητος όχι μόνον της υποθέσεως, αλλά και των διαφόρων επεισοδίων και λεπτομερειών των ασμάτων τούτων γίνεται κατάδηλον, ότι εν ήτο το πρότυπον πάντων και εξ ενός λαού μετεδόθη το άσμα εις τους λοιπούς. Και υπεστήριξαν μεν τινες ότι ο λαός ούτος είναι ο σερβικός ή ο βουλγαρικός, αλλ' ότι το πρότυπον ήτο ελληνικόν και εκ του ελληνικού λαού παρέλαβον οι άλλοι λαοί του Αίμου προσεπάθησα ν' αποδείξω εν πραγματεία εκδοθείση κατά το 1885. Την δε γνώμην ταύτην παρεδέχθησαν πολλοί, εν οις και ο βούλγαρος καθηγητής Ιβάν Σισμάνοφ, δημοσιεύσας εκτενή μονογραφίαν περί του θέματος τούτου.»

(Ν. Γ. Πολίτης, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, Βαγιονάκης, Αθήνα, 1976, σελ. 140)

 

«Όμως, αν είδαμε κιόλας ότι τα κάθε λογής τραγούδια της ζωής μπορούν με ασφάλεια ν' αναγάγουν την καταγωγή τους στ' αρχαία χρόνια, ο τελευταίος κύκλος που έχουμε να εξετάσουμε εδώ, μας πηγαίνει ως τις πρώτες ρίζες του πολιτισμού μας. Γιατί αληθινά μέσα στις παραλογές συναντούμε θέματα βασικά που απαντούν στην αρχαία ελληνική φιλολογία, στην αρχαία μυθική παράδοση. Η συγγένεια των τραγουδιών αυτών με ανάλογους μύθους ή ανάλογα τραγούδια άλλων ινδοευρωπαϊκών λαών, αποτελεί μια πρόσθετη απόδειξη της αρχαιότατης προέλευσής τους. Μνημονεύω εδώ, για τη μεγάλη του διάδοση στα Βαλκάνια και για τις πολλές συζητήσεις που έχει προκαλέσει, το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. Θεματογραφικά εξετασμένος ο μύθος του νεκρού που ξανάρχεται από τον Άδη για να πραγματοποιήσει μια δοσμένη υπόθεση, έδωσε λαβή στους ερευνητές για να τον συσχετίσουν με τον μύθο του Άδωνη, όσο κι αν αυτή η υπόθεση δεν είναι η μόνη που αναφέρεται στο τραγούδι, ούτε η πιο πιθανή.

[...] το δημοτικό τραγούδι απαλλαγμένο από την τεχνική επεξεργασία του λογοτέχνη, καθώς παρουσιάζεται μόνο αυτό σαν ανόθευτη έκφραση της ανεπιτήδευτης ψυχής, μας βοηθεί, έξω από χρόνο κι από χώρο, να πλησιάσουμε στην ίδια την ουσία της ποίησης. Κοιτάζοντας έτσι το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, θα παρατηρήσουμε την βασική σημασία που έχει στην έμπνευσή του το θέμα του χωρισμού. Ο πόθος της επιστροφής, η νοσταλγία για κάτι χαμένο, η αποστροφή για το ξένο, το αλλότριο, για την ξενιτιά, μας ανάγει ψυχολογικά σε μια λειτουργία όπου τα διάφορα θέματα γίνονται σύμβολα μιας καθολικής λαχτάρας για επιστροφή. Η διαπίστωση της επίμονης παρουσίας της λαχτάρας αυτής, ντυμένης ποικίλα σύμβολα μέσα στο δημοτικό τραγούδι, ενισχύει την υπόθεση πως ακέριος ο λυρικός λόγος είναι καλυμμένη εκδήλωση προαιώνιου πόθου του ανθρώπου για κάποια επιστροφή σε κάτι καλύτερο.»

(Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθήνα, 61975, σελ. 16-18)

 

«Στα ίδια χρόνια [σ.σ. τα βυζαντινά] και στο ίδιο μέρος, τη Μ. Ασία, τοποθετεί ο Baud-Bovy και δυο από τα πιο γνωστά, διαδεδομένα σε όλη την Ελλάδα, διηγηματικά τραγούδια: Του γεφυριού της Άρτας και Του νεκρού αδερφού. Κυριαρχεί και σ' αυτά ο ίδιος αρρενωπός και αδυσώπητος κόσμος, όπως και στα ακριτικά, με πολλή ανάμειξη του υπερφυσικού αλλά και του τραγικού στοιχείου, καθώς και η παρουσία μιας άτεγκτης μοίρας [...]. Το τραγούδι του νεκρού αδερφού είναι ακόμα πιο συνταρακτικό στην τραγικό-τητά του: είναι η υπερφυσική ιστορία της "Μάνας με τους εννιά της γιους και με τη μια της κόρη" και του νεκρού αδερφού που τον σηκώνουν από το μνήμα οι κατάρες της μητέρας, για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του, να της φέρει πίσω την παντρεμένη στα ξένα κόρη της — θέμα ανάλογο με τη γνωστή "μπαλάντα της Λεονώρας" των ευρωπαϊκών λαών.»

(Λ. Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 81995, σελ. 109-110)

 

2. Το κείμενο Διδακτικές επισημάνσεις

• Να επισημανθεί ο γοργός, επικός χαρακτήρας της αφήγησης, χαρακτηριστικός των παραλογών, και να αποτιμηθεί το ποιητικό του αποτέλεσμα

• Να προσεχτεί η δομή της παραλογής (αναφέρονται μόνο τα κύρια επεισόδια της ιστορίας, ο διάλογος μπορεί να περιλαμβάνει και «πρόσωπα» συμβατικά, όπως τα πουλιά, οι λεπτομέρειες απουσιάζουν) για να διερευνηθεί η επίδρασή της στη λυρικότητα του αποτελέσματος.

• Να αξιοποιηθούν τα στοιχεία του εισαγωγικού σημειώματος του σχολικού βιβλίου, σχετικά με το μυθολογικό υπόβαθρο του ποιήματος (μύθος του Άδωνη).

• Να ερμηνευτεί, σε σχέση με την εξέλιξη της αφήγησης, γιατί οι υμνητικοί πρώτοι στίχοι θέτουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τη μάνα και την κόρη, χωρίς να κατονομάζουν από τους εννιά αδελφούς παρά μόνο τον (απαραίτητο στη δράση) Κωσταντή.

• Να σχολιαστεί ο ρόλος των πουλιών: η φύση με όλες τις δυνάμεις της συμμετέχει στο δράμα.

• Να παρατηρηθεί στο ποίημα η ευκολία της μετάβασης από τον κόσμο του πραγματικού στον κόσμο της φαντασίας (όπου όλα είναι δυνατόν να συμβούν): «από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα».

• Να τονιστεί η σημασία που αποδίδεται στη δύναμη των αισθημάτων, στη δύναμη της υπόσχεσης-όρκου, στη ματαιωμένη επιθυμία που φτάνει να γίνεται παράπονο και κατάρα. Να σχολιασθεί, ακόμα, το είδος της κοινωνί-ας που εκχωρεί τόσο βάρος και ιερότητα στον όρκο-υπόσχεση και τον παρουσιάζει να ξεπερνά τα όρια της ζωής.

• Να επισημανθεί το συγκινησιακό αποτέλεσμα του τελευταίου στίχου σε συσχέτιση με την εκφραστική του λιτότητα.

 

Συμπληρωματικές ερωτήσεις-Δραστηριότητες

✓ Στην παραλογή του νεκρού αδελφού υπάρχει το στοιχείο του υπερφυσικού και της φρίκης. Πώς νομίζετε ότι μπορεί αυτό να συνδέεται με την ευχαρίστηση που προσφέρει το τραγούδι;

✓ Διαβάστε στη Βικιθήκη το έργο «Λεονώρα» του Γερμανού ποιητή Burger, ένα ακόμη ποίημα με το μοτίβο του νεκρού καβαλάρη που μεταφέρει ζωντανό, μοτίβο πολύ αγαπητό στον γερμανικό και γενικά τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό.

 

pano

 


Μιχάλης Μανουσάκης, βιογραφία και έργα
στην Εθνική Πινακοθήκη Εθνική Πινακοθήκη
στο Ινστιτούτο σύγχρονης ελληνικής τέχνης Ινστιτούτο


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;

Το ποιητικό υποκείμενο είναι...

 

Σε ποιον απευθύνεται;

Απευθύνεται...

 

Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό

Τα ρήματα βρίσκονται...

 

Ποιος είναι ο χώρος;

Ο χώρος του ποιήματος είναι...

 

Ποιος είναι ο χρόνος;

Ο χρόνος του ποιήματος είναι...

 

Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;

Οι εικόνες του ποιήματος είναι...

 

Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)

Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...

 

Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)

Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...

 

Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;

Ο ποιητής....

 

Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)

Το ποίημα είναι γραμμένο σε...

 

Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;

Τα συναισθήματα...

 

pano