Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β' Λυκείου

Άγγελος Τερζάκης, Απρίλης

375 376 377 378 Ε B

368 369 370 371 372 373

Νεότερη Λογοτεχνία, Η πεζογραφία του Μεσοπολέμου375

Άγγελος Τερζάκης, Απρίλης

 

Ο ΑΠΡΙΛΗΣ (1946) περιέχει αναμνήσεις του συγγραφέα από την παιδική και τη νεανική του ηλικία, ενώ στο δεύτερο μέρος του αναφέρεται στον πόλεμο του '40. Οι σελίδες αυτού του βιβλίου, γράφει ο Τερζάκης, «είναι σταθμοί μιας ζωής που ορίζεται από τρεις πολέμους, τους τρεις πολέμους που στέκονται ορόσημα της γενιάς μου. Ο πρώτος μάς βρήκε παιδιά, ο δεύτερος έφηβους, ο τρίτος άντρες». Από τον πιο σημαντικό, τον πόλεμο του '40, παραθέτουμε μια χαρακτηριστική σκηνή που συμβαίνει στα μετόπισθεν.

 


 

Απρίλης
(απόσπασμα)

 

Συχνά πυκνά, αντάμωνες στους δρόμους ανθρώπους ντυμένους ασυνήθιστα, σαν ορειβάτες ή κάτι τέτοιο, με παντελόνια γκολφ, ξεσκούφωτους, άλλους με μπερέ, τραγιάσκες, ένα τσιμπούκι βιδωμένο στ' ακρόχειλο. Τους έβλεπες μια, τους έβλεπες δυο, όπου να γύριζες, σ' όποιο δρόμο και να 'μπαινες. Ήταν οι ανταποκριτές των εφημερίδων. Ντυμένοι έτσι, μ' αφροντισιά μελετημένη, δίνανε κάτι σαν ένα τόνο εκδρομικό, «σπορτίφ», στην επιστρατευμένη πολιτεία, μακρινό αντιφέγγισμα κοσμοπολιτισμού. Κάπου κάπου πρόβαινε και καμιά νοσοκόμα μεγαλοκυρά, με το άθιχτο μαβί της πέπλο, αστραφτερά κολλαρισμένα τα γιακαδάκια της και τα μανικέτια. Τότε η κοσμική κίνηση πέρσευε.

Οι ιταλικοί όλμοι ωστόσο, στο μέτωπο, είχαν αρχίσει να πελεκάνε συστηματικά τους φαντάρους. Οι περισσότερες λαβωματιές ήταν από όλμους, λοιπόν το στράτευμά τους είχε πάρει πολύ από κακό. Στο ταχτικό μας λουκουματζίδικο, ο Μελετίου, μπαίνοντας με την παρέα του ένα δειλινό, δε βρήκε τραπεζάκι αδειανό κι αναγκάστηκε να καθίσει αντίκρυ σ' ένα άγνωστο φανταράκι, που απόσωνε ήσυχα και στοχαστικά τη μερίδα του.

— Επιτρέπεις, συνάδελφε;

Ο συνάδελφος, κοίταξε την παρέα των Αθηναίων μ' απορία καλοκάγαθη· ήταν ίσως η πρώτη φορά που του γύρευαν την άδεια για κάτι.

— Καθίστε, έκανε σαστισμένα.

376Ήταν ενθουσιώδης άνθρωπος ο Μελετίου, καλοπροαίρετος* και καταδεχτικός. Άναψε τσιγάρο από τη φωτιά του αντικρινού του, παρατήρησε το δεξί του που είχε φασκιωμένα με γάζα πεντακάθαρη τα δάχτυλα. Η περιέργεια του Αθηναίου κεντρίστηκε. Έπιασε κουβέντα:

— Τραυματίας είσαι;

— Ναι... Μικροπράματα...

— Ήσουνα στο μέτωπο;

— Ήμουν.

Γύρισε τα μάτια του ο Μελετίου θριαμβευτικά και κοίταξε την παρέα. «Τώρα θα σας δείξω ένα φαινόμενο!» έλεγε η ματιά. «Προσοχή! Ο άνθρωπος που έρχεται από το μέτωπο».

— Λοιπόν συνάδελφε, για πες μας! Τι γίνεται κει πάνω;

Η ερώτηση ήταν εύκολη, η απάντηση δύσκολη. Για λίγες στιγμές ο τραυματίας βρέθηκε σ' αμηχανία. Ήτανε χωριατάκος μικρόσωμος, αστοιχείωτος. Μπορεί και να μην το είχε ποτέ του σκεφτεί πως θα 'πρεπε να μάθει να διηγιέται.

— Ε, τι να γίνεται... Πολεμάνε.

— Χμ! πολεμάνε βέβαια. Και οι Ιταλοί; Δρόμο, ε;

— Τι δρόμο;

— Να, το βάζουνε στα πόδια θέλω να πω.

Ο φανταράκος στάθηκε σκεφτικός.

— Ε, μεριές μεριές φεύγουνε κιόλας, είπε.

Όμως ο ζήλος του Μελετίου είχε ξυπνήσει τώρα για καλά. Δεν ήταν από κείνους που αφήνουν εύκολα μιαν επιθυμία τους ανικανοποίητη.

Από δω τον έχει, από κει τον έχει το φανταράκο, τον κατάφερε κάτι να διηγηθεί. Κι ο φανταράκος διηγήθηκε κουτσά στραβά, με αδέξια συστολή, την ιστορία του τραυματισμού του.

— Ώστε έτσι λοιπόν! Από όλμο! συμπέρανε ο Μελετίου με διάχυση αισθηματική.

— Από όλμο.

— Και στα δάχτυλα!

— Στα δάχτυλα.

Καινούρια κυκλική ματιά θριάμβου στην παρέα από τον Μελετίου. Ο φανταράκος κοίταζε τα φασκιωμένα δάχτυλά του μελαγχολικά· μπορεί και ν' αναρωτιότανε πώς θα κρατάει τώρα τ' αλέτρι, σα γυρίσει στο χωριό, ή πώς θα σπέρνει.

377— Ε, παιδί! Φέρε εδώ μια μερίδα λουκουμάδες, στο συνάδελφο!

— Όχι, ευχαριστώ, έφαγα, έκανε ο τραυματίας.

— Δεν πειράζει, τρως άλλη μια. Εγώ κερνάω!

Ντράπηκε κείνος ν' αρνηθεί το κέρασμα. Κι ώσπου να 'ρθουν οι λουκουμάδες, ο Μελετίου τον είχε καταφέρει πάλι κάτι να περιγράψει, εντυπώσεις σκόρπιες από τις μάχες.

— Φωνάζετε «αέρα» όταν ορμάτε στην επίθεση;

— Γιατί να φωνάζουμε;

— Έλληνες δεν είσαστε; Οι Έλληνες, όταν ορμούν στη μάχη, φωνάζουν «αέρα»!

— Μα... γίνεται, βλέπεις, τέτοιος σαματάς. Όλμοι, πολυβόλα, πυροβολικό... Τι να τις κάνεις τις φωνές!

— Όχι, οι Έλληνες στην επίθεση φωνάζουν «αέρα»! Είναι ωραίο!

Το φανταράκι ζάρωσε ντροπιασμένο. Αυτό δεν το είχε συλλογιστεί.

— Και η επίθεση γίνεται βέβαια εφ' όπλου λόγχη, συνεχίζει ο Μελετίου ακατάβλητος.

— Άμα είναι ανάγκη...

— Και οι τσολιάδες, ε; Το τσαρούχι!

— Ποιο τσαρούχι;

— Των τσολιάδων, διάολε!

— Οι τσολιάδες, απάνω, δε φοράνε τσαρούχια.

— Δε φοράνε τσαρούχια;

— Όχι.

— Και γιατί δε φοράνε τσαρούχια;

— Γιατί τα τσαρούχια γλιστράνε στα βράχια. Αρβύλες φοράνε, να, σαν κι εμάς.

Καταπληχτικά πράματα. Ήρθαν οι λουκουμάδες. Σεμνός ο φανταράκος, πήρε το πιρούνι του, έκανε ν' αρχίσει· όμως δεν τ' αποφάσιζε. Με το κεφάλι σκυφτό, περίμενε ολοένα κάτι να τον ρωτήσουν. Ίσως και να φοβότανε πως, παρ' όλα όσα έχει πει, δεν το ξόφλησε ακόμα το κέρασμα.

— Φάε τώρα τους λουκουμάδες σου, κάνει μεγαλόψυχα ο Μελετίου και τον αφήνει ήσυχο για λίγα λεπτά.

Πάνω όμως που ο ανώνυμος συνάδελφος κόντευε να τελειώσει τη μερίδα του, καινούρια εξόρμηση:

— Θα ξαναπάς στο μέτωπο;

— Θα ξαναπάω.

378— Σ' αρέσει;

— ...

Η παρέα των γραμματισμένων γέλασε γύρω, με νοήματα σύνθετα: πονηριά, συγκινημένη συμπάθεια, απόκρυφη περηφάνια. Σε λίγες μέρες θα τραβούσανε κι αυτοί για κει πάνω, θα βαφτίζονταν στην κολυμπήθρα των ηρώων. Φρίκη γοητευτική... Κι όμως, ο Μελετίου, κάπου θα τα κατάφερνε πάλι να κολλήσει, ούτε κουβέντα! Όπως σκάλωσε στη συζυγαρχία*, θα τα κατάφερνε να χωθεί και σε καμιά γωνιά ακόμη πιο προφυλαγμένη κι άνετη: βοηθός σιτιστή, συσσιτιάρχης, αποθηκάριος, οτιδήποτε. Από το στρατόπεδο της Αγίας Παρασκευής, στην Αθήνα, άλλο δεν έκανε παρά να έχει το ληστρικό μάτι ξύπνιο, το εμπορικό του δαιμόνιο άγρυπνο, ν' αρπάξει την πρώτη ευκαιρία. Όχι πως θα δειχνότανε κατώτερος σε θάρρος από άλλους, αν το 'φερνε η κατάρα να βρεθεί κι αυτός μια μέρα στη ζώνη της φωτιάς. Όμως, από ένα είδος ψυχόρμητο, το θαρρούσε καθήκον απέναντι στον εαυτό του, ζήτημα φιλότιμου, να εξαντλήσει πρώτα κάθε δυνατότητα διαφυγής, κάθε περιθώριο κατεργαριάς, για να ξεχωρίσει έτσι από το κοπάδι των κουτών, που πολεμάνε αδιαμαρτύρητα. Να διατρανώσει την εξυπνάδα του.

— Άλλη μια λουκουμάδες, συνάδελφε;

— Όχι, όχι! έκανε πανικόβλητος ο φανταράκος.

Σηκώθηκε ευχαριστώντας.

— Λοιπόν, καλή τύχη! τον κατευόδωσε ο Μελετίου.

Ο τραυματίας έκανε ένα αδέξιο νόημα γι' αποχαιρετισμό. Ύστερα, τραμπαλίζοντας το σκεβρωμένο του κορμάκι, βγήκε στο δρόμο.

Ο Μελετίου τον είχε ακολουθήσει με τα μάτια ώσπου χάθηκε πέρα. Και τότε είπε στην παρέα, τεντώνοντας τα φρύδια του μ' έμφαση:

— Λοιπόν, είδατε, βρε παιδιά, τι απλοί που είναι οι ήρωες; ούτε που τον πιάνει το μάτι σου αυτόν εδώ. Κι όμως!

 

Erich-Maria Remarque, «Τίποτα το νεώτερο από το δυτικό μέτωπο»

Κ.Γ. Καρυωτάκης, «Δον Κιχώτες» (ηχογραφημένη ανάγνωση) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]

 

καλοπροαίρετος: με καλή διάθεση.
συζυγαρχία: μονάδα ανεφοδιασμού με πυρομαχικά.

pano

 

 

 


 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Πώς παρουσιάζει ο συγγραφέας τον Μελετίου και πώς τον τραυματισμένο φαντάρο; Να βρείτε στο κείμενο τις σχετικές ενδείξεις.
  2. Ποια διαφορά υπάρχει στον τρόπο που βλέπει τον πόλεμο ο φαντάρος και στον τρόπο που τον βλέπει ο Μελετίου; Πού οφείλεται αυτή η διαφορά;

ΓΡΑΠΤΗ ΑΣΚΗΣΗ


 

Άγγελος Τερζάκης (1906-1979)

Άγγελος Τερζάκης

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και πέθανε στην Αθήνα. Αφοσιώθηκε από νεαρή ηλικία στη λογοτεχνία και καλλιέργησε όλα σχεδόν τα είδη του πεζού λόγου: διήγημα, μυθιστόρημα, θέατρο και δοκίμιο. Στα μυθιστορήματά του προσπάθησε να παρουσιάσει την κρίση και την παρακμή της μικροαστικής οικογένειας μέσα σε μια ατμόσφαιρα βαριά και αρρωστημένη, κατάλληλη όμως να πλαισιώσει την υπόσταση και τον ψυχισμό των προσώπων του. Προσπάθησε επίσης με ιδιαίτερη επιτυχία να ζωντανέψει την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο με το ιστορικό του μυθιστόρημα Η Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ που κατέχει ξεχωριστή θέση στην πεζογραφία μας. Ο Τερζάκης διακρίθηκε στο δοκίμιο. Άνθρωπος με άγρυπνη συνείδηση και βαθύ στοχασμό και επηρεασμένος από τη σύγχρονη υπαρξιακή φιλοσοφική σκέψη, δημοσίευσε αρκετά υποδειγματικά δοκίμια στη γλώσσα μας. Έργα του: α) Μυθιστορήματα: Δεσμώτες (1932), Η παρακμή των Σκληρών (1933), Η Μενεξεδένια Πολιτεία (1937), Η Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ (1945), Ταξίδι με τον Έσπερο (1946), Δίχως Θεό (1951), Μυστική Ζωή (1957). β) Διηγήματα: Ο Ξεχασμένος (1925), Φθινοπωρινή Συμφωνία (1924), Του Έρωτα και του Θανάτου (1943), Η Στοργή (νουβέλα 1944), Απρίλης, Το Βιβλίο του Γιου μου (1946). γ) Θεατρικά: Αυτoκράτωρ Μιχαήλ (1936), Γαμήλιο Εμβατήριο (1937), Ο Σταυρός και το Σπαθί (1939), Θεοφανώ (1953), Νύχτα στη Μεσόγειο (1955), Θωμάς ο δίψυχος (1962) κ.ά. δ) Δοκίμια: Προσανατολισμός στον Αιώνα (1963), Ελληνική Εποποιία 1940-1941 (1964).

 

 Εποχές και Συγγραφείς. Άγγελος Τερζάκης (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]

 



 

1. Εργοβιογραφικά στοιχεία

Ο Άγγελος Τερζάκης γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1907. Ο πατέρας του, Δημήτριος Τερζάκης, υπήρξε δήμαρχος της πόλης και είχε εκλεγεί βουλευτής. Το 1915 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου ο Τερζάκης τελείωσε το γυμνάσιο και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο. Αν και πήρε άδεια δικηγορίας, δεν εξάσκησε ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου, αλλά αφοσιώθηκε στα γράμματα, γράφοντας διηγήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και δοκίμια.

Η πρώτη εμφάνισή του έγινε το 1925 με τη συλλογή διηγημάτων Ο ξεχασμένος και άλλα διηγήματα. Ακολούθησαν και άλλες συλλογές: Φθινοπωρινή συμφωνία (1929), Του έρωτα και του θανάτου (1943), Η στοργή (1944), Απρίλης (1946). Το πρώτο του μυθιστόρημα, Δεσμώτες, κυκλοφορεί το 1932. Ακολουθούν: Η παρακμή των σκληρών (1933), Η μενεξεδένια πολιτεία (1937), Η πριγκηπέσα Ιζαμπώ (1945), Ταξίδι με τον Έσπερο (1946), Δίχως θεό (1951), Μυστική ζωή (1957).

Το πρώτο του θεατρικό έργο, Αυτοκράτωρ Μιχαήλ, παρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1936. Άλλα θεατρικά του έργα είναι: Γαμήλιο εμβατήριο (1937), Είλωτες (1934), Αγνή (1946), Θεοφανώ (1953), Θωμάς ο δίψυχος (1962).

Ο Άγγελος Τερζάκης εξέδωσε και διηύθυνε τα βραχύβια περιοδικά Πνοή και Λόγος, στα οποία, όπως και σε άλλα περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, δημοσίευσε πλήθος άρθρων και δοκιμίων. Υπήρξε επίσης επιφυλλιδογράφος και κριτικός της εφημερίδας Το Βήμα και διευθυντής του περιοδικού Εποχές.

Το 1937 αναλαμβάνει τη γραμματεία του Εθνικού Θεάτρου, του οποίου αργότερα γίνεται καλλιτεχνικός διευθυντής, γενικός διευθυντής και διευθυντής δραματολογίου. Το 1940, με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, στρατεύεται και φεύγει για το μέτωπο, όπου θα παραμείνει μέχρι το τέλος. Τις εμπειρίες του από αυτή την περίοδο θα τις καταγράψει αργότερα στα αυτοβιογραφικά διηγήματα της συλλογής Απρίλης.

Ως πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας δοκιμιογράφος και κριτικός, ο Τερζάκης άφησε πλουσιότατο έργο το οποίο έτυχε μεγάλης αναγνώρισης στην εποχή του. Το 1964 τιμήθηκε με το Α' βραβείο δοκιμίου της ομάδας των Δώδεκα. Το 1969 η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Αριστείο Γραμμάτων και το 1974 τον εξέλεξε τακτικό μέλος της. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου του 1979.

 

2. Η κριτική για το έργο

Το πολυσχιδές έργο του Άγγ. Τερζάκη

«Όλα τα έργα του Τερζάκη, μυθιστορήματα και θεατρικά, είναι διαποτισμένα από τις πνευματικές ανησυχίες μιας αγωνιώσας συνείδησης. Η συνείδηση αυτή είναι του ίδιου του συγγραφέα που υπήρξε ο κατεξοχήν πνευματικός άνθρωπος της γενιάς του και πολυγραφότατος δοκιμιογράφος. Τα στοχαστικά του κείμενα καταχρηστικά μόνο μπορούν να θεωρηθούν δοκίμια. Είναι άρθρα και επιφυλλίδες που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και απαρτίζουν σήμερα πολλούς τόμους.

Απαισιόδοξος για τη φύση του ανθρώπου και την πορεία του κόσμου, ο Τερζάκης είχε οξύτατη την αίσθηση του "παραλόγου" αλλά θεωρούσε ότι η ενδεδειγμένη στάση απέναντι σ' έναν κόσμο που μοιάζει να μην έχει νόημα είναι η αξιοπρέπεια. Δύσπιστος στις εξουσίες, πολιτικές και ιδεολογικές, ανένταχτος αστός, επικριτικός των αντιφάσεων και στρεβλώσεων του αστισμού, ερεύνησε με οξυδέρκεια τα προβλήματα της εποχής του και προσπάθησε με γενναιότητα να δώσει την προσωπική του απάντηση. Αν η μυθιστορηματική του παραγωγή δεν τον τοποθετεί στην κορυφή, το ήθος του πλούσιου έργου του τον καθιστά εξέχουσα μορφή της γενιάς του».

 

(Α. Μπερλής, 1993, «Άγγελος Τερζάκης: Παρουσίαση-Ανθολόγηση», Η Μεσοπολεμική Πεζογραφία, Τόμος Η,
Αθήνα, Σοκόλης, σελ. 204)

 

Ο εξωστρεφής προσανατολισμός των έργων του Άγγ. Τερζάκη

«Ο Τερζάκης, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζει το αστείρευτο της εσωτερικής ζωής, δεν στράφηκε προς τον εσωτερικό μονόλογο, έστω κι αν κάπου κάπου τον χρησιμοποιεί. Ο κοινωνικός προβληματισμός δεν ανέχεται την ολοκληρωτική μετάθεση από τον έξω, τον κοινωνικό, περίγυρο στο μέσα κόσμο. Εξάλλου και αργότερα βλέπουμε ότι η δική του έννοια μυθιστορηματικής ζωής προβάλλεται προς τη δράση, προς τα έξω περισσότερο παρά προς τα μέσα. Η δική του έννοια της περιπέτειας (που πρέπει να την εντάξουμε στη σφαίρα των αντιδράσεων στην υλιστική προεξόφληση του μέλλοντος), στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο νέος άνθρωπος μονάχα στην περιπέτεια μπορεί να στηριχθεί».

 

(Μ. Vitti, 1989, Η γενιά του τριάντα. Ιδεολογία και μορφή,
Αθήνα, Ερμής, σελ. 238)

 

Το αυτοβιογραφικό στοιχείο στο Ταξίδι με τον Έσπερο

«Το επόμενο μυθιστόρημα του 'Αγγελου Τερζάκη είναι το Ταξίδι με τον Έσπερο (1946), ένα Bildungsroman ή Erziehungsroman — το είδος εκείνο μυθιστορήματος που αφηγείται την πνευματική, ηθική και ψυχολογική δια-μόρφωση ή ενηλικίωση του κεντρικού ήρωά του, κατά κανόνα εφήβου. Το πρότυπο θα πρέπει να το αναζητήσουμε στο κλασικό μυθιστόρημα Ο μεγάλος Μωλν του Αλαίν Φουρνιέ — έργο που επηρέασε πολλούς Έλληνες πεζογράφους του μεσοπολέμου. Το έντονο αυτοβιογραφικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το μυθιστόρημα του Τερζάκη δεν θα ήταν αδυναμία του βιβλίου, αν δεν διαποτιζόταν από έναν άλλοτε βαρύ και άλλοτε αναιμικό νοσταλγικό λυρισμό. Ο συγγραφέας ατενίζει το δικό του εφηβικό παρελθόν μάλλον, παρά την οδυνηρή ενηλικίωση του ανήσυχου ήρωά του».

 

(Α. Μπερλής, ό.π., σελ. 200)

 

Ταξίδι με τον Έσπερο: κριτική προσέγγιση

«Και το Ταξίδι με τον Έσπερο κινείται στην περιοχή της εφηβικής ηλικίας και περιγράφει την πρώτη ερωτική περιπέτεια του δεκαεξάχρονου ήρωά του Γλαύκου Πετροχωρίτη. Ο έρωτας γεμίζει κι εδώ ολόκληρο το βιβλίο, που η σημασία του συνοψίζεται ακριβώς και εξαντλείται σ' αυτό το εφηβικό αίσθημα. Αλλά ο έρωτα στο Ταξίδι με τον Έσπερο δεν είναι η ελεύθερη χαρά της άφεσης και η ανυποψίαστη μέθη των αισθήσεων του εφήβου από την πρώτη επαφή του με γυναίκα. Είναι ένα σκοτεινό δράμα, μια υπόθεση τραγική που γεμίζει κατάθλιψη όσους δοκίμασαν την επώδυνη γεύση του. [...] Ο μύθος εδώ είναι ασήμαντος, όπως άλλωστε και στα περισσότερα μυθιστορήματα της εφηβικής ηλικίας, και τα περιστατικά που θα ανατάραζαν την ασημότητά του λείπουν σχεδόν ολότελα από το Ταξίδι με τον Έσπερο, που περιορίζεται θεληματικά στην παρακολούθηση της καθημερινής ζωής των προσώπων του. Το μυθιστόρημα είναι ορθόδοξα γραμμένο, ισορροπημένο αρμονικά, χωρίς χάσματα, μεταπτώσεις και διακυμάνσεις, όπως ακριβώς θα έπρεπε να ήταν ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα που θα παρακολουθούσε θέματα της συνηθισμένης και κοινής γύρω μας πραγματικότητας. Ωστόσο, η άρτια σύνθεση και η άψογη τεχνική καταντούν καμιά φορά μειονέκτημα, όταν πρόκειται για μυθιστορήματα που ξεφεύγουν από το καθημερινό και ζητούν να καθηλώσουν κάποιες εξαιρετικές ψυχικές στιγμές από τη συναισθηματική ιστορία των προσώπων τους. Γενικά, το Ταξίδι με τον Έσπερο είναι πολύ ορθολογισμένο για το θέμα που πραγματεύεται».

 

(Απ. Σαχίνης, 41983, Η σύγχρονη πεζογραφία μας,
Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της

«Εστίας», σελ. 55-56)

 

3. Τα κείμενα

α. Απρίλης,

Διδακτικές επισημάνσεις

Τα αφηγήματα της συλλογής Απρίλης είναι αυτοβιογραφικά λυρικά κείμενα. Όπως σημειώνει ο Κώστας Στεργιόπουλος στην κριτική του για τη συλλογή (περιοδ. Ξεκίνημα, τεύχος 6-9, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1946, σελ. 170), «Όλο το βιβλίο είναι ένα παράπονο: πόλεμος, στρατός καταστροφή, κίνημα, πολιτικές διαμάχες. Τα βρεφικά και παιδικά χρόνια κάτω απ' το Παλαμήδι, με τον πολεμικό ίσκιο και τις διηγήσεις από το Εικοσιένα. Στο λιμάνι υποδοχή του στρατού που γυρίζει νικητής. Σήκωμα στις μύτες των ποδιών για τον ασπασμό της ματωμένης σημαίας. Σταμάτημα του μαθήματος και στο παράθυρο με το δάσκαλο όταν περνάει ο στρατός. Παρόμοια και τα νεανικά χρόνια: Νοεμβριανά, πολιτικές ταραχές. Και, τέλος, η ανδρική ηλικία: αλβανικό μέτωπο και σκλαβιά. Έτσι, μαζί με τον κύριο Τερζάκη, ζει και ανασαίνει όλη η γενιά του».

Στο ανθολογημένο απόσπασμα ο συγγραφέας δίνει μια εικόνα από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, που σε πρώτη προσέγγιση φαίνεται να είναι μια ειρηνική ανάπαυλα, αλλά στο βάθος αποτελεί μια σπαραχτική αντιπολεμική κραυγή. Το περιεχόμενο του αποσπάσματος απλό: Μια σύντομη, τυχαία συνάντηση δυο στρατιωτών σε ένα λουκουματζίδικο. Ο ένας είναι ένας τραυματισμένος στρατιώτης της εμπόλεμης ζώνης του αλβανικού μετώπου και ο άλλος ένας, στρατιώτης επίσης, στα μετόπισθεν όμως, μακριά από τη γραμμή του πυρός. Ένα τεράστιο χάσμα ανοίγεται ανάμεσά τους: Ο ένας έζησε τον πόλεμο και τον απομυθοποιεί απολύτως, ο άλλος τον φαντάζεται και τον ηρωοποιεί. Μέσα από αυτή την καταλυτική διαφορά και με οξύ και κριτικό λόγο, ο αφηγητής-συγγραφέας καταγγέλλει τον πόλεμο και την καπηλεία του. Το περιεχόμενο του αποσπάσματος αναπτύσσεται με άξονα την αντίθεση των δυο χαρακτήρων και γι' αυτό προσφέρεται ώστε:

• Να παρατηρήσουν οι μαθητές την «άνετη» συμπεριφορά του Μελετίου σε αντιδιαστολή με την εσωστρεφή και συγκρατημένη στάση του τραυματία φαντάρου και να την ερμηνεύσουν.

• Να συνθέσουν το πορτραίτο του «βολεμένου» Μελετίου παίρνοντας στοιχεία από το κείμενο.

• Να παρατηρήσουν ότι ο Μελετίου δεν ρωτά το όνομα του τραυματία, αντιμετωπίζοντάς τον μόνο ως αξιοπρόσεκτο «φαινόμενο».

• Να εντοπίσουν και να σχολιάσουν τα σημεία όπου ο λόγος του αφηγητή γίνεται ειρωνικός.

• Να αναπτύξουν διάλογο με αφορμή την τελευταία φράση: «Λοιπόν, είδατε, βρε παιδιά, τι απλοί που είναι οι ήρωες; Ούτε που τον πιάνει το μάτι σου αυτόν εδώ». Κι όμως!

 

Συμπληρωματικές ερωτήσεις - δραστηριότητες

• Το απόσπασμα αναφέρεται σε πόλεμο και σε ήρωες. Ωστόσο, το κλίμα της αφήγησης είναι αντιπολεμικό και αντιηρωικό. Να τεκμηριώσετε την παρατήρηση με αναφορές σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου

• Ποιος αφηγηματικός τρόπος κυριαρχεί στο διήγημα και πώς λειτουργεί αισθητικά;

• «...είδατε, βρε παιδιά, τι απλοί που είναι οι ήρωες; Ούτε που τον πιάνει το μάτι σου αυτόν εδώ». Συμφωνείτε με τη άποψη αυτή; Αναπτύξτε τις απόψεις σας.

 

Παράλληλο κείμενο

Τίτος Πατρίκιος, Ένας ήρωας

Ήτανε ήρωας πραγματικός

Κράτησε αλύγιστος στις πιο σκληρές δοκιμασίες.

Κι απόμεινε σαν την πέτρα, γερός και αδιαπέραστος

στα πιο κοινά, τα πιο ανθρώπινα αισθήματα

 

• Να διαβάσετε το ποίημα και να σχολιάσετε με ποια κριτήρια ορίζει ο ποιητής τον «πραγματικό» ήρωα και με ποια ο Μελετίου στο απόσπασμα του Τερζάκη.

 

4. Ενδεικτική βιβλιογραφία

Beaton Rod., 1996, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία, Αθήνα, Νεφέλη.

Γιατρομανωλάκης Γ., «Ένα μάθημα για τη διδασκαλία πεζογραφίας στην Α' Τάξη του Λυκείου (Θεωρητικό μοντέλο και εφαρμογή). Ά. Τερζάκη, "Ταξίδι με τον Έσπερο" (απόσπασμα)», περ. Φιλολογική, 1991, τεύχος 37

Καραντώνης Α., 1996, Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της γενιάς του '30, Αθήνα, Παπαδήμας.

Καστρινάκη Αγγ., 1995, Οι περιπέτειες της Νεότητας, Αθήνα, Καστανιώτης.

Μπερλής Ά., 1993, «Άγγελος Τερζάκης: Παρουσίαση-Ανθολόγηση», Η Μεσοπολεμική Πεζογραφία, Τόμος Η', Αθήνα, Σοκόλης.

Παναγιωτόπουλος Ι. Μ., 1980, Τα πρόσωπα και τα Κείμενα, Β', Ανήσυχα χρόνια, Αθήνα, «Οι εκδόσεις των φίλων».

Σαχίνης Απόστ., 1983, Η σύγχρονη πεζογραφία μας, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας».

Vitti M., 1989, Η Γενιά του Τριάντα. Ιδεολογία και Μορφή, Αθήνα, Ερμής.

 

Αφιερώματα

Περ. Τετράδια Ευθύνης, 1977, «Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη», τεύχος 4.

Περ. Νέα Εστία, 1980, «Αφιέρωμα στον Άγγελο Τερζάκη», τόμος 108, τεύχος 1283.

Περ. Νέα Εστία, 1999, «Αφιέρωμα στον Άγγελο Τερζάκη», τόμος 1718.

 

pano

 


 

Άγγελος Τερζάκης
στο βιβλιοnet Βιογραφικό σημείωμα
στον Πολιτιστικό Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσας ΠΟΘΕΓ
στο Βιβλιοnet Βιβλιοnet
στη Βικιπαίδεια Βικιπαίδεια
Εποχές και Συγγραφείς. Άγγελος Τερζάκης [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ] δεσμός

 

Βιογραφικό δεσμός, desmos


 

pano

 


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ήρωες

Οι ήρωες του κειμένου είναι:

 

Τόπος

Τα γεγονότα του κειμένου διαδραματίζονται:

 

Η χρονική σειρά των γεγονότων

Διακρίνουμε αναδρομικές αφηγήσεις, πρόδρομες, in medias res, εγκιβωτισμό, παρέκβαση, προϊδεασμό, προοικονομία:

 

Η χρονική διάρκεια

Σχέση του χρόνου της αφήγησης με τον χρόνο της ιστορίας (μικρότερος, ίσος, μεγαλύτερος).

Διακρίνουμε επιτάχυνση, παράλειψη, περίληψη, έλλειψη, αφηγηματικό κενό, επιβράδυνση:

 

Γλώσσα

Η γλώσσα του κειμένου είναι:

 

Αφήγηση

Η αφήγηση είναι πραγματική ή πλασματική, αφήγημα γεγονότων, λόγων ή σκέψεων…

 

Ο αφηγητής

Ο αφηγητής είναι ομοδιηγητικός, ετεροδιηγητικός…

 

Η εστίαση

Η εστίαση είναι μηδενική, εσωτερική, εξωτερική…

 

Τα αφηγηματικά επίπεδα

Τα αφηγηματικά επίπεδα είναι εξωδιηγητικά, διηγητικά, μεταδιηγητικά:

 

Αφηγηματικοί τρόποι

Οι αφηγηματικοί τρόποι είναι: έκθεση, διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μονόλογος:

 

Ενότητες

Το κείμενο μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:

 

Το σχόλιό σας...

 

pano