Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β' Λυκείου

Ναπολέων Λαπαθιώτης, Νυχτερινό

176 177 Ασκ B

151 152 153 154 155 156 157

Πρώτη 10ετία του μεσοπολέμου (1922-1930)

Ναπολέων Λαπαθιώτης, Νυχτερινό

 

 


 

 

  Μονάχη η φλόγα του κεριού μου,176
κι απέναντί μου στο τραπέζι
θαρρείς το τέλος της προσμένει·
λίγες στιγμές έχει να ζήσει
και μες στη νύχτα τρεμοπαίζει,
σα μια ψυχούλα φοβισμένη...

Απόξω έν' άγρυπνο φεγγάρι
με κόπο χάνεται στα χάη
μιας ατελεύτητης ερήμου...
Σα να μη θέλει να πεθάνει,
μ' αναλαμπές ψυχομαχάει
το ετοιμοθάνατο κερί μου...

Και το βαρύθυμο φεγγάρι,
που χρόνια τώρα έχει σωπάσει,
και το κερί μου που πεθαίνει,
και, μέσα, η σκοτεινή ψυχή μου,
χωρίς αιτία κι οι τρεις στην πλάση
είμαστε τόσο λυπημένοι...
   

 

 

 Κ.Π. Καβάφης, «Κεριά»

Ν. Λαπαθιώτης, «Νυχτερινό» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου]

Κ. Καρυωτάκης, «Βράδυ» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου]

 

 

pano

 

 

 


 

Ερωτήσεις

 

  1. Ποιες εικόνες κυριαρχούν στο ποίημα και ποια ψυχική διάθεση υποβάλλουν;
  2. Σε ποια σημεία του ποιήματος ο ποιητής εκφράζει έμμεσα τα αισθήματά του και σε ποια άμεσα; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
  3. Ο Λαπαθιώτης συνδυάζει στην ποίησή του ρομαντικά στοιχεία με επιδράσεις της συμβολιστικής ποίησης. Επαληθεύεται αυτή η παρατήρηση από το παραπάνω ποίημα; Να απαντήσετε αφού συμβουλευτείτε τα σχετικά χωρία για το συμβολισμό και το ρομαντισμό.

ΘΕΜΑ ΓΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

 


Antonio Carneiro (1872-1930), Νυκτερινό τοπίο

Antonio Carneiro (1872-1930), Νυκτερινό τοπίο


Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944)177

Ναπολέων Λαπαθιώτης

Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά, μιλούσε τρεις γλώσσες, ήξερε καλά την ευρωπαϊκή λογοτεχνία, πιάνο και ζωγραφική. Ασχολήθηκε όμως αποκλειστικά με την ποίηση, χωρίς να ασκεί βιοποριστικό επάγγελμα. Επηρεάστηκε από τους «εστέτ» της εποχής του (κυρίως τον Όσκαρ Ουάιλντ), οι οποίοι προσπαθούσαν να συνδυάσουν την τέχνη με μια προσωπική ζωή ιδιόρρυθμη και αριστοκρατική. Καλλιέργησε μια ποίηση νεορομαντική (κυρίως στην ψυχική διάθεση), χωρίς τις μεγαλοστομίες του ρομαντισμού και επηρεασμένη από την ποίηση των Γάλλων συμβολιστών. Όσο ζούσε τύπωσε μονάχα μια επιλογή ποιημάτων του με τον τίτλο Τα ποιήματα (1939). Μετά το θάνατό του το μεγαλύτερο μέρος του έργου του εκδόθηκε συγκεντρωμένο με τον ίδιο τίτλο (επιμέλεια Άρη Δικταίου, εκδ. Φέξης).

 

Λαπαθιώτης Ναπολέων [πηγή: Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας]

 



 

1. Εργοβιογραφικά στοιχεία

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης γεννήθηκε το 1888 στην Αθήνα. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια: ήταν γιος αντιστράτηγου κυπριακής καταγωγής που διατέλεσε υπουργός στρατιωτικών, ενώ η μητέρα του ήταν ανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη. Το 1898 ο Λαπαθιώτης εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ναύπλιο. Πήρε καλή μόρφωση και φοίτησε στη Νομική Αθηνών, ποτέ όμως δεν αξιοποίησε το πτυχίο του επαγγελματικά. Μιλούσε Αγγλικά, Γαλλικά και Ιταλικά, ήξερε πιάνο και είχε παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής. Στα 17 του χρόνια δημοσίευσε το πρώτο του ποίημα στο περιοδικό Νουμάς. Έζησε μια ζωή γεμάτη πάθη και καταχρήσεις και, όταν έχασε και τους δύο γονείς, καθώς και την πατρική περιουσία, εξανεμίζοντας παράλληλα μια από τις πιο πλούσιες βιβλιοθήκες, αυτοκτόνησε μέσα στο σπίτι του το 1944.

Αν και ήταν πολυγραφότατος, λόγω του πάθους του για την τελειότητα, ο Λαπαθιώτης τύπωσε όσο ζούσε μόνο μία ποιητική συλλογή με τίτλο Τα ποιήματα. Πρώτη επιλογή (1939). Αργότερα, το 1964, ο Άρης Δικταίος συγκέντρωσε σε έναν τόμο το σύνολο των ποιημάτων του, που βρέθηκαν διασκορπισμένα σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες.

Η ποίησή του χαρακτηρίζεται ως νεορρομαντική και νεοσυμβολιστική με αισθητιστικές τάσεις (ποιητής «εστέτ»). Είναι ένας ποιητής χαμηλόφωνος και τρυφερός, με φανερή τάση προς τη συγκίνηση και την αναπόληση. Έφερε στην ποίηση μια νέα ευαισθησία, καθαρίζοντάς την από τον στόμφο των Αθηναίων ρομαντικών. Κυριαρχούν σ' αυτήν οι αβροί τόνοι κι αφήνει την αίσθηση του ονείρου, του αφηρημένου και του φευγαλέου.

 

2. Η κριτική για το έργο του

Η μανία του για τελειότητα

«Πολυγραφότατος, αλλά και ακούραστος διορθωτής των στίχων του, βασάνιζε τα κείμενά του έως να τους δώσει την οριστική τους μορφή. Ποιήματα γραμμένα στον δρόμο ή σε νυκτερινά κέντρα και δουλεμένα στο σπίτι, λησμονημένα σε περιοδικά και ξαναδημοσιευμένα αργότερα. Ακόμα και στους στοχασμούς του —αυτές τις εκλάμψεις της ευαισθησίας του— υπάρχουν διαγραφές και προσθήκες».

 

(Τάσος Κόρφης, 1984, «Δώδεκα στιγμές από τη ζωή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη»,
Η λέξη
, τχ. 33, Αφιέρωμα, σελ. 234)

 

Τα γνωρίσματα της ποίησης του

«Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, στη δεύτερη, προπάντων, δεκαετία του αιώνα μας, υπήρξε ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ποιητές της τότε πρωτοπορίας που με την τόλμη των στίχων του, την απλότητα και την τελειότητα της σύνθεσής τους, είχε ενθουσιάσει τους νέους και επιβληθεί στους παλαιότερούς του. Τοποθετώντας, λοιπόν, το έργο του στα πλαίσια της εποχής του, μπορούμε δίκαια να τον χαρακτηρίσουμε σαν έναν από τους κυριότερους εκπροσώπους του Αισθητισμού —ενός Αισθητισμού χωρίς ακρότητες κούφιας ωραιολογίας— και του γαλλικού Συμβολισμού στον τόπο μας, μετουσιωμένων σωστά στο ελληνικό κλίμα, με την επιδέξια χρησιμοποίηση ρυθμών και μελωδιών από τη λαϊκή μας παράδοση.

Στην ποίησή του, κυριαρχεί ένας τρυφερός συναισθηματισμός, είτε ο άκρατος αισθησιασμός τον φέρνει στην πεζολογία —πρώτη περίοδος — είτε χρησιμοποιεί συμβολική γραφή —δεύτερη περίοδος— είτε μ' εγκαρτέρηση μας εξομολογείται την τελική του συμφιλίωση με τον θάνατο— τρίτη περίοδος. Με απαλά χρώματα υδατογραφίας και με τη μελωδική χρήση ενός περιορισμένου αριθμού λέξεων —ή, συνήθως, των υποκοριστικών τους— και με πάντα κατάλληλους προσωπικούς ρυθμούς, μάς αφηγείται, ηχητικά και πλαστικά, με τις εικόνες που χρησιμοποιεί, κάθε τι που βαραίνει τη δική του ζωή, αλλά και τη ζωή των άλλων, ακόμα και των αψύχων. Κι αυτή η απλή, προσωπική του ομιλία, που —παρά τις πολλαπλές επεμβάσεις του — βγαίνει θαρρείς από το ένστικτο μιας βαθιά πληγωμένης ύπαρξης που δεν μπορεί ν' αντιδράσει, είναι εκείνο που συγκινεί και τους λίγους και τους πολλούς».

 

(Τάσος Κόρφης, 1985, Ναπολέων Λαπαθιώτης. Συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του,
Αθήνα, Πρόσπερος, σελ. 115)

 

Ένας γνήσιος «εστέτ»

«Ο Λαπαθιώτης είναι ο κατ' εξοχήν νεορρομαντικός ανάμεσα στους ομότεχνους της τελευταίας τούτης αθηναϊκής σχολής, αυτός που συνεχίζει τη ρομαντική παράδοση ύστερα απ' τον Πολέμη και τον Μαλακάση, με τα παραμύθια για τα βασιλόπουλα, τα φεγγάρια τα "μακρινά και καθαρά", τα λάιτ-μοτίβ και τις ρομαντικές "κορώνες". Η διάθεση προς την απελπισμένη αναπόληση, ο αποκλειστικά συγκινημένος τόνος αποτελούν κοινά γνωρίσματα. Ο ίδιος έζησε κι ανατράφηκε στο ρομαντικό κλίμα, τόσο το αθηναϊκό όσο και το φιλολογικό της Ευρώπης, και δέχτηκε ανάλογη επίδραση κι απ' τις δυο μεριές, μια απ' τη ζωή και μια απ' τα βιβλία και την τέχνη. Έτσι, επηρεασμένος παράλληλα απ' τους Άγγλους και τον αισθητισμό του Wilde, απ' τον Poe, τους "poetes maudits" του γαλλικού Συμβολισμού και τον Maeterlinck, καθάρισε τον λόγο των πρώτων Αθηναίων ρομαντικών από τον στόμφο και τη μεγαληγορία, από την πατριδολατρία και τον ψευδοαττικισμό κι ανανέωσε τον Ρομαντισμό των δεύτερων, κρατώντας τη διάθεση του ρομαντικού και του "ρομαντικώς ζην" και μπολιάζοντας τα βασιλόπουλα του Πολέμη και το τραγούδι του Μαλακάση με τα στοιχεία του εκλεκτικισμού και της λεπταισθησίας.

Πραγματικά, μαζί με τον Νεορρομαντισμό, ο Λαπαθιώτης έφερνε και τους πρώτους "ευπαθείς" και αβρούς τόνους, ό,τι ονομάστηκε τότε "νέα ευαισθησία". Από την άποψη αυτή, υπήρξε ένας γνήσιος esthete, ερασιτέχνης ακόμα και σ' ό,τι στάθηκε ο μοναδικός προορισμός του. Η ποίησή του είναι η βιωμένη έκφραση ενός ανθρώπου, που έκανε πρώτα τη ζωή του τέχνη και τον εαυτό του "έργον τέχνης", σύμφωνα βέβαια με τη δική του αντίληψη, ή μάλλον σύμφωνα με την αντίληψη την ουαϊλδική, κι από κει αντανακλαστικά επήγασε και η τέχνη του. Μια τέχνη κάπως μετέωρη, απαλλαγμένη από κάθε στοιχείο ικανό να ταράξει την ενότητα του κόσμου της, ποίηση του ονείρου πιο πολύ παρά της πραγματικότητας, προορισμένη ν' αντλεί το φως της όχι από την ακτινοβολία του ήλιου, αλλά από τη φευγαλέα λάμψη του φεγγαριού. Γι' αυτό κι από το έργο του απουσιάζουν οι υλικές αντιστάσεις και κυριαρχούν τα αφηρημένα: τα συναισθήματα, οι διαθέσεις, οι καταστάσεις και οι φευγαλέες εντυπώσεις, ενώ τα συγκεκριμένα εξατμίζονται και συμβολοποιούνται. Οι ποιητικές του εικόνες εμφανίζονται συνήθως σκόρπιες, χωρίς συνοχή μεταξύ τους. Η συνοχή του ποιήματος και η βαθύτερη σύσταση του λόγου του βγαίνουν από τη μουσική του διάθεση, θαρρείς κι οι εικόνες υπάρχουν, για να επιτείνουν όχι τις οπτικές, μα τις ακουστικές εντυπώσεις.

Στον Λαπαθιώτη τα πράγματα ελάχιστα κάνουν την εμφάνισή τους. Ενώ οι περισσότεροι της σχολής του, λίγο ως πολύ, εισάγουν στην ποίησή τους και πεζολογικά στοιχεία, στρέφοντάς την προς τα συγκεκριμένα και τα αισθητά, απ' την ποίηση τη δική του τέτοια στοιχεία λείπουν, κι όπου υπάρχουν, υπάρχουν μόνο σαν αποτυχημένη ποίηση. Γιατί, μ' όλη την καλλιτεχνική φροντίδα που τον χαρακτηρίζει, μ' όλη την επίμονη επεξεργασία, επεξεργασία σπρωγμένη ως την εκζήτηση, δεν κατάφερε ν' αποφύγει και μερικά επικίνδυνα γλιστρήματα προς την πεζολογία. Αλλά κι αρκετά απ' τα καλά του ποιήματα, με το να τα δουλεύει και να τα ξαναδουλεύει κάθε τόσο, και μάλιστα σε απομακρυσμένα από το πρώτο γράψιμο χρονικά διαστήματα, προσπαθώντας να τα κάνει τελειότερα ή και να τα προσαρμόσει στη νέα του ψυχολογική κατάσταση, τα χάλασε στο τέλος, με αποτέλεσμα η τελική τους μορφή να είναι κατώτερη. Η έλλειψη, εξάλλου, βαθύτερης ποιητικής ουσίας, η αποκαμωμένη του διάθεση, μ' εκείνα τα πολλά "λιγώματα", όπως τα ονόμασε ο Μήτσος Παπανικολάου, η θεματογραφία κι η μονότονη επανάληψη των ίδιων μοτίβων μας τον δείχνουν αρκετά παλιωμένο.

Ο Λαπαθιώτης κινήθηκε, κατά βάση, γύρω από δυο κύριους άξονες: την έκσταση που αγγίζει τη μέθη (όχι τη χαρά) και τον πόνο, με κοινό συνδετικό μοτίβο τη νοσταλγική αναπόληση. Έτσι, απόμεινε ως το τέλος σε μια συναισθηματική θεώρηση του κόσμου. Μα όσο πιο πολύ δοκιμαζόταν, τόσο γινότανε πιο τρυφερός και πιο υποβλητικός. Καθώς το παρατήρησε κι ο Τ.Κ. Παπατσώνης στη μελέτη του "Ο Λαπαθιώτης μετέωρο και σκιά", όλα τα ποιήματά του "από τα χρόνια της αίγλης, ιδωμένα σήμερα, φαίνονται της ίδιας διάθεσης". Κι η αισθητή διαφορά που παρουσιάζουν είναι διαφορά ποιότητας και ειλικρίνειας. Ρομαντικότερος στην αρχή, τραγούδησε την έκσταση. Ύστερα, τραγούδησε τη διάψευση και την πτώση. Από την άποψη τούτη, υπάρχει αρκετή απόσταση ανάμεσα στον "Λαπαθιώτη μετέωρο" και στον "Λαπαθιώτη σκιά", ώστε η δεύτερη φάση του να βαραίνει σημαντικά σε σύγκριση με την πρώτη. Γιατί, αν στην αρχή η ποίηση ήταν γι' αυτόν μια καλλιτεχνική πόζα, όταν ήρθε ο θρήνος για τη χαμένη ζωή, τότε κατάντησε η μόνη υπόθεση• τότε κι ο θάνατος γίνηκε αληθινά λυτρωτικό όνειρο, μοναδική διέξοδος ζωής και τέχνης. Γι' αυτό κι ανάμεσα στους τρεις-τέσσερις καλύτερους της "σχολής" εμφανίζεται τελικά πιο "συντετριμμένος" και πιο ανθρώπινος. Κι αν εκείνοι διαθέτουν σκληρότερο πυρήνα κι ανοίγονται σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος, αυτός ξέρει να κλαίει. Κάτι τέτοιες στιγμές, μαζί με μερικά λαμπρά και σπάνιας ευαισθησίας ποιήματα, διασώζουν ακόμα ποιητικά τη φυσιογνωμία του».

 

(Κ. Στεργιόπουλος, 1980, Η Ελληνική Ποίηση. Η Ανανεωμένη Παράδοση. Ανθολογία-Γραμματολογία,
Αθήνα, Σοκόλης, σελ. 266-268)

 

Η εσωστρέφεια του Λαπαθιώτη

«Από άποψη σχολής [σ.σ., ο Λαπαθιώτης] βρίσκεται κοντά στον Συμβολισμό, χωρίς να μένει απόλυτα πιστός στις αρχές του. Η θεματική π.χ. και περιγραφική ανάπτυξη ποιημάτων είναι συχνή. Κοντά στον Συμβολισμό βρίσκεται κυρίως από τη μεριά της μουσικής άρθρωσης του λόγου. Ο ποιητής άλλωστε είχε ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική: είχε μουσική παιδεία, σύχναζε σε συναυλίες, άκουγε δίσκους, έπαιζε πιάνο, καταγινόταν με συνθέσεις. Σε με-γαλύτερη απόσταση, από άποψη σχολής, βρίσκεται από τον Ρομαντισμό. Είναι βέβαια φεγγαρόπληκτος, άνθρωπος της νυχτερινής περιπλάνησης, των λουλουδιών και της αντισυμβατικής συμπεριφοράς, αλλά κατά τα άλλα μένει έξω από τα πλαίσια του Ρομαντισμού: αστικό περιβάλλον, εσωτερικός χώρος, εσωστρέφεια, μαλθακότητα, αισθητισμός, έντονο δούλεμα του στίχου, συμμετρία, σαφήνεια, λιτότητα, πεζή καθημερινότητα... Από την άποψη αυτή, τα ρομαντικά στοιχεία που απαντούν στο έργο του Λαπαθιώτη είναι αμφίβολο αν επαρκούν για να θεωρηθεί ο ποιητής ρομαντικός ή νεορρομαντικός. Μια κάποια δόση ρομαντικής ροπής υπάρχει σ' όλη την ποίηση, τόσο στην πριν από το κίνημα του ρομαντισμού, όσο και στη μετά. Ο Λαπαθιώτης είναι ρομαντικός όσο είναι και ο Άγρας, ο Ελύτης, ο Ρίτσος, ο Παπαδίτσας, ο Αναγνωστάκης, ο Καρούζος, ο Μέσκος, η Αγγελάκη-Ρουκ, ο Πορφύρης, ο Γκανάς κ.ά. Πάντως πολύ λιγότερο από τον Παλαμά, τον Δροσίνη, τον Πολέμη και τους άλλους ποιητές της γενιάς του 1880. Θέλω να πω ότι, πέρα από ένα σημείο, πέρα από το σημείο που ένα ποιητικό έργο ανταποκρίνεται στις καταστατικές αρχές μιας σχολής, υπάρχει ευρύ περιθώριο να προκύπτουν επιμέρους ελεύθερες συμπτώσεις άλλων έργων με συνιστώσες της σχολής αυτής. Συμπτώσεις με την έννοια ότι τα έργα αυτά δεν ανταποκρίνονται στις αρχές της σχολής, αλλά σε εκδοχές του γενετικού πυρήνα από τον οποίο πήγασε η σχολή.

[...] Από πολύ νωρίς, από την αρχή σχεδόν της σταδιοδρομίας του, ο ποιητής φάνηκε να έχει τάση προς την εσωστρέφεια. Έγραφε σε πρώτο πρόσωπο και αναφερόταν στα συναισθήματα και στις σκέψεις ενός εγώ. Ένα εγώ συναισθηματικό, συμπονετικό, λεπταίσθητο, ηδονιστικό, κάπως μελαγχολικό, ανήσυχο και ανικανοποίητο. Τέτοιο ωστόσο που, αν προσέξει κανείς το ποιόν του, μοιάζει περισσότερο εικονικό παρά πραγματικό. Μια οντότητα μάλλον βιβλιακής προέλευσης, που τα λόγια της δεν πονούν, μένουν λόγια χωρίς να παράγουν δραστικό αποτέλεσμα. Ένα εγώ δηλαδή σαφώς ιδεατό, προϊόν σκηνοθεσίας μάλλον. Ο ποιητής απέχει πολύ από του να διακυβεύει οτιδήποτε ζωτικής σημασίας για τον ίδιο. Αντίθετα, έχουμε να κάνουμε με κείμενα τεχνητά, κείμενα συνεπώς μαθητείας ή, αλλιώς, ποιητικιστικά.

[...] Πράγματι ο Λαπαθιώτης πορεύτηκε αρκετό διάστημα μέσα σ' ένα κλίμα αισθητίστικου θερμοκηπίου. Η έξοδος από αυτό και η επαφή με τα πράγματα έγινε με τον καιρό μέσα από τρεις διαφορετικούς δρόμους. Πρώτα, μέσα από τα διάφορα περιστατικά της τρέχουσας ζωής. Έπειτα, μέσα από την οδυνηρή προσγείωση στο σκληρό έδαφος της μετά τα τριάντα πέντε χρόνια ηλικίας του, μιας ηλικίας χωρίς την αλκή της σπαταλημένης νιότης. Και στερνά, μέσα από τον θάνατο της μάνας του. Να τα δούμε από πιο κοντά.

α) Περιστατικά της τρέχουσας ζωής. Από νωρίς άρχισε ό ποιητής να περνάει στα γραφτά του διάφορα μικροσυμβάντα της τρέχουσας ζωής. [...] Δεν είναι ο Λαπαθιώτης ο πρώτος εισηγητής του συγκεκριμένου περιστατικού στην ποίηση. Και άλλοι πριν από αυτόν χρησιμοποίησαν τέτοιο υλικό. Ο Λαπαθιώτης όμως είναι αυτός που έκανε ευρεία χρήση του περιστατικού στο έργο του και ανάλογα το επισημοποίησε. Μάλιστα, όσο κυλάει ο καιρός τόσο συχνότερα αναφέρονται τα γραφτά του σε περιστατικά. [...]. Έτσι, μέσα από συγκεκριμένα περιστατικά, ο ποιητής έρχεται σε επαφή με την καθημερινή πραγματικότητα. Γεγονός που φανερώνει πως οι ανιχνευτικές κεραίες του υπέδειχναν την έξοδο από το κλίμα του συμβατικού αισθητισμού.

β) Η οδυνηρή προσγείωση στα χρόνια της αλήθειας. Από την ηλικία των 35-40 χρόνων, γύρω στο 1923-1928 και εξής, οι σκέψεις και τα συναισθήματα που εκφράζουν τα γραφτά του ποιητή, παρουσιάζουν αισθητή διαφορά από τα προηγούμενα. [...] Τώρα ο λόγος του δεν έχει τον αέρα της ανέμελης νιότης. Μιας νιότης που, στηριγμένη στην αλκή και στις βεβαιότητές της (παιδεία, τάλαντο, οικονομική ανεξαρτησία, κοινωνικό κύρος), μπορούσε να διαλογίζεται αμέριμνα πάνω στο θέμα της ηδονής και της ομορφιάς, να θλίβεται για ό,τι έμενε ανικανοποίητο, να ξεχειλάει από τρυφερότητα για τα λουλούδια ή να μιλάει για τον θάνατο ναρκισσευόμενη [...]. Στον λόγο εισβάλλει τώρα η κατήφεια, η απογοήτεψη και ο φόβος του χειρότερου. Το πνεύμα της αμεριμνησίας το διαδέχεται το πνεύμα της περισυλλογής και της ανησυχίας για την προσωπική μοίρα. Αντίστοιχα, γεγονός που δείχνει τη διαφοροποίηση του λόγου, έχουμε την τάση να λέγονται τα πράγματα με τ' όνομά τους. [...] Βρισκόμαστε ήδη μακριά από την πόζα του Αισθητισμού. Τώρα έρχονται στιγμές που η αναφορά στα πεπραγμένα παίρνει τη μορφή της ζοφερής περίσκεψης. Κι ο λόγος πια είναι λόγος εις εαυτόν, ενδόμυχος και απροσχημάτιστος. [...]

γ) Ο θάνατος της μάνας του (1937). Με τον θάνατο της μάνας του έλειψε ο φύλακας άγγελος του ποιητή, η προστασία, η κατανόηση κι η στοργή. Ο Λαπαθιώτης δεν είχε βγει ποτέ στη βιοπάλη, γι' αυτό δεν είχε ανεξαρτητοποιηθεί από τους γονείς του και ιδιαίτερα από τη μάνα του, που ήταν το στήριγμά του από κάθε άποψη. Χάνοντάς την αισθάνθηκε να φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια του. [...]

Ο θάνατος στην ποίηση του Λαπαθιώτη παρουσιάζεται με τρεις διαφορετικές μορφές. Πρώτα, στα χρόνια της νιότης, ως τα 35 χρόνια του ποιητή περίπου, αποτελεί περισσότερο ένα στοιχείο πόζας. Ένα σύνθετο της νεανικής μελαγχολίας που πηγάζει κυρίως από την έμφυτη αίσθηση του ανικανοποίητου. Αυτός ο θάνατος δεν αγγίζει ζωτικές πτυχές του εγώ• είναι ανώδυνος. Αργότερα, μετά τα 35 χρόνια του ποιητή, τα πράγματα αλλάζουν. Ο θάνατος δεν είναι πια μια γενική έννοια, αλλά μια οντότητα που συνδέεται με την εμφάνιση της σωματικής και της ψυχικής κάμψης. Είναι ο ύπουλος θάνατος στο επίπεδο της καθημερινότητας. Η κούραση, η φθορά, τα ψαλιδισμένα όνειρα, τα άτεγκτα όρια του πραγματικού. Αυτή η μορφή του θανάτου δεν είναι βέβαια καθόλου ανώδυνη. Τέλος, με τον θάνατο της μάνας του ο ποιητής έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον βιολογικό θάνατο και την ερημιά που αφήνει πίσω του. Ένα θάνατο που είναι ταυτόχρονα και μια σαφής υπόμνηση για τον επερχόμενο προσωπικό του. Για την τρίτη εκδοχή του θανάτου ο ποιητής έγραψε σπαρακτικά κείμενα».

 

(Γ. Αράγης, 2006, Η μεταβατική περίοδος της Ελλαδικής ποίησης. Η σταδιακή της εξέλιξη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έως το 1930,
Αθήνα, Σοκόλης, σελ. 320-326)

 

3. Το κείμενο

Νυχτερινό - Διδακτικές επισημάνσεις

• Η προσέγγιση του ποιήματος μπορεί να αρχίσει με την επισήμανση ότι ο Λαπαθιώτης αγαπούσε τη νύχτα, το φως του φεγγαριού, και έγραψε πολλά ποιήματα με αυτό το θέμα.

• Στη συνέχεια, οι μαθητές καλούνται να αναζητήσουν τα χαρακτηριστικά της συμβολιστικής τεχνοτροπίας: τα σύμβολα, τη μουσικότητα, την υποβλητικότητα, τις φευγαλέες εντυπώσεις κ.ά., αλλά και τις επιδράσεις από τον Ρομαντισμό (το φεγγάρι, η μελαγχολία, ο θάνατος κ.ά.).

• Στην πρώτη στροφή, μπορεί να οριστεί ο χώρος και ο χρόνος της ποιητικής αφήγησης και να σχολιαστεί ο συμβολισμός της εικόνας του κεριού που αργοσβήνει.

• Στη δεύτερη στροφή, να επισημανθεί η διεύρυνση του χώρου («με κόπο χάνεται στα χάη») και η αίσθηση του θανάτου που υποβάλλεται με το σύμβολο του φεγγαριού.

• Στην τρίτη στροφή, να σχολιαστούν τα συναισθήματα του ποιητικού υποκειμένου: η απαισιοδοξία του για το αμείλικτο πέρασμα του χρόνου, η αναίτια θλίψη του. Να συσχετιστεί το συναίσθημα αυτό με την τάση του «καρυωτακισμού».

 

Συμπληρωματική ερώτηση

• Να σχολιάσετε από μετρική άποψη το ποίημα: ποια παραδοσιακά και ποια πρωτοποριακά στοιχεία μπορείτε να διακρίνετε;

 

Παράλληλα κείμενα

Κ. Π. Καβάφης, Κεριά

Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ' εμπροστά μας

σα μια σειρά κεράκια αναμμένα—

χρυσά, ζεστά και ζωηρά κεράκια.

 

Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,

μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων

τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,

κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.

 

Δεν θέλω να τα βλέπω• με λυπεί η μορφή των,

και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.

Εμπρός κυττάζω τ' αναμμένα μου κεριά.

 

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω

τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,

τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

 

• Πώς συσχετίζεται, κατά τη γνώμη σας, το παραπάνω ποίημα του Καβάφη με το ποίημα του Λαπαθιώτη;

 

Ν. Λαπαθιώτης, Νυχτερινό

Ένα φεγγάρι πράσινο, μεγάλο,

που λάμπει μεσ' τη νύχτα — τίποτ' άλλο.

 

Μια φωνή γρικιέται μεσ' το σάλο

και που σε λίγο παύει — τίποτ' άλλο.

 

Πέρα μακριά, κάποιο στερνό σινιάλο

του καραβιού που φεύγει — τίποτ' άλλο.

 

Και μόνον εν παράπονο μεγάλο

στα βάθη του μυαλού μου. — Τίποτ' άλλο.

 

• Να συγκρίνετε το παραπάνω ποίημα του Λαπαθιώτη με το ομότιτλό του στο σχολικό βιβλίο: ποια κοινά στοιχεία παρατηρείτε;

 

4. Ενδεικτική βιβλιογραφία

Αράγης Γ., 2006, Η μεταβατική περίοδος της Ελλαδικής ποίησης. Η σταδιακή της εξέλιξη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έως το 1930, Αθήνα, Σοκόλης, σελ. 303-317.

Δικταίος Α., 1984, ΝαπολέωνΛαπαθιώτης: η ζωή του, το έργο του, Αθήνα, Γνώση.

Κόρφης Τ., 1984, «Δώδεκα στιγμές από τη ζωή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη», Η λέξη, τχ. 33, Αφιέρωμα, σελ. 231-235.

Κόρφης Τ., 1985, Ναπολέων Λαπαθιώτης. Συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του, Αθήνα, Πρόσπερος.

Λαπαθιώτης Ν., 1986, Η ζωή μου. Απόπειρα συνοπτικής αυτοβιογραφίας, Φιλολογική επιμέλεια: Γιάννης Παπακώστας, Αθήνα, Στιγμή.

Στεργιόπουλος Κ., 1980, Η Ελληνική Ποίηση. Η Ανανεωμένη Παράδοση. Ανθολογία-Γραμματολογία Αθήνα, Σοκόλης.

Τριβιζάς Σωτήρης (παρουσίαση), 2000, Αθήνα, Γαβριηλίδης [εκ νέου].

 

pano

 


Τον Σεπτέμβριο του 1886, ο Γάλλος ποιητής Jean Μοréas (πρόκειται για τον ελληνικής καταγωγής Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο), δημοσιεύει το μανιφέστο του συμβολισμού στην παρισινή εφημερίδα Le Figaro. Αυτή είναι η επίσημη εμφάνιση μιας νέας λογοτεχνικής σχολής, που θα κυριαρχήσει στη γαλλική ποίηση ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία, ο συμβολισμός καλλιέργησε κυρίως την ποίηση, ενώ επηρέασε πολύ λιγότερο την πεζογραφία και το θέατρο. Από τις άλλες μορφές τέχνης, τον συμβολισμό υιοθέτησαν ως ένα βαθμό η μουσική (Claude Debussy) και η ζωγραφική (Gustave Moreau). Τέλος, ο συμβολισμός συνδέεται με τη φιλοσοφία του υποσυνείδητου του Γάλλου φιλοσόφου Henri Bergson, καθώς και με τους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους.

Η ονομασία «συμβολισμός» προέρχεται από τη συχνή και ιδιόμορφη χρήση των συμβόλων, στην οποία πιστεύουν ιδιαίτερα οι εκπρόσωποι του κινήματος. Ωστόσο, δε θα πρέπει να συγχέουμε την ευρύτερη έννοια του συμβόλου και του συμβολισμού με το συγκεκριμένο κίνημα: σύμβολα και συμβολισμοί κάθε είδους υπάρχουν χιλιάδες στην καθημερινή μας ζωή, όπως και στην ποίηση όλων των εποχών (π.χ. η σημαία είναι ένα σύμβολο, το περιστέρι συμβολίζει την ειρήνη). Οι συμβολιστές ποιητές και η συμβολιστική ποίηση είναι κάτι πιο ειδικό και πιο συγκεκριμένο.

Οι δύο πιο σημαντικές προδρομικές μορφές του συμβολισμού είναι ο Γάλλος Charles Baudelaire και ο Αμερικανός Edgar Allan Poe. Στη Γαλλία, ο συμβολισμός συνδέθηκε αρκετά στενά με τους λεγόμενους «ποιητές της παρακμής» (decadents), όπως τον Arthur Rimbaud, τον Paul Verlain και το Stephan Mallarmé, ενώ αργότερα σπουδαίοι συμβολιστές ποιητές υπήρξαν ο Paul Claudel και ο Paul Valéry. Εξάλλου, εκτός Γαλλίας, ο συμβολισμός επηρέασε πολλούς ποιητές, μεταξύ των οποίων:

- τους Rainer Maria Rilke και Stefan George στον γερμανόφωνο χώρο

- τους W. Β. Yeats, Τ. Ε. Hulme, Ezra Pound και Τ. S. Eliot στον αγγλόφωνο χώρο

- το Federico Garcia Lorca στην Ισπανία.

Ο συμβολισμός εμφανίζεται ως διπλή αντίδραση τόσο στον ρομαντικό στόμφο και τη ρητορεία όσο και στην παρνασσική απάθεια, αντικειμενικότητα και ακαμψία στον στίχο. Επιπλέον, διαφοροποιείται και από τον ρεαλισμό και, κυρίως, από τον νατουραλισμό, που αρέσκεται στη λεπτομερή περιγραφή του πραγματικού κόσμου και έχει κοινωνικούς στόχους.

Για τον συμβολιστή ποιητή, η πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, δηλαδή ο εξωτερικός κόσμος, δεν έχει κανένα ποιητικό ενδιαφέρον. Ωστόσο, τα πράγματα αυτού του κόσμου η ποίηση μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ως διαμεσολαβητές, ως σύμβολα, για να φτάσει στο αληθινό της αντικείμενο: στην έκφραση ιδεών, ψυχικών ή νοητικών καταστάσεων, συναισθημάτων κτλ.· ή, μ' άλλα λόγια, στο ασυνείδητο και στο μυστήριο του εσωτερικού μας κόσμου.

Με βάση αυτή τη γενική αρχή, τα χαρακτηριστικά της συμβολιστικής ποίησης μπορούν να καθοριστούν ως εξής:

- η προσπάθεια απόδοσης των ψυχικών καταστάσεων με τρόπο έμμεσο και συμβολικό, δηλαδή μέσα από τη χρήση των συμβόλων· αυτή η προσπάθεια οδηγεί σε μια υπαινικτική και υποβλητική χρήση της γλώσσας, σε συνδυασμό με μια διαισθητική σύλληψη των πραγμάτων και μιαν αφθονία εικόνων και μεταφορών (όλα αυτά τα στοιχεία μαζί κάνουν ασφαλώς το ποίημα πιο δυσνόητο)

- η αποφυγή της σαφήνειας και η προσπάθεια για τη δημιουργία ενός κλίματος ρευστού, συγκεχυμένου, ασαφούς και θολού, που συνυπάρχει με μια διάθεση ρεμβασμού, μελαγχολίας και ονειροπόλησης

- η έντονη πνευματικότητα, ο ιδεαλισμός και, σε πολλές περιπτώσεις, ο μυστικισμός

- η προσπάθεια να ταυτιστεί η ποίηση με τη μουσική, που εκδηλώνεται με την έντονη μουσικότητα και τον υποβλητικό χαρακτήρα του στίχου (απευθύνεται ταυτόχρονα στην ακοή και στο συναίσθημα)

- οι πολλές τεχνικές, μορφολογικές και εκφραστικές καινοτομίες: χαλαρή ομοιοκαταληξία, ανομοιοκατάληκτος ή ελεύθερος στίχος, πολλά και πρωτότυπα σχήματα λόγου, ιδιόρρυθμη σύνταξη, νέο λεξιλόγιο κτλ.

- ο περιορισμός του νοηματικού περιεχομένου του ποιήματος στο ελάχιστο: η ποίηση απαλλάσσεται από κάθε φιλοσοφικό και ηθικο-διδακτικό στοιχείο, καθώς και από ρητορισμούς ή θέματα του δημόσιου βίου· γίνεται αυτό που θα έπρεπε πάντοτε να είναι, δηλαδή καθαρή ποίηση (poésie pure), γεμάτη μαγεία και γοητεία.

Με λίγα λόγια, ο συμβολισμός φέρνει μια επανάσταση στην ποίηση, τόσο στο περιεχόμενο όσο και στη μορφή: το ποίημα δεν έχει πλέον ως στόχο τη μίμηση της φύσης, του εξωτερικού κόσμου ή της πραγματικότητας αλλά τη δημιουργία ενός άλλου, διαφορετικού, ποιητικού κόσμου· εξάλλου, ως προς τα μορφολογικά ή τα δομικά χαρακτηριστικά, οδηγούμαστε μακριά από κάθε περιορισμό, προς τη διάλυση του ποιήματος.

Γενικότερα, ο συμβολισμός φέρνει μια νέα άποψη για την ποίηση: τα ποιήματα δε χρησιμεύουν πλέον για να πούμε κάτι για τον κόσμο γύρω μας αλλά γίνονται ένας αυτόνομος κλάδος, ένας κόσμος ξεχωριστός, που διαφέρει από καθετί άλλο και υπάρχει πρώτα για τον εαυτό του. Η άποψη που έχουμε σήμερα για την τέχνη δε διαφέρει και πολύ από αυτήν.

Τέλος, είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι οι καινοτομίες του συμβολισμού λειτούργησαν ως πρώτο βήμα για να ξεφύγουμε από την παραδοσιακή και να πορευθούμε προς τη νεοτερική ποίηση. Ακόμη και το γεγονός ότι με τον συμβολισμό το ποίημα αρχίζει να γίνεται δυσπρόσιτο ή και ακατανόητο, ακόμη και αυτό μας φέρνει πιο κοντά στον μοντερνισμό, που ως βασικό του χαρακτηριστικό έχει ακριβώς αυτή την ερμητικότητα, αυτή τη δυσκολία στην προσέγγιση.

Ο συμβολισμός δε γνώρισε την εξάπλωση του ρομαντισμού αλλά έχοντας ως αφετηρία τη Γαλλία, επηρέασε την ποίηση σε αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το νέο ρεύμα κάνει την εμφάνιση του στη νεοελληνική λογοτεχνία στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, λίγο μετά τον παρνασσισμό. Ο ελληνικός συμβολισμός έχει όλα τα βασικά χαρακτηριστικά του γαλλικού, αν και μπορούμε να πούμε ότι οι Έλληνες ποιητές οικειοποιούνται κυρίως δύο από τις βασικές αρχές του γαλλικού κινήματος:

α) τον υπαινικτικό και υποβλητικό χαρακτήρα της ποίησης, που στρέφει νου και αισθήματα προς την υψηλότερη σφαίρα των ιδεών

β) την αίσθηση του ποιητή (ενδεχομένως και του αναγνώστη) ότι, όταν κάποιος μπορέσει να φτάσει σ' αυτή τη σφαίρα, θεωρεί πλέον την πραγματικότητα ως έναν ταπεινό τόπο μελαγχολίας και απελπισίας.

Όπως στη γαλλική έτσι και στη νεοελληνική λογοτεχνία, ο συμβολισμός έρχεται να απαλλάξει οριστικά την ποίηση από τη φλυαρία και τη μεγαλοστομία του ρομαντισμού αλλά και από την απάθεια του παρνασσισμού. Η ποίηση περνά πλέον σε μια όλο και πιο γνήσια έκφραση του συναισθήματος. Ωστόσο, οι Έλληνες ποιητές υιοθετούν λίγες από τις εκφραστικές καινοτομίες των Γάλλων.

Οι αυθεντικοί συμβολιστές στη χώρα μας είναι ελάχιστοι και αξίζει ίσως να αναφέρουμε τους Γιάννη Καμπύση, Σπήλιο Πασαγιάννη και Κωνσταντίνο Χατζόπουλο. Ο τελευταίος είναι και ο μόνος που προσπάθησε να εφαρμόσει τον συμβολισμό στην πεζογραφία, στο μυθιστόρημά του Το φθινόπωρο (1917).

Πέρα όμως από τους παραπάνω, συμβολιστικά στοιχεία ή επιρροές μπορούμε να εντοπίσουμε σε πολλούς ακόμη ποιητές, όχι μόνο στις αρχές του αιώνα μας αλλά και αργότερα· χαρακτηριστικά αναφέρουμε τους Λορέντζο Μαβίλη, Ιωάννη Γρυπάρη, Λάμπρο Πορφύρα, Κωστή Παλαμά, Κ. Π. Καβάφη, Μιλτιάδη Μαλακάση, Ζαχαρία Παπαντωνίου, Απόστολο Μελαχροινό κ.ά. Εξάλλου, γύρω στα 1920, κάνουν την εμφάνισή τους ορισμένοι ποιητές βαθύτατα επηρεασμένοι απ' τον γαλλικό συμβολισμό, τους οποίους συνήθως κατατάσσουμε στη λεγόμενη ομάδα του νεοσυμβολισμού. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι αυτής της ομάδας είναι οι Κώστας Ουράνης, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Τέλλος Άγρας, Μήτσος Παπανικολάου, Μαρία Πολυδούρη, Κώστας Γ. Καρυωτάκης, καθώς και ορισμένοι άλλοι ελάσσονες ποιητές.

Όλοι αυτοί, κυρίως στο διάστημα της δεκαετίας 1920-1930, γίνονται συντελεστές ορισμένων ουσιαστικών αλλαγών στον χώρο της νεοελληνικής ποίησης, την οποία ανανεώνουν και θεματικά και μορφικά. Πιο συγκεκριμένα:

- απομακρύνονται και αποδεσμεύονται από την παλαμική μεγαλοστομία και από τον ποιητικό ρητορισμό

- εισάγουν τον χαμηλόφωνο και ιδιαίτερα μουσικό τόνο στην ποίησή τους και γίνονται εκφραστές κυρίως τραυματικών συναισθημάτων και ψυχικών καταστάσεων.

Οι ποιητές αυτοί, επειδή ακριβώς έχουν επηρεαστεί έντονα από το κλίμα και την ατμόσφαιρα του γαλλικού συμβολισμού, είναι οπαδοί του χαμηλού και ήπιου λυρισμού, που εκφράζει κυρίως τους εσωτερικούς ψυχικούς κυματισμούς του μεμονωμένου και μοναχικού ατόμου. Ο ποιητικός, δηλαδή, νεοσυμβολισμός, ως ποιητική πράξη, εκφράζει το άτομο το τραυματισμένο από τη γύρω σκληρή πραγματικότητα, που όμως αποσύρθηκε στον εαυτό του και αναζητά τη λύτρωση στη φυγή προς το παρελθόν και στη νοσταλγία για ό,τι έχει περάσει και χαθεί οριστικά. Απ' αυτό το κλίμα της νεο-ρομαντικής και ουτοπικής νοσταλγίας ξεφεύγει κάπως μόνον ο Καρυωτάκης, ο οποίος δε γράφει ποίηση ερήμην της ιστορίας και της τραυματικής πραγματικότητας που τον περιβάλλει. Σε αντίθεση με τους άλλους νεοσυμβολιστές, γίνεται εκφραστής αυτής της πραγματικότητας που τη σατιρίζει και τη σαρκάζει. Γι' αυτό και είναι ο κορυφαίος ποιητής του νεοσυμβολισμού.

 

pano

 


Ναπολέων Λαπαθιώτης
στη Βικιπαίδεια Βικιπαίδεια
στον Πολιτιστικό Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσας ΠΟΘΕΓ
στο σαν σήμερα σαν σήμερα
στο Βιβλιοnet Βιβλιοnet
μελοποιημένα ποιήματα στο stixoi.info stixoi

Βιογραφικό δεσμός, desmos


pano

 


Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ποιο είναι το ποιητικό υποκείμενο, ο αφηγητής;

Το ποιητικό υποκείμενο είναι...

 

Σε ποιον απευθύνεται;

Απευθύνεται...

 

Σε ποιο πρόσωπο και αριθμό βρίσκονται τα ρήματα του ποιήματος, π.χ. γ' ενικό

Τα ρήματα βρίσκονται...

 

Ποιος είναι ο χώρος;

Ο χώρος του ποιήματος είναι...

 

Ποιος είναι ο χρόνος;

Ο χρόνος του ποιήματος είναι...

 

Ποιες είναι οι εικόνες του ποιήματος;

Οι εικόνες του ποιήματος είναι...

 

Από πού αντλεί τις εικόνες του ο ποιητής; (π.χ. φύση)

Ο ποιητής αντλεί τις εικόνες του...

 

Ποιους εκφραστικούς τρόπους χρησιμοποιεί ο ποιητής; (π.χ. σχήματα λόγου, χρήση επιθέτων)

Οι εκφραστικοί τρόποι είναι οι εξής...

 

Πώς χρησιμοποιεί τη στίξη;

Ο ποιητής....

 

Ποια είναι η γλώσσα; (π.χ. κοινή, λόγια, κοινή με λόγια στοιχεία κλπ.)

Το ποίημα είναι γραμμένο σε...

 

Ποια συναισθήματα σου προκαλεί;

Τα συναισθήματα...

 

pano