Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


11η ενότητα: ζ (περίληψη) – ζ 139-259/<110-210> (ανάλυση)

10η 11η 12η

 

 

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 32η ημέρα:

 

 

Α' 1. Στην πορεία προς τον νόστο ο Οδυσσέας βγαίνει ναυαγός στη Σχερία, όπου δέχεται πολύπλευρη φιλοξενία, εξιστορεί τις περιπέτειές του και με τη βοήθεια των Φαιάκων φτάνει στην Ιθάκη. Το επεισόδιο αυτό είναι εκτεταμένο (ζ–ν 209/<Ι87>) και ονομάζεται «Φαιακίδα».

 

Α.2. Περιληπτική αναδιήγηση της ζ ραψωδίας: Ὀδυσσέως ἂφιξις εἰς Φαίακας
(Άφιξη του Οδυσσέα στη χώρα των Φαιάκων – τη Σχερία)

 

Ενώ ο Oδυσσέας κοιμόταν στα ξερά φύλλα των θάμνων κοντά στο ποτάμι, η Αθηνά παρότρυνε στο όνειρο την έφηβη βασιλοπούλα των Φαιάκων να πάει να πλύνει τα ρούχα, γιατί πλησίαζε η ώρα του γάμου της. Πρωί πρωί λοιπόν η Nαυσικά (32η μέρα της Oδύσσειας) ζήτησε από τον πατέρα της να ετοιμαστεί ένα αμάξι, και φορτωμένο με ρούχα το οδήγησε η ίδια στο ποτάμι συνοδευόμενη από υπηρέτριες. Έπλυναν και άπλωσαν τα ρούχα και, περιμένοντας να στεγνώσουν, λούστηκαν, κολάτσισαν και άρχισαν να παίζουν με το τόπι.

 

H Αθηνά όμως φρόντισε να πέσει το τόπι στο ποτάμι, ώστε από τις φωνές των κοριτσιών να ξυπνήσει ο ταλαιπωρημένος ναυαγός και να δεχτεί την πρώτη φιλόξενη περιποίηση από τη Nαυσικά.

 

Λουσμένος και ντυμένος, έπειτα, ο Oδυσσέας έλαμψε από ομορφιά και χάρη. Προκάλεσε έτσι τον θαυμασμό της βασιλοπούλας, που μιλώντας στις ακόλουθές της ευχήθηκε ένας τέτοιος άντρας να την παντρευτεί.

 

Την ώρα που ο Oδυσσέας έτρωγε, τα κορίτσια μάζεψαν τα ρούχα και ετοιμάστηκαν για την επιστροφή. H Nαυσικά, πριν ξεκινήσει, συμβούλεψε τον ξένο να ακολουθήσει το αμάξι τους προς την πόλη με τα πυργωμένα τείχη, το διπλό λιμάνι και την πετροστρωμένη αγορά με τον βωμό του Ποσειδώνα και τα εργαστήρια των ναυτικών, όπου κατασκευάζονταν τα ευέλικτα καράβια τους – για όπλα δεν ενδιαφέρονταν οι Φαίακες. Επειδή όμως φοβάται το κουτσομπολιό τους, αν δουν να τη συνοδεύει ένας ξένος άντρας, του ζήτησε να σταματήσει στο άλσος της Αθηνάς, έξω από την πόλη, ώσπου να φτάσουν στο παλάτι. Τον συμβούλεψε, τέλος, να απευθυνθεί στη μητέρα της, την Αρήτη, γιατί, αν κερδίσει τη συμπάθειά της, θα πετύχει γρήγορα τον νόστο του. Ακολούθησε λοιπόν ο Oδυσσέας το αμάξι, σταμάτησε στο άλσος της Αθηνάς και προσευχήθηκε στη θεά να προδιαθέσει τους Φαίακες ευνοϊκά απέναντί του.

 

Ναυσικά
Ναυσικά, Leighton, Frederick, 1878

 

άρμα
Άρμα οδηγούμενο από κορίτσια.
Λεπτομέρεια αποκατεστημένης τοιχογραφίας της Tίρυνθας (1500 π.X.)

 

Α' ΚΕΙΜΕΝΟ ζ 139-259/<110-210> (ανάλυση)

ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ:

● Συνάντηση του Οδυσσέα με τη Ναυσικά

Ο Οδυσσέας ξυπνά και αναρωτιέται

Ναυσικά

ταινία

Οδυσσέας και Ναυσικά

Η Ναυσικά και οι δούλες της. Η συνάντηση του Οδυσσέα και της Ναυσικάς στο νησί των Φαιάκων Συνάντηση Οδυσσέα και Ναυσικάς. Οδυσσέας και Ναυσικά. Η εκδρομή της Ναυσικάς. Οδυσσέας-Ναυσικά

Πέρασε ωστόσο η ώρα κι έπρεπε [η Ναυσικά]
140
τον δρόμο πάλι να πάρει της επιστροφής προς το παλάτι,
να ξαναζέψει τα μουλάρια και να διπλώσει τα ωραία της ρούχα.
Τότε ακριβώς άλλα στοχάστηκε, τα μάτια λάμποντας, η θεά Αθηνά·
πώς θα ξυπνήσει ο Οδυσσέας, να δει την κόρη την πεντάμορφη,
που θα τον οδηγούσε προς την πόλη όπου και κατοικούν οι Φαίακες.
145
Καθώς λοιπόν τη σφαίρα ρίχνει η Ναυσικά σε μια από τις κοπέλες,
η κοπελιά ξαστόχησε,
κι έπεσε η μπάλα στα βαθιά νερά του ποταμού.
Ύψωσαν τότε μια φωνή μεγάλη,
κι ο θείος Οδυσσέας ξυπνά. Ανασηκώθηκε και ταραγμένος
συλλογίστηκε στα φρένα και στον νου του:
150
«Αλίμονό μου! Σε ποιων ανθρώπων έφτασα πάλι τη χώρα;
είναι αλαζόνες, άγριοι κι άδικοι; 1
ή μήπως τη φιλοξενία γνωρίζουν κι ο νους τους σέβεται τα θεία; αρχαίο κείμενο
Στ’ αυτιά μου ωστόσο χτύπησε μια κοριτσίστικη φωνή,
λες κι ήταν από κόρες Νύμφες 2
που, μένοντας ψηλά στα όρη, κατεβαίνουν
155
στις πηγές των ποταμών ή σε λιβάδια χλοερά.
Εκτός κι αν βρίσκομαι σε κάποιον τόπο
όπου μιλούν και μένουν άνθρωποι θνητοί.
Άλλο δεν έχω, μόνος μου πρέπει να δοκιμάσω, να δω τι τρέχει.»
160
Είπε κι από τα θάμνα του αναδύθηκε θείος ο Οδυσσέας, χώνει
το στιβαρό του χέρι σε σύδεντρο πυκνό και σπάζει
ένα κλαδί με φύλλα, τη γύμνια του να προστατέψει στ’ αντρικά του μέλη3
Και κίνησε σαν το περήφανο λιοντάρι που περιφέρεται στα όρη,
το δέρνει ο άνεμος και το μουσκεύει η μπόρα,
165
εκείνο όμως με τα μάτια φλογισμένα προχωρεί
ψάχνοντας για γελάδια, αρνιά κι ελάφια ανήμερα,
το σπρώχνει η πείνα στα κοπάδια, ακόμη και σε μάντρα φυλαγμένη·
παρόμοιος έμελλε κι ο Οδυσσέας να σμίξει με κόρες καλλιπλόκαμες,
έτσι όπως ήτανε γυμνός, γιατί τον πίεζε η ανάγκη.

Οι κόρες τρόμαξαν, εκτός από τη Ναυσικά...

Ναυσικά Οδυσσέας


Το τυπικό της ικεσίας

170 Όμως τους φάνηκε φριχτός, απ' την αλμύρα φαγωμένος·
σκόρπισαν τότε πανικόβλητες, εδώ η μια
η άλλη αλλού, γυρεύοντας πού να κρυφτούν στα υψώματα της όχθης.
Μόνο του Αλκινόου η θυγατέρα παραμένει ακίνητη·
η Αθηνά τής έδωσε το θάρρος της καρδιάς,
175
αυτή τής πήρε την τρομάρα από τα μέλη.
Κι όπως απέναντί του στάθηκε αποφασισμένη,
ο Οδυσσέας διχογνώμησε· την κόρη την πεντάμορφη
να την παρακαλέσει στα γόνατά της πέφτοντας4
ή σε απόσταση και με μειλίχια  λόγια να της ζητήσει, αν ήθελε,  5
180
την πόλη να του δείξει και να του δώσει ρούχα.
Κι όπως το συλλογίστηκε του φάνηκε καλύτερο
κρατώντας την απόσταση και με μειλίχια λόγια να την παρακαλέσει,
μήπως κι αν άγγιζε το γόνα της, η κόρη χολωθεί6
Έτσι μειλίχιος κίνησε τον λόγο του, με σύνεση και πονηριά7

Ο Οδυσσέας ικετεύει τη Ναυσικά

  Ο νόμος της τριαδικότητας

185 «Γονατιστός προσπέφτω, δέσποινά μου. Είσαι θνητή; θεά; Δεν ξέρω.
Αν στους θεούς ανήκεις, που κατέχουν τον πλατύ ουρανό,
τότε πως μοιάζεις λέω τόσο με την Άρτεμη, την κόρη του μεγάλου Δία,
στην ομορφιά, στο ανάστημα, στο ανάριμμα8
Αν πάλι ανήκεις στους θνητούς που κατοικούν τη γη μας,
190
τρισμάκαρες ο κύρης σου κι η σεβαστή σου μάνα,
οι αδελφοί σου τρισμακάριστοι· πόσο καμάρι
θα θερμαίνει πάντα την καρδιά τους να σ’ έχουν πλάι τους,
κι όταν σε βλέπουν στον χορό να μπαίνεις, τέτοιο βλαστάρι.
Και πάνω απ’ όλους εκείνος πιο μακαρισμένος  9
195
που με τα δώρα του θα σε κερδίσει και θα σε πάρει νύφη σπίτι του.  10
Τόση ομορφιά ποτέ δεν είδα ως τώρα, γυναίκα ή άντρα, αρχ
θάμπωσα και δεν χορταίνω να κοιτώ.
Ω ναι, κάποτε και στη Δήλο, πλάι στον βωμό του Απόλλωνα,  11
μπροστά στα μάτια μου, ένα βλαστάρι φοινικιάς το είδα να ψηλώνει –
200
πήγα κι εκεί, πολύς στρατός μ’ ακολουθούσε στον δρόμο
που έμελλε να γίνει οδός της μαύρης συμφοράς μου.
Τότε, όπως τώρα, κοιτούσα το βλαστάρι εκείνο,
κι έμεινε ο νους μου θαμπωμένος ώρα πολλή.
Γιατί ποτέ δεν αναβλάστησε στη γη τέτοιος ωραίος βλαστός.
205
Έτσι κι εσένα τώρα σε θαυμάζω, δέσποινά μου.
Έκθαμβος μένω, μέγα δέος με κατέχει τα γόνατά σου ν’ ακουμπήσω.
Είμαι που είμαι σε βαρύ πένθος χαντακωμένος.
Μόλις εχθές, είκοσι μέρες πάνε τώρα, γλίτωσα απ’ το μπλάβο πέλαγος.
Ως τότε το κύμα αέναο, θύελλες πυκνές μακριά  12
210
απ’ το νησί της Ωγυγίας μ’ έσερναν.
Και τώρα εδώ με ξέβρασε ενός θεού η εκδίκηση, όπου
κάποιο κακό καινούριο, σκέφτομαι, με περιμένει.
Γιατί δεν έκλεισεν ακόμη ο κύκλος των παθών μου·
κι άλλα πολλά στοχάζομαι όρισαν οι θεοί πιο πριν να πάθω.
215
Έλεος όμως σου ζητώ. Εσύ είσαι η πρώτη που απαντώ,
έτσι φριχτά βασανισμένος· άλλον δεν ξέρω στους ανθρώπους
που κατοικούν αυτή τη γη κι αυτή την πόλη.
Και σου ζητώ την πόλη να μου δείξεις,
κι ένα κουρέλι να σκεπαστώ, αν έχεις φέρει εδώ μαζί σου
220
κάποιο πανί, να με τυλίξει.
Εύχομαι οι θεοί να σου χαρίσουν ό,τι βαθιά η ψυχή σου λαχταρά·
σύζυγο, σπιτικό κι ομόνοια να σου δώσουν εύφημη.  13
Γιατί δεν είναι άλλο στήριγμα καλύτερο και πιο ισχυρό,
όταν ομοφρονούν κι ομονοούν στο σπίτι ο άντρας κι η γυναίκα· [...].»
228
Τότε κι η Ναυσικά, τα χέρια της λευκά, του ανταποκρίθηκε:

Η Ναυσικά ανταποκρίνεται στα αιτήματα του Οδυσσέα

Φοίνικας
Ναυσικά

«Ξένε, ασήμαντος δεν φαίνεσαι μήτε κι η φρόνηση σου λείπει.
230
Κι όπως το ξέρεις, ο ολύμπιος Δίας,
μόνος αυτός την ευτυχία μοιράζει στους ανθρώπους,
καταπώς θέλει στον καθένα, άσημους ή και επιφανείς.
Πες πως δικά του είναι τα πάθη που σε βρήκαν και πρέπει εσύ
καρτερικά να τα υπομείνεις.
235
Ωστόσο τώρα, που σ’ αυτή την πόλη και τη χώρα καλωσόρισες,
ρούχο δεν θα σου λείψει να ντυθείς μήτε και τίποτε άλλο,
όλα όσα πρέπουν σε πολύπαθον ικέτη που προσπέφτει.
Κι όπως ζητάς, την πόλη θα σου δείξω
και θα σου πω πώς ονομάζεται ο λαός μας: αυτή τη χώρα και την πόλη
240
την κατοικούν οι Φαίακες· εγώ η θυγατέρα είμαι του γενναίου Αλκίνοου·  αρχ
αυτός στους Φαίακες κρατεί δύναμη κι εξουσία.»
Είπε και δίνει προσταγή στις καλλιπλόκαμες κοπέλες:
«Κοπέλες μου, σταθείτε. Για πού το βάλατε στα πόδια,
που αντικρίσατε έναν τέτοιον άντρα;
245
Μήπως σας πέρασε απ’ τον νου πως είναι εχθρός μας;
Δεν έγινε, το λέω, ως τώρα, μήτε θα γίνει, στων Φαιάκων τη χώρα
να φτάσει κάποιος άνθρωπος φοβερός φέρνοντας αναστάτωση.
Το ξέρετε, μας αγαπούν οι αθάνατοι όσο λίγους,
μένουμε και παράμερα,
250
στα έσχατα όρια του πολυκύμαντου πελάγου,
που δύσκολα, ή και ποτέ, άλλος θνητός δεν θα μπορούσε να ’σμιγε μαζί μας.
Όμως αυτός, περιπλανώμενος και δύστυχος,
βρέθηκε κατά τύχη εδώ, και περιποίηση του πρέπει.
Όλοι οι φτωχοί κι οι ξένοι είναι του Δία αποσταλμένοι· αρχ
255 ακόμη κι αν τους δώσεις κάτι λίγο, νομίζεται καλόδεχτο.
Γι’ αυτό, κοπέλες μου, κι εσείς προστάζω να του δώσετε
κάτι να φάει, να πιει,
και στο ποτάμι να τον λούσετε, διαλέγοντας μέρος απάνεμο.»

[Οι υπηρέτριες εκτέλεσαν τις εντολές της Ναυσικάς – βλ. τη συνέχεια στην περίληψη.]

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις Σταυρόλεξο Σταυρόλεξοερωτήσεις

 

Οδυσσέας Ναυσικά, Νίκος Εγγονόπουλος
Οδυσσέας και Ναυσικά, Νίκος Εγγονόπουλος

 

 

 


 

1. (στ. 150-2) Οι στίχοι 150-152 είναι παραδοσιακοί / τυπικοί· επαναλαμβάνονται σε ανάλογες περιπτώσεις και υπογραμμίζουν την ανασφάλεια που κυρίευε τους ανθρώπους την εποχή της αποικιακής εξάπλωσης, τόσο αυτούς που έφταναν σε μια άγνωστη χώρα, όσο και εκείνους που τους αντίκριζαν, όπως δείχνει ο πανικός των κοριτσιών στο 171–172 και η παρατήρηση της Ναυσικάς στο 243–245. Η διαφορετική στάση της βασιλοπούλας (173–175) δείχνει την αριστοκρατική αγωγή της, που απαιτούσε γενναιότητα, παρουσιάζεται όμως σαν αποτέλεσμα θεϊκής επέμβασης.

 

πλοίο

 

Ελληνικό πλοίο προσεγγίζει σε άγνωστο, ίσως εχθρικό, τόπο

 

2. (στ. 154) κόρες Νύμφες: Οι Νύμφες θεωρούνταν κόρες του Δία, γεννημένες από τη βροχή και συνδεδεμένες, γι’ αυτό, με το νερό και τη βλάστηση. Ήταν κατώτερες θεότητες, όπως και οι Νηρηίδες (>νεράιδες), που ζούσαν στη θάλασσα. Οι Νύμφες και οι Νηρηίδες επιβιώνουν στις νεότερες λαϊκές παραδόσεις μας ως νεράιδες ή ξωτικά και αγερικά.

3. (στ. 162) τη γύμνια του να προστατέψει στ’ αντρικά του μέλη: Με την υποτυπώδη κάλυψη της γύμνιας του, ο Οδυσσέας έδειξε ντροπαλοσύνη/συστολή, που πρέπει να προδιέθεσε θετικά τη Ναυσικά απέναντί του.

4. (στ. 178) να την παρακαλέσει στα γόνατά της πέφτοντας: να πάρει δηλαδή στάση ικέτη (βλ. το σχόλιο 5 της 10ης Ενότητας, σελ. 75). Η ικεσία ήταν θεσμός της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας προστατευόμενος από τον Ικέσιο Δία, όπως η ξενία από τον Ξένιο Δία, και είχε καθιερωθεί γι’ αυτήν, όπως και για τη φιλοξενία, μια ορισμένη εθιμοτυπία: ο ικέτης γονάτιζε μπροστά στον ικετευόμενο, με το ένα χέρι αγκάλιαζε τα γόνατά του, ενώ με το άλλο άγγιζε το πιγούνι ή το γένι του. Αν υπήρχε δυνατότητα, κατέφευγε στον βωμό, που υπήρχε στις αυλές των σπιτιών, ή στην εστία, που υπήρχε στο εσωτερικό του σπιτιού. Εξασφάλιζε έτσι άσυλο ο ικέτης, ως πρόσωπο ιερό, και γινόταν συνήθως δεκτός ως «ξένος»/φιλοξενούμενος.

Το τυπικό της ικεσίας

5. (στ. 179) με μειλίχια λόγια: με λόγια γλυκά, ήπια.

6. (στ. 183) μήπως [...] η κόρη χολωθεί: μήπως οργιστεί, μήπως θυμώσει.

7. (στ. 184) κίνησε τον λόγο του, με σύνεση και πονηριά: για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κόρης.

8. (στ. 188) στο ανάριμμα: στο παράστημα, στο παρουσιαστικό (στην εξωτερική εμφάνιση δηλαδή).

9. (στ. 190-5) τρισμάκαρες ο κύρης σου κι η [...] μάνα, οι αδελφοί σου τρισμακάριστοι· [...] πιο μακαρισμένος [ο σύζυγος]: Στην κορυφή της κλίμακας των αγαπημένων προσώπων τοποθετείται ο σύζυγος· η γνώμη αυτή υποστηρίζεται και στους στίχους 223–224, όπου συμπεριλαμβάνεται και η σύζυγος.

  Ο νόμος της τριαδικότητας [πηγή: Ομηρικά Έπη: Οδύσσεια Α΄ Γυμνασίου Βιβλίο Εκπαιδευτικού]

10. (στ.195) που με τα δώρα του θα σε κερδίσει [...]: Ο γαμπρός προσφέρει στη νύφη δώρα/προίκα· πρβλ. α 304-308, όπου την προίκα δίνει ο πατέρας της νύφης. Υπάρχουν δηλαδή διαστρωματώσεις στην Οδύσσεια σχετικά με τον θεσμό της προίκας.

11. (στ. 198-204) κάποτε και στη Δήλο [...] πήγα κι εκεί [...]: Η Δήλος, το γνωστό νησί των Κυκλάδων, θεωρούνταν τόπος ιερός, γιατί εκεί πίστευαν ότι η Λητώ γέννησε τον Απόλλωνα και την Άρτεμη, παιδιά του Δία. Φαίνεται πιθανό να πέρασε ο Οδυσσέας από τη Δήλο με τον στρατό του πηγαίνοντας για την Τροία, είναι όμως πιθανότερο να επισκέφτηκε ο Όμηρος τη Δήλο ως ραψωδός κατά τις γιορτές που οργανώνονταν εκεί προς τιμήν του Απόλλωνα. Αν είναι έτσι, τότε ο θαυμασμός για το βλαστάρι της φοινικιάς πλάι στον βωμό του Απόλλωνα πρέπει να υποδηλώνει προσωπικό βίωμα του ποιητή.

12. (στ. 209) το κύμα αέναο: Το κύμα ασταμάτητο. [ἀέναος και ἀείναος < ἀεί+νάω (= ρέω)> νάματα, Ναϊάδες].

13. (στ. 222) ομόνοια [...] εύφημη: ομόνοια που εξασφαλίζει καλή φήμη, επαίνους.

 

αρχή

 



 

[Από τη συνάντηση του Μενέλαου με την Ειδοθέα, δ 364-394/<360-390>]

«[...] Είκοσι μέρες οι θεοί μ’ είχανε εκεί κλεισμένον,

250 μήτε έπαιρνε απ’ τη θάλασσα αγέρας να φυσήξει,

που τα καράβια στου γιαλού ξεπροβοδάει τα πλάτια.

θα μας σωνόντανε οι θροφές και των αντρών το θάρρος,

αν μια θεά δε μ’ έσωνε, πονώντας, η Ειδοθέα,

του γέρου του θαλασσινού η κόρη του Πρωτέα,

370 που την καρδιά της τάραξα στα τρυφερά της στήθια.

Με βρήκε που παράδερνα αλάργα απ’ τους συντρόφους [...].

Σιμά μου στάθηκε η θεά και μου ’πε δυο της λόγια·

"Τόσο πολύ είσαι αστόχαστος κι άμυαλος, ξένε, τόσο,

ή θέλοντας αναμελάς και χαίρεσαι στα πάθια,

έτσι όπως χάνεσαι καιρό μες στο νησί κλεισμένος

κι ούτε άκρη δεν μπορείς να βρεις κι οι ναύτες σου δειλιάζουν;’’

Είπε και της απάντησα κι εγώ με δυο μου λόγια·

380 ‘‘θα σου τα πω μετά χαράς, όποια θεά κι αν είσαι,

πως δεν το θέλει η γνώμη μου να χάνω τον καιρό μου,

μα στους θεούς αμάρτησα που κατοικούν στα ουράνια.

Μόν’ έλα τώρα να μου πεις - όλα οι θεοί τα ξέρουν -

ποιος έτσι μ’ έδεσε θεός και μου ’κλεισε το δρόμο,

385 και πώς θα φύγω στο γιαλό τον ψαροθρόφο απάνω;’’

Είπα, κι η λατρευτή θεά μ’ απάντησε έτσι πάλε·

‘‘Μετά χαράς σου, ξένε, αυτά θα σου τα πω όπως είναι.

Εδώ συχνάζει ένας θεός και του πελάγου γέρος,

άψευτος απ’ την Αίγυπτο προφήτης, ο Πρωτέας,

390 που ξέρει όλης της θάλασσας τα βάθη κι είναι δούλος

του Ποσειδώνα. Λένε αυτός πατέρας μου πως είναι.

Αν συ, καρτέρι σταίνοντας, μπορέσεις να τον πιάσεις,

αυτός το δρόμο θα σου πει, του ταξιδιού το μάκρος

και στην πατρίδα πώς θα πας μες στ’ αφρισμένο κύμα. [...]’’ »

 

(Μετάφραση Ζήσιμου Σίδερη)

 

Nα συσχετίσετε τον ρόλο της Ειδοθέας με τον ρόλο της Nαυσικάς στον νόστο του Oδυσσέα και να διακρίνετε ομοιότητες και διαφορές.

 text Η Αργοναυτική Εκστρατεία: η Μήδεια βοηθά τον Ιάσονα ν’ αρπάξει το χρυσόμαλλο δέρας (παράλληλο κείμενο)[πηγή: Ιστορία Γ΄Δημοτικού]

Στο διπλανό απόσπασμα, μιλάει ο Μενέλαος. Ήταν αποκλεισμένος στο νησάκι Φάρος, «αντικριστά στην Αίγυπτο», και η Ειδοθέα, η κόρη του Πρωτέα, του συνέστησε να πάρει πληροφορίες από τον πατέρα της σχετικά με την επιστροφή του στην πατρίδα. (Βλ. και το σχόλιο 6 της 6ης Ενότητας, σελ. 14 .)

Η Ειδοθέα θυμίζει την κόρη των παραμυθιών που βοηθάει τον ξένο, συνήθως κρυφά ή εις βάρος του πατέρα της.

Πρωτέας
Mάσκα Πρωτέας. Aνάγλυφο –ασήμι και πολύτιμοι λίθοι– του N. Xατζηκυριάκου-Γκίκα.
Μουσείο Μπενάκη-Πινακοθήκη Γκίκα, Αθήνα

 

 

αρχή

 


 

  1. Οι θεϊκές επεμβάσεις στα ομηρικά έπη συντελούν συχνά στην εξέλιξη του μύθου, ιδιαίτερα όταν ολοκληρώνεται ένα επεισόδιο και χρειάζεται να αρχίσει κάποιο άλλο.

    Σε ποιες περιπτώσεις η Αθηνά συντελεί στην εξέλιξη του μύθου σ' αυτή την Ενότητα;

  2. Nα δείξετε αν ο λόγος του Oδυσσέα είναι οργανωμένος με τρόπο που εξυπηρετεί τον σκοπό του.

  3. O ικετευτικός λόγος του Oδυσσέα επιμένει στην εξωτερική ομορφιά της Nαυσικάς, ενώ οι δικοί της λόγοι αποκαλύπτουν την ψυχική ομορφιά της. Nα το αποδείξετε με στοιχεία του κειμένου.

  4. Ποιες αντιλήψεις των ομηρικών ανθρώπων διαφαίνονται:

    α. για την ιδανική οικογένεια, 221-224,

    β. για τη διανομή των αγαθών 230-234 και

    γ. για τους ξένους, τους ικέτες, τους φτωχούς, 235-237 και 252-256;

  5. Zωγραφίστε μια εικόνα της σημερινής Ενότητας που σας εντυπωσίασε περισσότερο.

  6. Mε βάση την παρουσία, τον χώρο διαμονής και τις ασχολίες της Πηνελόπης, της Nαυσικάς, της Αρήτης και των υπηρετριών τους, να συζητήσετε στην τάξη τη θέση της γυναίκας στην ομηρική εποχή και να τη συγκρίνετε με τη θέση της σε άλλες εποχές και, κυρίως, στη σύγχρονη.

Η θέση της γυναίκας: υλικό για τη δραστηριότητα

 

αρχή

 



 

Η λειτουργία της ραψωδίας ζ και ο ρόλος της Ναυσικάς

 

Η ραψωδία ζ έχει ρόλο μεταβατικό: βοηθάει τον Οδυσσέα να βγει από τον βαθύ ύπνο και να συνεχίσει την πορεία του προς τον νόστο. Ο ρόλος αυτός ανατίθεται στη Ναυσικά, που δεν χρησιμοποιείται όμως μόνο για να βοηθήσει τον Οδυσσέα, αλλά ζωντανεύει και η ίδια ως η πιο θελκτική μορφή της Οδύσσειας και αποτελεί έναν νέο πειρασμό για τον Οδυσσέα, που θα μπορούσε να αναστείλει ή να ματαιώσει τον νόστο. Γιατί η πανέμορφη και ευγενική κόρη συγκίνησε τον Οδυσσέα και συγκινήθηκε και η ίδια από εκείνον, την πορεία του νόστου όμως δεν μπορεί πια να την ανακόψει ούτε η Ναυσικά· αντίθετα, και λόγω ακριβώς της συγκίνησής της, η έφηβη βασιλοπούλα βοήθησε αποτελεσματικά τον Οδυσσέα. Αλλά και η ίδια με τη στάση που διάλεξε να κρατήσει απέναντι στον εξαθλιωμένο ναυαγό, με τους λόγους της προς αυτόν και προς τις ακόλουθές της και με τις πρωτοβουλίες που πήρε, κέρδισε την ενηλικίωσή της.

Ο ποιητής, λοιπόν, αφιέρωσε τη ραψωδία ζ στην ευγενική και όμορφη βασιλοπούλα, τη Ναυσικά.

 

 

O Όμηρος σε τετράδραχμο νόμισμα της Xίου – 4ος αι. π.X. (Λονδίνο, Bρετανικό Mουσείο)

 

αρχή

 


 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. Γενικά σχόλια, σχετικά με τη «Φαιακίδα» και την περιληπτική αναδιήγηση της ραψωδίας ζ:

• η «Φαιακίδα» αποτελεί την τελευταία περιπέτεια του Οδυσσέα, πριν από την Ιθάκη·

• το όνειρο της Ναυσικάς αλλάζει άρδην το σκηνικό: από τον ταλαιπωρημένο ναυαγό περνούμε στο παλάτι της Σχερίας και στο ήμερο φυσικό περιβάλλον με τις χαριτωμένες σκηνές των κοριτσιών·

• το παιχνίδι με το τόπι το ελέγχει η Αθηνά με σκοπό να βγει από τον λήθαργο ο ήρωας, να συναντήσει τη βασιλοπούλα και να οδηγηθεί στα ανάκτορα των Φαιάκων·

• η Ναυσικά ομολογεί στις ακόλουθές της την ερωτική της έλξη από τον εξωραϊσμένο ξένο, στον οποίο παρουσιάζει με καμάρι τη χώρα της, τον πληροφορεί για τα ναυτικά ενδιαφέροντα των Φαιάκων -και για την αποστροφή τους στον πόλεμο-, δείχνει όμως και ευαισθησία στα κουτσομπολιά τους· τον συμβουλεύει, τέλος, να ικετεύσει τη μητέρα της για τον νόστο του, υποδηλώνοντας έτσι το κύρος της βασίλισσας.

 

2. Εκτός από τα θεϊκά συμβούλια, όπου προγραμματίζεται μακροπρόθεσμα η δράση, και άλλες θεϊκές επεμβάσεις προωθούν τον μύθο, ιδιαίτερα όταν η αφήγηση χρειάζεται να προχωρήσει σε νέα επεισόδια (π.χ., ο ρόλος της Αθηνάς εδώ με το όνειρο της Ναυσικάς και την αστοχία της μπάλας.

3. H κυρίαρχη εικόνα του κειμένου (163-75/<130-40>) αντιπαραθέτει την ψύχραιμη βασιλοπούλα τόσο προς τις τρομαγμένες υπηρέτριες, όσο και προς τον σπεύδοντα «φριχτό» ναυαγό· ανιχνεύονται και τα άλλα αντιθετικά στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα:

• Ο Οδυσσέας, με ένα κλαδί μόνο να κρύβει τη γύμνια του και εξαθλιωμένος από την πρόσφατη ταλαιπωρία, προχωρεί προς τα κορίτσια σαν λιοντάρι πεινασμένο και δαρμένο από τον άνεμο και τη βροχή, όψη που δικαιολογεί τον τρόμο των υπηρετριών.

• Φρεσκολουσμένη η Ναυσικά, πανέμορφη σαν την Άρτεμη και σαν τον βλαστό της φοινικιάς, που η ομορφιά του θάμπωσε κάποτε τον Οδυσσέα στη Δήλο, αντιμετωπίζει με θάρρος τον ναυαγό, όπως δείχνει η στάση της, πέρα από την επέμβαση της Αθηνάς.

• Οι αντιθέσεις αυτές χωνεύουν τελικά στην αμοιβαία τους σύνεση, ευγένεια και γενναιοδωρία, όπως θα δείξει η συνομιλία τους. Αυτά τα κοινά σημεία θα τους οδηγήσουν στην αμοιβαία κατανόηση και έλξη.

4. Τα νέα προβλήματα του Οδυσσέα -και η λύση τους- προβάλλουν πάλι μέσα από μονολόγους:

Στον πρώτο άμεσο μονόλογο, αμέσως μετά το ξύπνημα, προβληματίζεται ο ήρωας για τη χώρα στην οποία έφτασε και για τους ανθρώπους της και αποφασίζει να πάει «να δει τι τρέχει» (150-9/<119-26>).

Αντικρίζοντας τις τρομαγμένες υπηρέτριες και την ψύχραιμη βασιλοπούλα, με τον αφηγημένο τώρα μονόλογο, ο ήρωας διχογνωμεί: να απευθυνθεί στην κόρη με την εθιμοτυπία του ικέτη ή να της μιλήσει από μακριά, για να βρει λύση στο διπλό πρόβλημά του: «την πόλη να του δείξει και να του δώσει ρούχα»;

Επιλέγει, για ν' αποφύγει παρεξήγηση, μια λύση συμβιβαστική: να της μιλήσει γονατιστός αλλά από μακριά ρίχνοντας το βάρος στον μειλίχιον και κερδαλέον μύθον (177-84/<141-8>), το μόνο όπλο που έχει ο Οδυσσέας στην κατάσταση που βρίσκεται αυτή τη στιγμή.

5. Ο μειλίχιος και κερδαλέος λόγος του Οδυσσέα προσφέρεται για ανίχνευση της δομής του. Με τον όρο δομή, ας πούμε, εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο είναι κατασκευασμένο/δομημένο κάτι (πρβλ. δομικά υλικά). Δομή, ειδικότερα, ενός λογοτεχνικού έργου ή ενός μέρους του είναι ο τρόπος με τον οποίο διαρθρώνονται τα μέρη που το αποτελούν, ώστε να επιτευχθεί ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.

Ο Οδυσσέας, π.χ., απευθυνόμενος στη Ναυσικά επιδιώκει να βρει προστασία και φροντίδα. Ανιχνεύεται λοιπόν στον λόγο του ο τρόπος που το επιχειρεί και το αποτέλεσμα που φέρνει:

• προτάσσει ικετευτική προσφώνηση (185/<149>)·

• απευθύνει εκτενές εγκώμιο στην κόρη, που εκθειάζει την ομορφιά της και μακαρίζει τους γονείς, τους αδελφούς της και προπαντός τον άντρα που θα την παντρευτεί (186-206/<150-69>), αγγίζοντας έτσι τις ενδόμυχες σκέψεις της (με τους επαίνους αυτούς την κερδίζει)·

H ομορφιά της Ναυσικάς προσδιορίζεται με τα επίθετα εύωϊτις/<<πεντάμορφη» (177/<142>) και λευκώλενος/«τα χέρια της λευκά» (228/<186>) και με τις παρομοιώσεις των στίχων <102-9>, 186-8/<150-2> και 196-206/<160-9>. H παρομοίωση όμως της κόρης με το βλαστάρι της ιερής φοινικιάς της Δήλου αποτελεί μοναδική εξαίρεση στα ομηρικά έπη για τη σύνδεσή του με προσωπικό βίωμα. H Ναυσικά δηλαδή δεν παρομοιάζεται με ένα οποιοδήποτε βλαστάρι φοινικιάς, αλλά με το βλαστάρι που είδε ο Οδυσσέας και θαύμαζε ώρα πολλή πλάι στον βωμό του Απόλλωνα στη Δήλο, όταν είχε περάσει από κει πηγαίνοντας για την Τροία, και που θυμάται ακόμη τη χάρη του σαν κάτι ανεπανάληπτο. Ο θαυμασμός αυτός πρέπει να απηχεί βίωμα του ίδιου του ποιητή, το αποδίδει όμως στον ήρωά του. Αν η υπόθεση αυτή ευσταθεί, δεν μπορούμε να μη θαυμάσουμε την ευαισθησία του ποιητή, που στέκει μπροστά σ' έναν νεόβλαστο κορμό φοινικιάς και τον καμαρώνει. Ας σημειωθεί ότι «μέσα σε ολόκληρη την αρχαία ποίηση κανένας άλλος ήρωας δεν παρουσιάζεται να υψώνει ωραιότερο ύμνο στην ομορφιά, [...] είτε στο βλαστάρι της φοινικιάς τη βρήκε είτε στη μορφή μιας κόρης» Παρ' όλα αυτά ο ποιητής «μας αφήνει να πλάσουμε ελεύθερα την εικόνα της Ναυσικάς», αφού δεν αναφέρεται σε τίποτε συγκεκριμένο πέρα από τη λευκότητα των χεριών της.

• παρεμβάλλει τεχνηέντως κάτι από την ιστορία και τα πάθη του (200-1/<164-5>), αφήνοντας να εννοηθεί ότι είναι πρόσωπο σημαντικό και βασανισμένο·

• εκθέτει και κάτι από την πρόσφατη ταλαιπωρία του αλλά και από τον φόβο του ότι μπορεί κι εδώ να δοκιμάσει νέες συμφορές (207-14/<169-74>), προκαλώντας έτσι τον οίκτο και τη συμπάθεια της βασιλοπούλας και αναθέτοντάς της ρόλο σωτήρα του·

• τώρα την παρακαλεί, και ως τη μόνη από την οποία περιμένει βοήθεια, υποβάλλοντας το μικρό αίτημά του: «σου ζητώ την πόλη να μου δείξεις / κι ένα κουρέλι να σκεπαστώ» (215-20/<175-9>)·

• και, προεξοφλώντας την ανταπόκρισή της, καταλήγει με ευχές, μία γενική (221/<180>) και μία συγκεκριμένη τριπλή (222/<181>), που συστοιχεί προς τις επιθυμίες της έφηβης κόρης·

• ενισχύει, τέλος, τη δεύτερη ευχή δικαιολογώντας τη σπουδαιότητά της με μια γνώμη διαχρονική (223-4/ <182-4>), που δείχνει την αντίληψη του ομηρικού ανθρώπου για την ιδανική οικογένεια.

 

H δομή του λόγου του Οδυσσέα σχηματοποιημένη:

α. ικεσία και εγκώμιο της κόρης, συνδυασμένο με διακριτική προβολή του δικού του προσώπου·

β. αναφορά στην τελευταία του ταλαιπωρία και στους τωρινούς φόβους του·

γ. υποβολή ενός μικρού αιτήματος που συνοδεύεται από μεγάλες και προσεγμένες ευχές.

— Οι επιμέρους ενότητες, η σειρά και η έκταση που δίνεται στην καθεμιά, καθώς και ο τρόπος σύνδεσης και συνοχής τους, έχουν σοφά υπολογιστεί και συνθέτουν/δομούν έναν αριστουργηματικό ικετευτικό λόγο που δεν αφήνει περιθώρια αποτυχίας. Είναι λοιπόν μειλίχιος και κερδαλέος ο λόγος του Οδυσσέα.

 

6. H θαρραλέα στάση της Ναυσικάς απέναντι στον ναυαγό (173-5/<139-40>) υποδηλώνει την αριστοκρατική αγωγή της· η κόρη, εξάλλου, αποδεικνύεται επαρκής και αισθαντική ακροάτρια του άψογου λόγου του ικέτη της, όπως προκύπτει από την απάντησή της (229-41/<187-197>):

• συνοψίζει την εντύπωση που της προκάλεσε ο λόγος του σε δύο χαρακτηρισμούς: «ασήμαντος δεν φαίνεσαι μήτε κι η φρόνηση σου λείπει», ανταποδίδοντας έτσι τον έπαινο (σε άλλο, βέβαια, επίπεδο)·

• τον παρηγορεί ανάγοντας στον Δία τη μοίρα του καθενός, και πρέπει να υπομείνει τη δική του·

• ικανοποιεί και με το παραπάνω τα μικρά του αιτήματα·

• και του δίνει πρόσθετες πληροφορίες για το όνομα των κατοίκων του τόπου, για τη δική της ταυτότητα, για το όνομα και το αξίωμα του πατέρα της.

 

— H απάντηση της Ναυσικάς στον ικέτη της συνιστά έναν λόγο καίριο και αντίστοιχο προς τον δικό του (έπαινος - παρηγορία - εξασφάλιση - πληροφορίες)· εμμέσως του λύνει και την αρχική απορία του, αφού βεβαιώνεται ότι οι Φαίακες δεν είναι αλαζόνες ούτε άγριοι κι άδικοι· είναι φιλόξενοι και σέβονται τους θεούς.

 

7. Από τον λόγο της προς τις υπηρέτριες (243-59/<199-210>) επισημαίνονται:

• η φιλική επίπληξη, σε συνδυασμό με την υπερηφάνειά της ως Φαιακοπούλας, την εμπιστοσύνη της στους θεούς και έναν αόριστο τοπικό προσδιορισμό της χώρας, που δεν επιτρέπει ταύτιση με την Κέρκυρα·

• η ελεητική διάθεση προς τον ικέτη, που τον θεωρεί διόσταλτο και ολιγαρκή (δόσις δ' όλίγη τε φίλη τε)

• και η εντολή της για προσφορά πρόχειρης φιλοξενίας στον ξένο, εκ των ενόντων.

 

— Μετά την υπογράμμιση της εξωτερικής ομορφιάς της Ναυσικάς από τον Οδυσσέα, οι δικοί της λόγοι αποκαλύπτουν «το μέσα πλούτος»: τη χάρη και την ευγένεια, τη σύνεση και τη γνώση, τη φιλόξενη διάθεση και την ευσέβεια. Αποδεικνύεται έτσι η Ναυσικά μία από τις πληρέστερες μορφές της Οδύσσειας.

— Από τη συνάντηση Οδυσσέα-Ναυσικάς κερδίζουν και οι δύο: «Εκείνη τού προσφέρει τη σωτηρία, την επανένταξη στον κόσμο των πολιτισμένων ανθρώπων, ενώ εκείνος τής προσφέρει την ενηλικίωση, την ένταξη στον κόσμο των ενηλίκων.»

 

8. Το θέμα του ικέτη έχει ήδη τεθεί με το 5ο σχόλιο της 10ης Ενότητας. Λίγα συμπληρωματικά για την εθιμοτυπία και τον θεσμό της ικεσίας:

• Με την αυτοταπεινωτική στάση του ο ικέτης αποδεχόταν την κατωτερότητά του απέναντι στον ικετευόμενο και έδειχνε ότι δεν αποτελεί απειλή.

• Η ικεσία, όπως και η ξενία, εξυπηρετούσαν κοινωνικές ανάγκες, η δε σύνδεσή τους με τη θρησκεία τις καθιέρωσε. Ο Δίας δηλαδή, ως πατέρας των (θεών και των) ανθρώπων προστάτευε όλους εκείνους που είχαν ανάγκη (τους ξένους, τους ικέτες - στον στίχο 254/<208> γίνεται λόγος και για τους φτωχούς).

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

1. O λόγος του Oδυσσέα προσφέρεται για ανίχνευση της δομής του. Προέχει η κατανόηση του όρου: Με τον όρο δομή, ας πούμε, εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο είναι κατασκευασμένο/δομημένο κάτι (πρβλ. δομικά υλικά). Δομή, ειδικότερα, ενός λογοτεχνικού έργου ή ενός μέρους του είναι ο τρόπος με τον οποίο διαρθρώνονται τα μέρη που το αποτελούν, ώστε να επιτευχθεί ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. O Οδυσσέας, π.χ., απευθυνόμενος στη Ναυσικά επιδιώκει να βρει προστασία και φροντίδα. Ανιχνεύεται λοιπόν στον λόγο του ο τρόπος που το επιχειρεί και το αποτέλεσμα που φέρνει:

• προτάσσει ικετευτική προσφώνηση (185/<149>)·

• απευθύνει εκτενές εγκώμιο στην κόρη, που εκθειάζει την ομορφιά της και μακαρίζει τους γονείς, τους αδελφούς της και προπαντός τον άντρα που θα την παντρευτεί (186- 06 <150-69>), αγγίζοντας έτσι τις ενδόμυχες σκέψεις της (με τους επαίνους αυτούς την κερδίζει)·

• παρεμβάλλει τεχνηέντως κάτι από την ιστορία και τα πάθη του ( 00-1/<164-5>), αφήνοντας να εννοηθεί ότι είναι πρόσωπο σημαντικό και βασανισμένο·

• εκθέτει και κάτι από την πρόσφατη ταλαιπωρία του αλλά και από τον φόβο του ότι μπορεί κι εδώ να δοκιμάσει νέες συμφορές (07-14/<169-74>), προκαλώντας έτσι τον οίκτο και τη συμπάθεια της βασιλοπούλας και αναθέτοντάς της ρόλο σωτήρα του·

• τώρα την παρακαλεί, και ως τη μόνη από την οποία περιμένει βοήθεια, υποβάλλοντας το μικρό αίτημά του: «σου ζητώ την πόλη να μου δείξεις / κι ένα κουρέλι να σκεπαστώ» ( 15- 0/<175-9>)·

• και, προεξοφλώντας την ανταπόκρισή της, καταλήγει με ευχές, μία γενική ( 1/<180>) και μία συγκεκριμένη τριπλή ( /<181>), που συστοιχεί προς τις επιθυμίες της έφηβης κόρης·

• ενισχύει, τέλος, τη δεύτερη ευχή δικαιολογώντας τη σπουδαιότητά της με μια γνώμη διαχρονική ( 3-4/ <18 -4>), που δείχνει την αντίληψη του ομηρικού ανθρώπου για την ιδανική οικογένεια.

H δομή του λόγου του Oδυσσέα σχηματοποιημένη:

α. ικεσία και εγκώμιο της κόρης, συνδυασμένο με διακριτική προβολή του δικού του προσώπου·

β. αναφορά στην τελευταία του ταλαιπωρία και στους τωρινούς φόβους του·

γ. υποβολή ενός μικρού αιτήματος που συνοδεύεται από μεγάλες και προσεγμένες ευχές.

→ Oι επιμέρους ενότητες, η σειρά και η έκταση που δίνεται στην καθεμιά, καθώς και ο τρόπος σύνδεσης και συνοχής τους, έχουν σοφά υπολογιστεί και συνθέτουν/δομούν έναν αριστουργηματικό ικετευτικό λόγο που δεν αφήνει περιθώρια αποτυχίας. Είναι λοιπόν μειλίχιος και κερδαλέος ο λόγος του Oδυσσέα.

 

2. H θαρραλέα στάση της Ναυσικάς απέναντι στον ναυαγό (173-5/<139-40>) υποδηλώνει την αριστοκρατική αγωγή της· η κόρη, εξάλλου, αποδεικνύεται επαρκής και αισθαντική ακροάτρια του άψογου λόγου του ικέτη της, όπως προκύπτει από την απάντησή της (9-41/<187-197>):

• συνοψίζει την εντύπωση που της προκάλεσε ο λόγος του σε δύο χαρακτηρισμούς: «ασήμαντος δεν φαίνεσαι μήτε κι η φρόνηση σου λείπει», ανταποδίδοντας έτσι τον έπαινο (σε άλλο, βέβαια, επίπεδο)·

• τον παρηγορεί ανάγοντας στον Δία τη μοίρα του καθενός, και πρέπει να υπομείνει τη δική του·

• ικανοποιεί και με το παραπάνω τα μικρά του αιτήματα·

• και του δίνει πρόσθετες πληροφορίες για το όνομα των κατοίκων του τόπου, για τη δική της ταυτότητα, για το όνομα και το αξίωμα του πατέρα της.

→ H απάντηση της Ναυσικάς στον ικέτη της συνιστά έναν λόγο καίριο και αντίστοιχο προς τον δικό του (έπαινος – παρηγορία – εξασφάλιση – πληροφορίες)· εμμέσως του λύνει και την αρχική απορία του, αφού βεβαιώνεται ότι οι Φαίακες δεν είναι αλαζόνες ούτε άγριοι κι άδικοι· είναι φιλόξενοι και σέβονται τους θεούς.

 

3. Από τον λόγο της προς τις υπηρέτριες ( 43-59/<199- 10>) επισημαίνονται:

• η φιλική επίπληξη, σε συνδυασμό με την υπερηφάνειά της ως Φαιακοπούλας, την εμπιστοσύνη της στους θεούς και έναν αόριστο τοπικό προσδιορισμό της χώρας, που δεν επιτρέπει ταύτιση με την Κέρκυρα·

• η ελεητική διάθεση προς τον ικέτη, που τον θεωρεί διόσταλτο και ολιγαρκή (δόσις δ᾿ ὀλίγη τε φίλη τε)·

• και η εντολή της για προσφορά πρόχειρης φιλοξενίας στον ξένο, εκ των ενόντων.

→ Μετά την υπογράμμιση της εξωτερικής ομορφιάς της Ναυσικάς από τον Oδυσσέα, οι δικοί της λόγοι αποκαλύπτουν «το μέσα πλούτος»: τη χάρη και την ευγένεια, τη σύνεση και τη γνώση, τη φιλόξενη διάθεση και την ευσέβεια. Αποδεικνύεται έτσι η Ναυσικά μία από τις πληρέστερες μορφές της Οδύσσειας.

 

- Από τη συνάντηση Oδυσσέα-Ναυσικάς κερδίζουν και οι δύο: «Εκείνη τού προσφέρει τη σωτηρία, την επανένταξη στον κόσμο των πολιτισμένων ανθρώπων, ενώ εκείνος τής προσφέρει την ενηλικίωση, την ένταξη στον κόσμο των ενηλίκων.»10 (Zερβού , σ. 51, B΄).

 

 

4. Ο ρόλος του θεού στην Οδύσσεια

«Στην Οδύσσεια ο περιορισμένος ρόλος του θεού ως αρωγού ή τιμωρού, του στερεί γενικά τη δυνατότητα ανεξάρτητης ζωής και αυτόνομης παρουσίας, τον καθιστά όμως σημαντικό φορέα πλοκής, αφού ο ποιητής τού εμπιστεύεται τον νευραλγικό, από δομική άποψη, ρόλο να επιβραδύνει ή να επιταχύνει τη δράση, εκτείνοντας και προωθώντας τον μίτο του έργου, όπως κάνει η Αθηνά, ή περιστρέφοντας και περιπλέκοντάς τον, όπως κάνει ο Ποσειδών, ενώ η παρουσία του Δία δρα επίσης ρυθμιστικά. Οι παρεμβάσεις του θεού παίρνουν συχνά ένα σχετικά σαφές ηθικό χρώμα, ή έστω διέπονται από μια αιτιότητα, ενώ ταυτόχρονα αναλαμβάνουν τη διευθέτηση της πλοκής και επιτρέπουν τη ροή του έργου.» (Ζερβού 2, σσ. 200-1, Β' - βλ. και Μαρωνίτης — Πόλκας, σσ. 152 κ.ε. Β').

 

5. Οδυσσέως καί Ναυσικάς ομιλία

«Ομιλία σημαίνει: συνάντηση, διάλογος- φιλική, παρασυζυγική, συζυγική σύγκλιση δύο υποκειμένων.

Στην οδυσσειακή ομιλία τα υποκείμενα είναι: ένας ώριμος άντρας και μια άγουρη κόρη. Εκείνος: εκ φύσεως πολύτροπος, άλλοτε φημισμένος πολεμιστής της Τροίας, τώρα ναυαγισμένος και συντριμμένος, σχεδόν εξαγριωμένος ύστερα από εξοντωτικό αγώνα με το πέλαγος. Εκείνη: βασιλοπούλα όμορφη, στα πρόθυρα του γάμου, με επιφανείς γονείς και θαλερά αδέλφια, ζώντας σε τόπο περίβρεχτο από θάλασσα, απρόσβλητο από κάθε κακό-σεμνή αλλά και χρειαστεί, να ξεπεράσει περιττές συμβάσεις. [... ]

Στην πραγματικότητα ο ακροατής του έπους ξέρει ότι, πατώντας ο Οδυσσέας το πόδι του στη Σχερία, έχει κιόλας οριστικά σωθεί: ο γυρισμός του μπήκε στον τελικό δρόμο. Όμως ο ίδιος ο ήρωας αγνοεί την ευτυχή συγκυρία: ούτε πού βρίσκεται ξέρει ούτε και τι τον περιμένει. Μετέωρος ακόμη, ξυπνά από τον ληθαργικό του ύπνο, για να αντικρίσει μια κόρη άγνωστη. Όσο για τη Ναυσικά, καλείται να παίξει τον ρόλο της αρωγού στον νόστο ενός ξένου, ενώ την έχει ήδη ζεστάνει η ερωτική ελπίδα, την έχει συνεπάρει η συζυγική ευχή. [...]

H Ναυσικά δέχεται εντέλει να μετατρέψει την ερωτική της συγκίνηση και τη συζυγική της όρεξη σε φιλόξενη αξιοπρέπεια· ωστόσο τα αισθήματά της για τον Οδυσσέα δεν παραγράφονται.» (Μαρωνίτης 5, σσ. 67-8, Γ').

 

6. Ο εσωτερικός κόσμος του Οδυσσέα και της Ναυσικάς πίσω από τα φαινόμενα

«Στέκουν ο ένας απέναντι στον άλλο, και ο θαλασσοδαρμένος Οδυσσέας αναρωτιέται αν αυτή η ψηλόκορμη ύπαρξη μπροστά του είναι άνθρωπος ή μήπως τάχα θεά. Έτσι δεν είχε σταθεί και πριν από χρόνια γεμάτος θαυμασμό και δέος μπροστά σε ένα βλαστάρι της ιερής φοινικιάς του Απόλλωνα στη Δήλο; Στέκει κι αυτή και τον κοιτά, πλάσμα που δεν μοιάζει με άνθρωπο. Και τότε γίνεται το θαύμα: αυτός που δεν έμοιαζε με άνθρωπο μιλά, και στα λόγια του βρίσκεται σεβασμός και τρυφερότητα, θαυμασμός, απόηχοι από περασμένα βάσανα, βρίσκεται και κάποιος φόβος για καινούριους κινδύνους, μια φιλική ικεσία και πολλή γνώση του κόσμου και της ζωής. Πρόκειται για θαύμα: από την τόσο αποκρουστική μορφή του Οδυσσέα ξεπηδά κάτι το πνευματικό, κάτι το ανθρώπινο· και αυτό το θαυμαστό δρα με αναπότρεπτη δύναμη. H Ναυσικά καταλαβαίνει· του απαντά φιλικά, τον παρηγορεί, υπόσχεται να του δώσει ένα ρούχο. Το ρούχο, που κρύβει συχνά τον άνθρωπο στην καθημερινή ζωή από τον ίδιο του τον εαυτό, αυτό τον ξανακάνει άνθρωπο ανάμεσα στους ανθρώπους, όταν τον έχει ξεγυμνώσει η ανάγκη.»

 

 

αρ

 



 

ζ, 110-237, Ο Οδυσσέας στο νησί των Φαιάκων, Συνομιλία Οδυσσέα-Ναυσικάς

 

Η θέση της ραψωδίας ζ στην Οδύσσεια

 

Η άφιξη του Οδυσσέα στη Σχερία αποτελεί την πρώτη, μετά από οκτώ χρόνια, συνάντηση με ανθρώπους και τον τελευταίο σταθμό πριν την Ιθάκη. Στις ραψωδίες ζ, η και θ παρουσιάζεται η άφιξή του στο νησί και η φιλοξενία από τους Φαίακες. Ο πραγματικός χρόνος παραμονής του Οδυσσέα στη Σχερία είναι τρεις μέρες, ενώ μέσα από μία αναδρομική αφήγηση με αποδέκτη τον βασιλιά Αλκίνοο ο ήρωας ανακαλεί τα προηγούμενα χρόνια των περιπλανήσεών του (ραψωδίες ι-μ). Η ενότητα ι-μ είναι γνωστή ως Απόλογοι και συνιστά την πλήρη «βύθιση» της Οδύσσειας στον κόσμο του παραμυθιού. Στη ραψωδία ν εξιστορείται η τελευταία μέρα του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων και η άφιξη στην Ιθάκη.

 

Το νησί των Φαιάκων συνδέει το παρελθόν με το μέλλον του Οδυσσέα, το πριν με το μετά. Μέσα από το τραγούδι του Δημόδοκου ο ήρωας ξαναζεί το ηρωικό παρελθόν της Τροίας, το οποίο θα ξαναθυμηθεί και όταν θα αντιμετωπίσει τους μνηστήρες. Το επεισόδιο των Φαιάκων έρχεται σε αντίθεση τόσο με το επεισόδιο της Καλυψώς που προηγήθηκε (ραψωδία ε) όσο και με την κατάσταση στην Ιθάκη που θα ακολουθήσει (ραψωδίες ν και εξής). Από την απραξία στο νησί της Καλυψούς περνάμε στην πλήρη δράση και ζωντάνια στο νησί των Φαιάκων. Από τις ιδανικές συνθήκες, την ειρηνική ζωή και φιλοξενία των Φαιάκων θα περάσουμε στην αταξία της Ιθάκης, στην απόρριψη του ξένου-Οδυσσέα από τους αφιλόξενους μνηστήρες και στον αγώνα αποκατάστασης του δικαίου στο βασίλειό του. Η αρμονία του οίκου του Αλκίνοου και η άριστη συζυγική του σχέση με την Αρήτη προοικονομούν την αρμονία που θα επέλθει και στον οίκο του Οδυσσέα, καθώς και την επανασύνδεσή του με την Πηνελόπη. Κάποιες δυσκολίες επίσης που αντιμετωπίζει στο νησί των Φαιάκων —η Ναυσικά κάνει λόγο για ανθρώπους που είναι ὑπερφίαλοι (ζ, 274), η Αρήτη τον υποδέχεται με καχυποψία όταν αναγνωρίζει τα ρούχα που φορά (η, 238), ο Ευρύαλος του μιλά υποτιμητικά (θ, 158-64)— προοικονομούν τις δυσκολίες που θα συναντήσει στην Ιθάκη και τον πολύ μεγαλύτερο αγώνα που θα πρέπει να διεξαγάγει εκεί (η Πηνελόπη, για παράδειγμα, δεν θα πειστεί τόσο εύκολα όσο η Αρήτη). Ύστερα από τους υπερφυσικούς αγώνες, την επτάχρονη απραξία και το ναυάγιο, ο Οδυσσέας περνά σε μια νέα κατάσταση. Αναγεννιέται στη Σχερία, ανακτά οριστικά πλέον την ταυτότητά του και είναι έτοιμος να εισέλθει στον πραγματικό κόσμο.

 

Πάνω από όλα, η ραψωδία ζ φέρνει τον Οδυσσέα αντιμέτωπο με έναν ακόμη μεγάλο θηλυκό πειρασμό, τη Ναυσικά, τον τελευταίο και ίσως τον μεγαλύτερο πριν την επιστροφή. Η Καλυψώ δοκίμασε τον Οδυσσέα προσφέροντάς του το δώρο της αιώνιας νιότης και της αθανασίας, καθώς και το άφθιτο κορμί μιας αειθαλούς θεάς. Η Ναυσικά —βασιλοκόρη σε ηλικία γάμου, αγνή, παρθενική, ευλογημένη, κινούμενη οριακά ανάμεσα στην «ιστορία» και το παραμύθι, ανάμεσα στη γυναίκα και τη θεά— συνιστά ό,τι πλησιέστερο στην Πηνελόπη έχει μέχρι τώρα βρεθεί στον δρόμο του Οδυσσέα. Όπως και στην περίπτωση της Καλυψούς, όμως, ο Οδυσσέας παραμένει απερίσπαστα προσηλωμένος στον νόστο. Αντιμετωπίζει και τη Ναυσικά, όπως και την Καλυψώ, με όπλο τη μῆτιν. Το κλίμα βεβαίως στο έψιλον ήταν βαρύ. Στο ζ ο ποιητής ελαφραίνει την ατμόσφαιρα, σχεδόν παίζει (βλ. παρακάτω).

 

Από την Ωγυγία στη Σχερία

 

Όπως σημειώνει εύστοχα ο Harold Bloom, το νησί της Καλυψώς δεν ήταν μόνο συμβολικός τάφος για τον Οδυσσέα, αλλά και νοητή μήτρα, μέσα από την οποία στο ζ ξαναγεννιέται. Η ραψωδία έψιλον τελειώνει με την εικόνα του Οδυσσέα στην ακτή της Σχερίας να σκεπάζεται με ένα στρώμα από φύλλα. Η παρομοίωση που συνοδεύει την εικόνα είναι εντυπωσιακή: τα φύλλα προφυλάσσουν τη σπίθα της ζωής στο γυμνό σώμα του Οδυσσέα, όπως σκεπάζει κανείς ένα δαυλό κάτω από την τέφρα σπέρμα πυρὸς σῴζων (ε, 488-90). Όταν ο Οδυσσέας ανορθώνεται γυμνός από τον ύπνο (ζ, 117), αλλά και από το λουτρό του λίγο αργότερα (ζ, 223-37), είναι κυριολεκτικά αναζωογονημένος, θα έλεγε κανείς αναγεννημένος. Πρόκειται για την πρώτη από τις δύο μεταμορφώσεις (η δεύτερη είναι το αντίστοιχο λουτρό στο ψ), που θα αποκαταστήσουν τον ήρωα στην προτέρα (πριν τις περιπλανήσεις) κατάστασή του.

 

Ο Οδυσσέας φτάνει στο νησί των Φαιάκων ναυαγός, γυμνός, εξαντλημένος και εντελώς μόνος. Ο ήρωας βρίσκεται στη χειρότερη θέση που βρέθηκε ποτέ από τότε που ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής. Έχει υπομείνει τα πάντα, έχει χάσει τα πάντα (προσέξτε ότι στον πρώτο ήδη στίχο της ραψωδίας χαρακτηρίζεται πολύτλας) και βιώνει την υψίστη ταπείνωση (γυμνός να εξαρτάται όχι από μια θεά, όπως όταν θα αφιχθεί στην Ιθάκη, αλλά από ένα απλό κορίτσι). Από αυτό το σημείο μηδέν θα ξεκινήσει η τελευταία φάση της επιστροφής του (και πάλι με την επέμβαση της Αθηνάς).

 

Ο Οδυσσέας στο νησί των Φαιάκων: ο τελευταίος πειρασμός

 

Σε έκτυπη αντίθεση με την άθλια κατάσταση του Οδυσσέα βρίσκονται οι συνθήκες που επικρατούν στον τόπο όπου έφτασε: η Σχερία αποτελεί επίγειο παράδεισο που μπορεί να του παράσχει τα πάντα. 1 Αν και σχετίζονται με τον Ποσειδώνα (γνωρίζουμε ότι ο Ναυσίθοος, πρώην βασιλιάς των Φαιάκων, είναι γιος του θεού) και υπήρξαν κάποτε γείτονες των Κυκλώπων, οι Φαίακες βρίσκονται στον αντίποδα της σκληρότητας και βαρβαρότητας που συνάντησε μέχρι τώρα ο Οδυσσέας. 2 Ο τόπος τους έχει στοιχεία που παραπέμπουν στην Ιθάκη, όπως και κάθε άλλη πολιτισμένη γη: έχουν οργανωμένη διοίκηση με σύστημα βασιλείας ανάλογο αυτού της Ιθάκης· έχουν ανάκτορα που μπορούν να παραλληλιστούν με το παλάτι του Οδυσσέα, του Νέστορα, του Μενέλαου· πλούσια σπίτια και εξαιρετικούς κήπους, όπως ο κήπος του Λαέρτη. Έχουν όλα τα στοιχεία που αναγνωρίζουμε και στις άλλες πόλεις της Οδύσσειας, αλλά κατά τρόπο υπέρτερο, σχεδόν υπερβατικό.

 

Το νησί των Φαιάκων συνιστά όντως ουτοπία, κόσμο που βρίσκεται στα όρια φαντασίας και πραγματικότητας. Στη Σχερία κατοικούν θνητοί (ζ, 201-5) που συναναστρέφονται όμως άνετα με θεούς (η, 201-6). Έχουν πλούτο, ειρήνη, απόλυτη ηρεμία και ευτυχία, ενώ τα πλοία τους ταξιδεύουν με τρόπο μαγικό (θ, 557-63). Μέχρι τώρα ο Οδυσσέας αντιμετώπισε τέρατα και θεότητες (Κύκλωπες, Κίρκη, Λωτοφάγοι, Καλυψώ κ.λπ.), έζησε στον κόσμο της φαντασίας, σε εξωπραγματικό χωροχρόνο και χειρίστηκε αποτελεσματικά και με επιτυχία κάθε δυσκολία που του παρουσιάστηκε. Η μετάβαση στον κόσμο της πραγματικότητας και του πολιτισμού, η άφιξη στην Ιθάκη, δεν μπορεί να γίνει βίαια. Ο ήρωας περνά από έναν ενδιάμεσο κόσμο, ο οποίος συνδέει τους άλλους δύο, διαμετρικά αντίθετους. Είναι εμφανής η οργάνωση της Οδύσσειας γύρω από δύο πόλους, της φαντασίας και της πραγματικότητας. Μεταξύ τους βρίσκεται η Σχερία.

 

Η παραμονή στη Σχερία καθίσταται για τον Οδυσσέα η τελευταία δυσκολία πριν την Ιθάκη, ο τελευταίος πειρασμός. Ο Οδυσσέας καλείται να επιλέξει μεταξύ του νησιού των Φαιάκων και της πατρίδας του, αλλά επίσης μεταξύ της Ναυσικάς και της Πηνελόπης. Έχει τη δυνατότητα να παραμείνει και να ζήσει σε αυτή τη χώρα, που είναι μεν ανθρώπινη, αλλά όλα σε αυτήν λειτουργούν μαγικά. Απορρίπτει όμως την πρόταση του Αλκίνοου να γίνει γαμπρός του (η, 313), 3 όπως απέρριψε την πρόταση της Κίρκης και της Καλυψώς. Ξανά, πουθενά δεν αφήνεται να εννοηθεί ότι ο Οδυσσέας σκέφτεται καν τον γάμο που του προσφέρεται, αφού σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμεί να παραμείνει στη Σχερία. Επιβεβαιώνεται έτσι ο χαρακτηρισμός που θα αποδώσει στον Οδυσσέα ο Ευρύλοχος, ότι δηλαδή είναι φτιαγμένος από σίδερο και πως τίποτε δεν τον αγγίζει, σε αντίθεση με τους συντρόφους του (ἦ ῥά νυ σοί γε σιδήρεα πάντα τέτυκται, μ, 280). Ο Οδυσσέας μένει ανέπαφος από τον ιδανικό, αλλά τόσο απόμακρο, κόσμο των Φαιάκων.

 

Στο νησί της Καλυψώς ο ήρωας αρνήθηκε την αθανασία, αλλά ακόμη βρισκόταν μακριά από τον κόσμο των θνητών (η Ωγυγία ήταν πολύ μακρινή ακόμα και για τους ίδιους τους θεούς, σύμφωνα με τον Ερμή, βλ. ε, 100-102). Στο νησί των Φαιάκων καλείται να επιβεβαιώσει ότι όντως επιλέγει τη θνητότητα. Μόνο όταν ο Οδυσσέας αρνείται την προοπτική παραμονής του στη Σχερία, αποκαθίσταται ως ήρωας μεταξύ των Φαιάκων (αποδοχή από τους Φαίακες, αποκάλυψη της ταυτότητάς του, συμμετοχή στους αγώνες) και παίρνει πλούσια δώρα, έτοιμος πια να επιστρέψει στον πραγματικό κόσμο και στην Ιθάκη.

 

Οδυσσέας - Ιθάκη Φαίακες - Σχερία
Φτωχική, όλα απαιτούν μόχθο Πλούσια, απόμακρη, όλα λειτουργούν μαγικά
Στην Ιθάκη υπάρχει αταξία Στη Σχερία υπάρχει τάξη
Κάποιοι θεοί είναι εχθροί του Οδυσσέα Συναναστρέφονται με θεούς
Έχει βιώσει πολλά πάθη Είναι άπειροι παθών
Με κόπο διέσχισε τη θάλασσα Τα πλοία τους είναι μαγικά
Βασανίστηκε στα κύματα, ναυάγησε Χαρακτηρίζονται φιλήρετμοι
Η θάλασσα σημαίνει κίνδυνο, θάνατο Η θάλασσα τους προστατεύει
Έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο Δεν γνωρίζουν πόλεμο
Το τραγούδι του Δημόδοκου τον πονά Το τραγούδι του Δημόδοκου τους τέρπει
Βιώνει τη λύπη, τα δάκρυα Βιώνουν τη χαρά

 

Από τη Σχερία στην Ιθάκη

 

Η μετάβαση από τη Σχερία στην Ιθάκη γίνεται με τρόπο μυστήριο, ανεπαίσθητο, χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια. Οι Φαίακες τον μεταφέρουν στην Ιθάκη ενώ κοιμάται. Η διαφορά, λοιπόν, με τη μετάβαση από την Ωγυγία στη Σχερία είναι τεράστια —οριστική απόδειξη ότι ο τρόπος με τον οποίο αυτή έγινε ήταν συμβολικά πολυσήμαντος.

 

Ο Οδυσσέας αγωνιζόταν τόσα χρόνια για αυτή τη στιγμή και, όταν επιτέλους έφτασε, δεν το συνειδητοποιεί και δεν αναγνωρίζει το νησί του. Τι εξυπηρετεί αυτό; Ο κόσμος της φαντασίας αποτελεί μυστήριο, όπως μυστήριο αποτελούν η είσοδος και η έξοδος του Οδυσσέα από αυτόν: το σημείο καμπής παραμένει ασαφές. Οι Φαίακες, επίσης, χάνονται γρήγορα από το προσκήνιο. Κατά το ταξίδι της επιστροφής των Φαιάκων στη χώρα τους ο Ποσειδώνας θυμωμένος μετατρέπει το πλοίο τους σε βράχο, αλλά δεν μαθαίνουμε κάτι περισσότερο. Το μέλλον της πόλης τους παραμένει αδιευκρίνιστο στο έπος, χάνεται από το βλέμμα των ανθρώπων. Δεν υπάρχουν πλέον Φαίακες, γιατί και ο Οδυσσέας δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ πια στον κόσμο της φαντασίας.

 

Η πιο σημαντική, επομένως, λειτουργία της παρουσίας του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων είναι να τον προετοιμάσει για το ταξίδι του στον πραγματικό κόσμο, αφού πρώτα ο ήρωας αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την κοινωνία και επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά την επιλογή της θνητότητας αντί της αθανασίας. Ο Οδυσσέας φτάνει στη Σχερία ύστερα από το μεγαλύτερο και πιο επικίνδυνο ταξίδι του (διήρκεσε 20 μέρες, διπλάσιο δηλαδή χρόνο από όσο χρειάστηκε για να φτάσει από το νησί του Ήλιου στην Ωγυγία), ναυαγός, γυμνός, μόνος και αβοήθητος, στο έσχατο σημείο των παθών του. Ύστερα από τρεις μέρες θα φτάσει στην Ιθάκη μόνος, θα καλυφθεί με κουρέλια και θα κρύψει τα δώρα των Φαιάκων σε μια σπηλιά. Μεταξύ των δύο αφίξεων έχει μεσολαβήσει η αποδοχή του από τους Φαίακες και η αποκατάστασή του ως ήρωα.

 

Η συνομιλία Οδυσσέα-Ναυσικάς: το σκηνικό

 

Το επεισόδιο ξεκινά με την επέμβαση της Αθηνάς, η οποία εμφανίζεται στον ύπνο της Ναυσικάς με τη μορφή μιας συνομήλικής της και της υποβάλλει την ιδέα να κατέβει στην παραλία για να πλύνει. Είναι σημαντικό για τους συμβολισμούς της σκηνής (αποτελεί, είπαμε, για τον Οδυσσέα τον τελευταίο πειρασμό) ότι αυτή η πράξη συνδέεται με το ότι η Ναυσικά βρίσκεται σε ηλικία γάμου, άρα η μπουγάδα προβάλλει τρόπον τινά ως μέρος γαμήλιων προετοιμασιών.

 

Στον στ. 110, η Ναυσικά (από το ναῦς + καίνυμαι: αυτή που υπερέχει, διακρίνεται για τα πλοία) μαζί με τις υπηρέτριες έχει πλύνει τα ρούχα και είναι έτοιμη να επιστρέψει στο παλάτι χωρίς να συναντήσει τον Οδυσσέα. Ο ρόλος της θεάς είναι ακόμη μια φορά καταλυτικός. Η μπάλα χάνει τον στόχο της την κατάλληλη στιγμή και οι φωνές των κοριτσιών ξυπνούν τον Οδυσσέα, που διερωτάται σε ποια χώρα βρέθηκε πάλι (σημειωτέον, οι στίχοι ζ 120-1 είναι πανομοιότυποι με τους στ. ι 175-6, με τους οποίους ο Οδυσσέας σημαίνει την άφιξή του στο νησί των Κυκλώπων). Δεν ξέρει αν ακούει φωνές νυμφών (που δεν θα ήταν παράξενο σε μια τέτοια ερημιά) ή γυναικών. Για πρώτη φορά ύστερα από οκτώ χρόνια ο Οδυσσέας συναντά άνθρωπο και για πρώτη φορά στην Οδύσσεια διερωτάται για τον χαρακτήρα των κατοίκων της χώρας όπου έφτασε. Καλύπτει τη γύμνια του με ένα κλαδί και εμφανίζεται μπροστά τους.

 

Είναι αναγκαίο να υπενθυμίσουμε εδώ κάποια σημεία. Η Ναυσικά πήγε στο ποτάμι όχι μόνη, αλλά συνοδευόμενη από τις υπηρέτριές της (ζ, 84). Η συνοδεία για τις γυναίκες αποτελούσε σύμβολο στάτους και εγγύηση κοσμιότητας (πρβλ. την Πηνελόπη, που πάντα εμφανίζεται συνοδευόμενη). Επίσης, πρέπει να διατηρούμε υπόψη μας ότι το μέρος, όπως περιγράφεται, ήταν απόμερο, υπήρχε δάσος και ποτάμι που χυνόταν στη θάλασσα.

 

Κίνδυνος, αλλά για ποιον;

 

Η περιγραφή, λοιπόν, του χώρου σε συνδυασμό με την παρουσία κοριτσιών δημιουργεί την αίσθηση πιθανού κινδύνου. Μια λεπτομέρεια εδώ είναι πολύ σημαντική: το μαντίλι (κρήδεμνον). Αφού τελείωσαν την εργασία τους, όλες οι κοπέλες έβγαλαν το μαντίλι (ζ 100) και άρχισαν να παίζουν ακάλυπτες στην ακρογιαλιά. Το μαντίλι κάλυπτε το κεφάλι ως σύμβολο αρετής, ταπεινότητας και σεμνότητας των γυναικών. Με την αποκάλυψη, επομένως, της κεφαλής τους παρουσιάζονται να αψηφούν τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Κι όμως χωρίς το i>κρήδεμνον οι κοπέλες δεν είναι μόνο ευάλωτες· είναι ταυτοχρόνως και σεξουαλικές (είναι ταυτόχρονα, δηλαδή, πιθανά θύματα σεξουαλικής βίας, αλλά και πλανεύτρες). Μια ακόμη λεπτομέρεια εδώ κραυγάζει. Τα κορίτσια όντως τρομάζουν και διασκορπίζονται στη θέα του Οδυσσέα. Η μόνη που παραμένει στη θέση της είναι η Ναυσικά και μάλιστα χωρίς το κρήδεμνον. Η «γύμνια» της αυτή είναι ενδεικτική της δισημίας που επισημάναμε: μπροστά στον Οδυσσέα η Ναυσικά είναι ανυπεράσπιστο κορίτσι στην ερημιά, αλλά δυνητικά επίσης ισχυρός πομπός σεξουαλικότητας, γητεύτρα νύμφη, που θα μπορούσε να τον εκτροχιάσει εκ νέου.

 

Όλο το σκηνικό και το κλίμα του επεισοδίου λοιπόν έχουν διαμορφωθεί έτσι, ώστε η εμφάνιση του γυμνού Οδυσσέα μπροστά στις ακάλυπτες κορασίδες να θεωρηθεί ως απειλή τόσο γι’ αυτές όσο, παραδόξως, και για τον ίδιο, εφόσον βρίσκεται ενώπιον ενός ακόμη πειρασμού, αυτή τη φορά στο πρόσωπο της νεαρής κοπέλας, που τόσο μοιάζει με νύμφη ή με θεά. Προσέξτε τις «ανησυχητικές» ομοιότητες της Ναυσικάς με την Καλυψώ: την ιδεώδη ομορφιά, το απομονωμένο, παραδείσιο περιβάλλον και τέλος το τραγούδι. Τόσο η Καλυψώ όσο και η Ναυσικά παρουσιάζονται να τραγουδούν: πρβλ. ε, 67 και ζ, 101-9. Τέτοια όμως είναι η τέχνη του ποιητή, που είναι αμφίβολο αν οι καταληκτικοί στίχοι του χωρίου (ζ, 107-9), στίχοι οι οποίοι ψέλνουν τις χάρες μιας αχράντου παρθένου, που ξεχωρίζει ανάμεσα στις ακολούθους της, συνεχίζουν το τραγούδι της κόρης του Αλκίνοου για την Άρτεμη ή αν είναι λόγια του ποιητή που περιγράφουν τη Ναυσικά την ίδια: αοιδός (Ναυσικά) και «θέμα» του τραγουδιού (Άρτεμη) συγχωνεύονται περίτεχνα.

 

Η παρομοίωση με την οποία εισάγεται ο Οδυσσέας στο οπτικό πεδίο των κοριτσιών αξίζει επίσης την προσοχή μας (ζ, 130-6): όπως το άγριο λιοντάρι ορμά πεινασμένο στα κοπάδια και αρπάζει τη λεία του, έτσι εμφανίστηκε και ο Οδυσσέας σπρωγμένος από την ανάγκη. Η παρομοίωση αφενός αποδίδει παραστατικά τις συνθήκες του επεισοδίου και τους συνειρμούς που προκαλούνται, αφετέρου αναδεικνύει τη Ναυσικά, που τολμά να σταθεί μόνη της απέναντι στον άγνωστο. Η παρομοίωση όμως ενέχει επίσης κάτι σχεδόν κωμικό: είναι παρομοίωση η οποία κυριολεκτικώς περιγράφει την εφόρμηση του ιλιαδικού ήρωα (πρβλ. Ιλ, Λ, 299 κ.ε.) και που τώρα μετατοπίζεται στην κίνηση ενός γυμνού και απελπισμένου άνδρα, που το μόνο του δίλημμα είναι αν θα ικετέψει ή αν θα καλοπιάσει! Η «καθίζηση» του επικού επιπέδου είναι εδώ εκκωφαντική. Ανάλογη ίσως είναι και η σκηνή στο μ, 222 κ.ε., όταν ο Οδυσσέας καταδὺς κλυτὰ τεύχεα με τον τρόπο του ιλιαδικού ήρωα ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τη Σκύλλα, για να αναγκαστεί όμως απλά να υποχωρήσει μπροστά σ’ αυτή την ἄπρηκτον ἀνίην, ένα καθαρά οδυσσειακό τέρας (μ, 223). Λίγο πιο πάνω, μάλιστα, η Κίρκη είχε ουσιαστικά χαρακτηρίσει ανοησία (σχέτλιε, μ 116) το να μεταφέρει κανείς το ήθος της Ιλιάδος στον κόσμο της Οδύσσειας!

 

Σαγηνεύοντας τη Ναυσικά

 

Ο Οδυσσέας αποφασίζει να μην προβεί σε επίσημη χειρονομία ικεσίας, για να μην τρομάξει τη Ναυσικά. Την προσφωνεί ικετευτικά, προσποιείται ότι δεν μπορεί να διακρίνει αν είναι θεά ή άνθρωπος και εγκωμιάζει την εξαιρετική της ομορφιά (ικεσία και εγκώμιο μαζί). Ακολούθως κάνει σύντομη αναφορά στα πάθη του, για να εξασφαλίσει τον οίκτο και τη συμπάθειά της (αυτό που στη ρητορική θα ονομαστεί captatio benevolentiae) εκφράζοντας φόβο για πιθανά νέα πάθη. Κλείνει τον λόγο του θέτοντας τα αιτήματά του και διατυπώνοντας ευχές, αφού προεξοφλά ότι θα πάρει τη βοήθεια που ζητά.

 

Ο λόγος του Οδυσσέα είναι στέρεα δομημένος και δεν μπορεί παρά να αποδειχθεί επιτυχημένος. Επιπλέον παρουσιάζει τον εξαντλημένο ήρωα να διατηρεί ακμαίες τις ψυχικές και πνευματικές του δυνάμεις, να χειρίζεται με επιτυχία την κρίσιμη κατάσταση. Στον λόγο του ο Οδυσσέας παρομοιάζει τη Ναυσικά με την Άρτεμη, την αγνότερη απ’ τις θεές: η ταύτιση, όπως είπαμε, προετοιμάστηκε από το τέχνασμα του αφηγητή στους στ. 107-9 και από την αναφορά του ιδίου του Οδυσσέα στις νύμφες στην αρχή του επεισοδίου που μας απασχολεί. 4

 

Επιπλέον, ο Οδυσσέας χρησιμοποιεί μια πολύ ξεχωριστή παρομοίωση για να προβάλει την ομορφιά της Ναυσικάς (162-69). Την παρομοιάζει με τη φοινικιά που είδε κάποτε στη Δήλο 5 και έμεινε έκπληκτος μπροστά στην ομορφιά της. Πρόκειται για τη μοναδική αναφορά του φυτού αυτού στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια και τη μοναδική περίπτωση στην οποία η παρομοίωση προέρχεται από την εμπειρία του ήρωα. 6 Η αναφορά της φοινικιάς της Δήλου, γνωστής στη λογοτεχνία ως του δέντρου που στήριξε τη Λητώ για να γεννήσει την Άρτεμη και τον Απόλλωνα, συνδέει εκ νέου τη Ναυσικά με την Άρτεμη (ζ, 151 και 162). Παρατηρείται λοιπόν μια συσσώρευση μοναδικών και σπάνιων στοιχείων, για να προβληθεί η μοναδικότητα της Ναυσικάς, η της φοινικιάς της Δήλου, γνωστής στη λογοτεχνία ως του δέντρου που στήριξε τη Λητώ για να γεννήσει την Άρτεμη και τον Απόλλωνα, συνδέει εκ νέου τη Ναυσικά με την Άρτεμη (ζ, 151 και 162). Παρατηρείται λοιπόν συσσώρευση μοναδικών και σπάνιων στοιχείων, για να προβληθεί η μοναδικότητα της Ναυσικάς, η εντύπωση που προκάλεσε στον Οδυσσέα ή, μάλλον, η από μέρους του καταγραφή αυτής της εντύπωσης με ένα και μοναδικό στόχο: να κερδίσει την εύνοιά της. Είναι φανερό βέβαια ότι ο Οδυσσέας, παρά τις κολακείες του, έχει καταλάβει ότι η Ναυσικά είναι θνητή (αυτό δηλώνει το ἄλλων ἀνθρώπων στο στ. 176 και το ότι δεν υπόσχεται θυσία ή ίδρυση ιερού), αλλά θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να κερδίσει την εμπιστοσύνη και τη βοήθεια που χρειάζεται. Ο Οδυσσέας επιβεβαιώνει και πάλι ότι είναι πολύμητις και πολύτροπος.

 

Η ομοφροσύνη ως θεμέλιο του οίκου: Ναυσικά και Πηνελόπη

 

Στο τέλος του λόγου του ο Οδυσσέας θέτει ένα από τα βασικότερα θέματα της Οδύσσειας, το θέμα του οίκου που ευτυχεί χάρη στην ὁμοφροσύνην του άνδρα και της γυναίκας (ζ, 180-5). Ο Οδυσσέας εύχεται στη Ναυσικά να βρει τον σύζυγο που επιθυμεί, να έχουν ὁμοφροσύνην (ζ 181) και ευτυχία. Σύμφωνα με τον κώδικα ηθικής των αρχαίων Ελλήνων, η προσωπική ευτυχία προκαλεί πόνο στους εχθρούς κκαι χαρά στους φίλους. 7 Εδώ συμπληρώνεται από ένα τρίτο στοιχείο (μάλιστα δέ τ’ ἔκλυον αὐτοί, ζ, 185). Η φράση είναι σκοτεινή και ερμηνεύεται με δύο τρόπους. Είτε σημαίνει ότι και αυτοί οι δύο, άντρας και γυναίκα, αισθάνονται την ευτυχία τους, είτε ότι έχουν καλό όνομα, φήμη. Αν ισχύει το δεύτερο, είναι ενδιαφέρον, όπως σημειώνει ο Schein (1995, 23), ότι το ρήμα κλύω μοιράζεται την ίδια ρίζα με το κλέος:

 

«Είναι χαρακτηριστικό της Οδύσσειας και του είδους της επικής ποίησης που αυτή εκπροσωπεί ένας αρμονικός γάμος και ένας οίκος μπορεί να παραγάγουν το είδος εκείνο της δόξας που στην Ιλιάδα και την ιλιαδική ποιητική παράδοση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από τον πόλεμο».

 

Ο ποιητής επαναφέρει το θέμα του γάμου (με το οποίο ξεκίνησε αυτή τη ραψωδία, πρβλ. όνειρο, προετοιμασίες Ναυσικάς) συνδέοντας την επιθυμία της Ναυσικάς με την επιθυμία της Πηνελόπης. Στη ραψωδία ψ το θέμα της ὁμοφροσύνης Οδυσσέα και Πηνελόπης θα αναπτυχθεί. Η ὁμοφροσύνη θα αποκαταστήσει την αρμονική τους σχέση και την ευτυχία του οίκου. 8 Η αναφορά της ὁμοφροσύνης σε αυτό το σημείο παραπέμπει ευθέως στην ὁμοφροσύνη Οδυσσέα-Πηνελόπης.

 

Άλλη περίπτωση αρμονικού ζεύγους αποτελούν επίσης ο Αλκίνοος και η Αρήτη. Η Αρήτη έχει κοινά στοιχεία με την Πηνελόπη και κατέχει μάλιστα ξεχωριστή θέση στο σπίτι και την κοινωνία της (η 66-74), κάτι που αναμένουμε να ισχύσει και για την Πηνελόπη. 9

 

Το λουτρό του Οδυσσέα

 

Η Ναυσικά έχει πεισθεί από τον ξένο και υπόσχεται τη βοήθειά της. Η ικεσία έγινε δεκτή, ακολουθεί η ξενία. Δίνει εντολή στις υπηρέτριες να προσφέρουν φαγητό στον ξένο και να τον λούσουν. Παρατηρεί όμως κανείς ότι οι υπηρέτριες διστάζουν και αντί να εκτελέσουν τη διαταγή της βασιλοπούλας, δίνουν στον ξένο τα ρούχα και το λάδι και του λένε να λουστεί μόνος του. Πρόκειται για ανυπακοή; Ο Οδυσσέας επίσης απευθύνεται στις υπηρέτριες που ούτε καν τον πλησίασαν και τους λέει να μείνουν μακριά (στῆθ’ οὕτω ἀπόπροθεν, 218), γιατί ντρέπεται να γυμνωθεί μπροστά σε κορίτσια. Τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτή τη σκηνή και ποιο νόημα έχουν τα λόγια του Οδυσσέα; Τίθεται θέμα ντροπής ή σεμνότητας εδώ; Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ακόμη ανάλαφρη πινελιά, με την οποία διαγράφεται η τρυφερή συναισθηματική σχέση που ο Οδυσσέας αναπτύσσει με τη Ναυσικά.

 

Απαντούν ένδεκα τυπικές σκηνές μπάνιου στην Οδύσσεια και πέντε στην Ιλιάδα. Σε καμιά από αυτές δεν δίνονται τα ρούχα και το λάδι πριν το μπάνιο, αλλά πάντοτε μετά από αυτό. Πρόκειται λοιπόν για τυπικό μοτίβο το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση παραλλάσσεται. Σύμφωνα με τον Jones (1989), οι συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης κάνουν τις υπηρέτριες να διστάζουν και να μην υπακούουν. Σε άλλες περιπτώσεις το μπάνιο γίνεται σε κλειστό, ασφαλή και ελεγχόμενο χώρο, το παλάτι. Εδώ όμως οι υπηρέτριες καλούνται να λούσουν έναν άγνωστο ξένο, ιδιαίτερα βρώμικο, σε ανοικτό και έρημο μέρος στη θάλασσα. Φαίνεται πως η Ναυσικά, λόγω της ηλικίας, της ανωριμότητας και ενδεχομένως, της ταραχής της, δίνει εντολή τέτοια που μπορούσε να την εκθέσει. Οι υπηρέτριες δεν υπακούουν, γιατί συνειδητοποιούν το λάθος της Ναυσικάς όχι από σεμνότητα. 10 Ο Οδυσσέας αντιλαμβάνεται τη δυσκολία της στιγμής. Με τον λόγο του ο Οδυσσέας καλύπτει την ανυπακοή των υπηρετριών και προστατεύει την ίδια τη Ναυσικά.

 

Σημειωτέον, ότι σύμφωνα με το τυπικό της ξενίας η Ναυσικά όφειλε να λούσει η ίδια τον ξένο, όχι να αναθέσει το έργο στις δούλες. Ο Οδυσσέας όμως την καλύπτει ξανά. Απαντώντας στην ερώτηση της βασίλισσας Αρήτης ποιος είναι, από πού ήρθε και ποιος του έδωσε τα ρούχα που φορά (η, 237-9), ο Οδυσσέας αναφέρει ότι η Ναυσικά, παρόλο που είναι μικρή, του συμπεριφέρθηκε όπως απαιτεί η τάξη, του πρόσφερε φαγητό, τον έλουσε στο ποτάμι και του έδωσε ρούχα (η, 292-6). Αυτό απαιτεί η τάξη, αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό που έκανε η Ναυσικά. Αντίθετα, οι ενέργειές της αποκάλυψαν την ανωριμότητά της, τους λάθος χειρισμούς, τους οποίους έρχεται τώρα ο Οδυσσέας να καλύψει με ένα ψέμα, για να προστατεύσει τη Ναυσικά.

 

Ο Οδυσσέας, επομένως, όχι μόνο δεν είναι λέων ὀρεσίτροφος, αλλά προστατεύει την τιμή της Ναυσικάς ακόμη και από τον ανώριμο και ενθουσιώδη εαυτό της. Άλλωστε, η παράτολμη περιέργεια που έκανε τη Ναυσικά να σταθεί μόνη, ανυπεράσπιστη και ακάλυπτη μπροστά στον Οδυσσέα, όσο και αν εν μέρει αποτελεί προϊόν θείας έμπνευσης (ζ, 139-40), δεν είναι εντελώς ξένη με την ανάλογη παρόρμηση που ώθησε τον Οδυσσέα να εξερευνήσει, π.χ., το νησί των Κυκλώπων ή να ακούσει το το τραγούδι των Σειρήνων. Η Ναυσικά, όπως και η Πηνελόπη, φαίνεται πνεύμα συγγενές με τον Οδυσσέα: συνιστά πειρασμό, μεταξύ των άλλων και διότι παρέχει όλα τα εχέγγυα της ὁμοφροσύνης!

 

Ακολουθεί το μπάνιο του Οδυσσέα και ο εξωραϊσμός του με την επέμβαση της Αθηνάς. Αυτό μάλιστα δίνεται μέσα από μια παρομοίωση από την τέχνη της αργυρο-χρυσοχοΐας, κάτι σπάνιο στον Όμηρο. Ο καλλωπισμός του Οδυσσέα και η εντύπωση που προκαλεί στην Ναυσικά παραπέμπει σε μία άλλη σκηνή καλλωπισμού του ήρωα που προκαλεί την ίδια εντύπωση, αυτή τη φορά στο ψ, 159-62. Οι West, Heubeck & Hainsworth, (2009, 534) θεωρούν ότι πρόκειται για τυπική επανάληψη που «δεν μπορεί να ήταν συνειδητή». Άλλοι όμως μελετητές θεωρούν ότι αυτή η πιστή επανάληψη είναι απόλυτα στοχευμένη, ακριβώς γιατί ο ποιητής θέλει να συνδέσει την Πηνελόπη με τη Ναυσικά (ας μην ξεχνάμε ότι οι παρομοιώσεις στον Όμηρο. Με το μπάνιο και τα ρούχα που φορά ο Οδυσσέας αρχίζει η αποκατάστασή του ως ήρωα, όπως αργότερα, στη ραψωδία ψ, το μπάνιο θα σημάνει την αρχή για την αναγνώριση και την αποκατάστασή του ως συζύγου και βασιλιά. Το μπάνιο, επίσης, δηλώνει τη μετάβαση στον πολιτισμένο κόσμο. Ο Οδυσσέας εμφανίστηκε αρχικά σαν λιοντάρι (άγριος, απολίτιστος). Με το μπάνιο, ο Οδυσσέας εξευγενίζεται και εξωγενίζεται (Garvie 1994, 140).

 

Ιδιαίτερο ρόλο στη σκηνή παίζουν τα ρούχα. Η Ναυσικά, με παρότρυνση της Αθηνάς, πάει να πλύνει ως μέρος της προετοιμασίας της για τον γάμο. Στην ικεσία του ο Οδυσσέας ζητά το ελάχιστο (ῥάκος, ζ, 178) και παίρνει το μέγιστο (ἐσθῆτα, ζ, 192) ως πρώτη ένδειξη φιλοξενίας αλλά και πρώτη αποκατάσταση του ήρωα. 11 Η Ναυσικά τον θαυμάζει και ομολογεί πως έναν τέτοιο άντρα θα ήθελε (ζ, 255-315). Γι’ αυτά τα ρούχα αντιδρά η Αρήτη και ρωτά τον ξένο πού τα βρήκε, δεδομένου ότι αυτά είναι άμεσα συνδεδεμένα με το γάμο. Αργότερα η ευχή της Ναυσικάς συγκεκριμενοποιείται από τον βασιλιά Αλκίνοο που ζητά από τον Οδυσσέα να γίνει γαμπρός του (η, 311-15). Είναι βέβαια γνωστό ότι ο Οδυσσέας θα αρνηθεί. Όπως απέρριψε την αθάνατη Καλυψώ, έτσι τώρα θα απορρίψει τη θνητή Ναυσικά. Η Ναυσικά όμως αποτελεί τον τελευταίο περισπασμό, που μπορεί να ματαιώσει το ταξίδι του Οδυσσέα. Ο Όμηρος δημιουργεί ένταση και αβεβαιότητα όχι για το αποτέλεσμα, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα επιτευχθεί.

 

Συμπέρασμα

 

Ο Όμηρος χρονοτριβεί και δίνει μεγάλη έκταση στη σκηνή της συνάντησης Οδυσσέα-Ναυσικάς. Σε τι αποσκοπεί αυτή η εκτενής σκηνή, ειδικά μάλιστα αν λάβει κανείς υπόψη ότι η επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη είναι προαποφασισμένη;

 

Ύστερα από την έντονη σκηνή της τρικυμίας και του ναυαγίου του Οδυσσέα (ραψωδία ε) ο ποιητής εισάγει ένα ρομαντικό, ευχάριστο επεισόδιο, ένα ειδύλλιο, με ελαφρούς τόνους, ίσως και λεπτή ειρωνεία (αν σκεφτούμε την παρομοίωση με το λιοντάρι, που σχολιάσαμε). Η παρουσία και η ηθογράφηση της Ναυσικάς αναμφίβολα τέρπει τον ακροατή. Η Ναυσικά αποτελεί περίπτωση νεαρού κοριτσιού που μέσα του ξυπνά ο πρώτος έρωτας, όπως συμβολικά δηλώνεται από την αποκάλυψη της κεφαλής και το όνειρο της Αθηνάς. Η Ναυσικά είναι πάντως μία ακόμη από τις γυναικείες μορφές που συναντά στον δρόμο του ο Οδυσσέας και που μπορούν να εμποδίσουν τον νόστο του. Η σκιαγράφησή της απαιτείται, γιατί μόνο έτσι θα γίνει κατανοητό πόσο κοντά (και ταυτόχρονα πόσο μακριά) βρίσκεται στην Πηνελόπη. 12 Μπαίνει για λίγο στη ζωή του Οδυσσέα: κατά τον Silk (2004), αυτή η παροδικότητα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη μόνιμη και σταθερή Πηνελόπη. Επιπλέον η Ναυσικά αποτελεί τη θνητή εκδοχή του πειρασμού που αντιμετώπισε ο Οδυσσέας στην Ωγυγία. Η Ναυσικά συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις ενός ευτυχισμένου γάμου: θέλει να παντρευτεί, έχει τη σύνεση της μητέρας της, προφανώς είναι νεότερη από την Πηνελόπη και δεν είναι θεά, όπως η Καλυψώ. Οι συνθήκες παρουσιάζονται ιδανικές. Η Ναυσικά όμως προέρχεται από τον Παράδεισο, ένα άλλο, πολύ διαφορετικό κόσμο, τον κόσμο του παραμυθιού. Ο Οδυσσέας έχει πίσω του το ηρωικό παρελθόν και τον πολεμικό κόσμο των Αχαιών. Είναι δεδομένο από την αρχή της ραψωδίας ότι για τον Οδυσσέα δεν τίθεται θέμα γάμου με τη Ναυσικά. Η απόσταση των δύο είναι μεγάλη, όπως δηλώνει και η ίδια η Ναυσικά (ζ, 203-4).

 

 

αρ